Ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος, ο αιρετικός του αναρχισμού, έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια από τα Εξάρχεια και συνηθίζει να παίρνει θέση στα πράγματα όταν εκείνος κρίνει -όπως λέει- ότι έχει κάτι να πει.
Στον αναρχικό χώρο έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο Κάιν. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 δραστηριοποιήθηκε ενεργά στο αναρχικό κίνημα και τη δεκαετία του 1980 εξέδωσε το περιοδική «Σπάστης». Δηλώνει εργάτης και έχει ως πρότυπο τους «αθόρυβους επαναστάτες», όπως ο πατήρ Αντώνιος από την «Κιβωτό του Κόσμου».
Με αφορμή το μπαράζ των καταδρομικών επιθέσεων, με φόντο την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, το «Έθνος της Κυριακής» ζήτησε τη γνώμη του: «Κάνουν κακό στο αίτημα του Κουφοντίνα. Εμποδίζουν με καπνούς και φωτιές να φτάσει στην κοινή γνώμη το μήνυμα ότι ένας κρατούμενος δικαιούται άδεια, όσο βαρύ έγκλημα και να έχει διαπράξει. Έχει δικαίωμα να βγει στο φως ο κρατούμενος. Να έρθει σε επαφή με την κοινωνία. Δεν μπορεί, όμως, να εκμεταλλευόμαστε το δίκαιο αίτημά του για να κάψουμε την πόλη, υποστηρίζοντας το δόγμα “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”. Οι επιθέσεις γίνονται για λόγους υπαρξιακούς και για λόγους εκτόνωσης».
Η αστική δημοκρατία, όπως λέει, πρέπει να είναι γενναιόδωρη απέναντι στους κρατουμένους για το θέμα των αδειών.
«Ο Κουφοντίνας ήταν συνεπής στις προηγούμενες άδειες και δεν έχει τελέσει ξανά κάποιο αδίκημα. Δεν καταλαβαίνω το εισαγγελικό βέτο στο τελευταίο του αίτημα. Η αστική δημοκρατία δεν είχε δώσει άδεια στον Παττακό; Η συμμορία του Παττακού είχε κάνει χειρότερα εγκλήματα από τον Κουφοντίνα. Η Δικαιοσύνη έδειξε το σκληρό πρόσωπό της. Όπως το δείχνει και όταν αφήνει στη φυλακή άνθρωπο, που βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου» λέει.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, ο Κάιν διαχωρίζει τη θέση του σε πολιτικό επίπεδο από τον Κουφοντίνα.
«Το γεγονός ότι δικαιούται άδεια δεν τον κάνει αγωνιστή. Επειδή κάποιοι φυτέψανε σφαίρες σε κεφάλια δεν έγιναν επαναστάτες. Ορίζω τον Κουφοντίνα ως πολιτικό εγκληματία. Η 17 Νοέμβρη καπηλεύτηκε την εξέγερση του 73’ και αυθαίρετα σφετερίστηκε αυτό το όνομα. Οι χιλιάδες αγωνιστές του 73’, οι οποίοι χύσανε δάκρυ και αίμα και βλέπουν σήμερα τα πράγματα αδικαίωτα, δεν έχουν σχέση με αυτή την οργάνωση. Εμείς όταν χτυπούσε η 17 Νοέμβρη υποφέραμε. Δεχόμασταν το κύμα της κρατικής καταστολής, την υπέρμετρη βία και το φανατισμό της Αστυνομίας. Θυμάμαι ακόμα τις εφόδους που έκανε η Αστυνομία, μετά τις επιθέσεις τους» λέει.
Ο εμπρησμός στο αυτοκίνητο της δημοσιογράφου του τηλεοπτικού σταθμού Open Μίνας Καραμήτρου, στο πάρκινγκ της πολυκατοικίας της, ήταν μία ενέργεια που απασχόλησε τον Κάιν. Μάλιστα, δεν διαχωρίζει την εν λόγω ενέργεια από τις φασιστικές επιθέσεις.
«Δεν μπορώ να διαχωρίσω τέτοιου είδους ενέργειες με φαινόμενα φασιστικά του παρελθόντος. Όταν για παράδειγμα φασιστοειδή είχαν επιτεθεί σε δημοσιογράφους στην κηδεία του Μάλλιου. Η επίθεση στη Μίνα Καραμήτρου ήταν ένας κοινός τραμπουκισμός. Έριξαν νερό στο μύλο του φασισμού. Υπερασπίζομαι τη δημοσιογράφο στο όνομα της υπεράσπισης του δικαιώματος στη διαφορετική άποψη. Στο λόγο απαντάς με λόγο. Δεν σηκώνεις το τσεκούρι και το μπαλτά».
Πώς βλέπει σήμερα τα Εξάρχεια;
«Εμείς φτύσαμε αίμα, δώσαμε αγώνες στα Εξάρχεια. Από γειτονιά της κοινωνίας, έγινε γειτονιά της αντικοινωνίας. Η εξουσία έβαλε το χέρι της στη μετάλλαξη αυτή, καθώς ήθελε να κυριαρχήσει στα Εξάρχεια η πανούκλα της μαφίας» λέει.
Ο ίδιος δεν πηγαίνει πια στην περιοχή: «Οι αναρχικοί σήμερα είναι μία ισχνή μειοψηφία. Οι περισσότεροι έχουν αποχωρήσει. Στα Εξάρχεια δεν μπορεί σήμερα να πει κάποιος ελεύθερα τη γνώμη του. Το αναρχικό κίνημα υποφέρει από τους μηδενιστές, από τους μπαχαλάκηδες και από τους σταλινικούς. Είναι ένα κράμα σε αυτό το χώρο, που λειτουργεί με το δόγμα “όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας”».