Νέες καθησυχαστικές διευκρινίσεις για τη ρύθμιση που αφορά την κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων έδωσε απόψε το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης.

Το υπουργείο αγωνιά προκειμένου να μην ακυρωθεί η προσπάθεια μεταρρύθμισης στο δημόσιο και κυρίως ανακάμψει η τρόικα με πολύ σκληρότερες απαιτήσεις, απ’ αυτές που συμφωνήθηκαν κατά την τελευταία διαπραγμάτευση, όπως αναφέρουν συνεργάτες του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Αντώνη Μανιτάκη.
Γι’ αυτό το λόγο, από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης τονίζεται ότι αν οι υπηρεσίες καθυστερήσουν να στείλουν τα στοιχεία, δεν «εξαιρούν» τους υπαλλήλους, καθώς με τη δημοσίευση του νόμου έχουν ήδη τεθεί αυτοδίκαια στο καθεστώς της διαθεσιμότητας. «Τα στοιχεία μπορούν να αντληθούν από τη βάση δεδομένων της απογραφής».

Επιπλέον, επισημαίνεται ότι «προβλέπονται αυστηρές προθεσμίες για την υλοποίηση αυτής της διαδικασίας, τα αρμόδια όργανα και υπηρεσίες της διοίκησης που δεν τις τηρήσουν ενδέχεται να αντιμετωπίσουν πειθαρχικές ποινές. Οι προθεσμίες αποσκοπούν στη γρήγορη μετακίνηση των υπαλλήλων. Η καθυστέρηση συνεπάγεται μόνο μεγαλύτερη παραμονή στο καθεστώς της διαθεσιμότητας».

Όπως σημειώνεται από το υπουργείο, οι διευκρινίσεις αφορούν όσους ενταχθούν άμεσα στο Πρόγραμμα Κινητικότητας, δηλαδή ενός περιορισμένου αριθμού υπαλλήλων, συγκεκριμένων ειδικοτήτων που θα μετακινηθούν σε υπηρεσίες όπου υπάρχουν επείγουσες ανάγκες σε προσωπικό για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών.

Κατά το υπουργείο, το πρόγραμμα κινητικότητας «επιχειρεί να αντιμετωπίσει κατά πρώτο λόγο άμεσα και διαπιστωμένα κενά σε ολόκληρο το φάσμα του Δημοσίου που προκαλούνται από την ανορθολογική κατανομή του προσωπικού, την αθρόα συνταξιοδότηση των υπαλλήλων που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στις προσλήψεις που έχουν εφαρμοστεί (1 πρόσληψη για κάθε 5 αποχωρήσεις) αλλά και το πάγωμα προσλήψεων σε ορισμένες υπηρεσίες».

Επίσης, αναφέρεται ότι οι υπάλληλοι των οποίων οι οργανικές θέσεις καταργούνται και τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, μπορούν να μεταφερθούν (ή να τοποθετηθούν προσωρινά) κατά προτεραιότητα σε υπηρεσίες όπου υπάρχουν διαπιστωμένες ανάγκες σε προσωπικό. Ιδίως εκεί όπου η υποστελέχωση δημιουργεί έντονα προβλήματα και καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση του πολίτη, όπως για παράδειγμα στα νοσοκομεία, στα ΚΕΠ, στις διευθύνσεις συντάξεων στο δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία κ.τ.λ. Επιπλέον, σε υπηρεσίες όπου προβλέπεται πάγωμα προσλήψεων, με συνέπεια τα κενά σε διοικητικούς υπαλλήλους να μπορούν πλέον να καλυφθούν μόνο με μετακινήσεις (όπως στην παιδεία ή στους Ο.Τ.Α).

Στο ερώτημα πώς θα μετακινηθούν οι υπάλληλοι εκεί όπου οι κενές οργανικές θέσεις έχουν καταργηθεί, το υπουργείο αναφέρει ότι «με τη μετάταξη προβλέπεται η σύσταση θέσης όπου δεν υπάρχει κενή οργανική θέση αλλά υπάρχει πραγματική ανάγκη. Η μετακίνηση υπαλλήλου για την κάλυψη πραγματικών και διαπιστωμένων αναγκών γίνεται ανεξάρτητα από το αν υπάρχει οργανική θέση, δεδομένου ότι το προβλέπει ο ίδιος ο νόμος».
Η διαθεσιμότητα αφορά μόνο υπαλλήλους ΙΔΑΧ, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, διοικητικού. Δηλαδή:
 
– Αποκλειστικά υπαλλήλους που υπηρετούν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε υπηρεσίες κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των ΝΠΔΔ, των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού και των ΝΠΙΔ που ανήκουν στον δημόσιο τομέα. Δηλαδή δεν αφορά μόνιμο προσωπικό.
– Αποκλειστικά υπαλλήλους Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Δηλαδή δεν αφορά υπαλλήλους υποχρεωτικής, ανώτατης τεχνολογικής και ανώτατης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (Υ.Ε., Τ.Ε. και Π.Ε).
– Αποκλειστικά υπαλλήλους των ειδικοτήτων Διοικητικού, Διοικητικού – Λογιστικού, Διοικητικού – Οικονομικού και Διοικητικών Γραμματέων. Δηλαδή δεν αφορά υπαλλήλους καμίας άλλης ειδικότητας.
Επισημαίνεται ότι από τη ρύθμιση «εξαιρούνται ευαίσθητες υπηρεσίες όπως οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης και φροντίδας, ο ΟΑΕΔ, τα νοσοκομεία καθώς και αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία (δηλαδή οι υπάλληλοι που υπηρετούν στη ΓΓ Πολιτισμού του υπουργείου Παιδείας)».
Από τη ρύθμιση εξαιρούνται οι υπάλληλοι που αν και πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις ανήκουν στις παρακάτω κατηγορίες:

Ο σύζυγος ή η σύζυγός τους έχει ενταχθεί και εξακολουθεί να τελεί σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα ή εργασιακή εφεδρεία.
Ο σύζυγος, η σύζυγος ή τέκνο τους που τους βαρύνει φορολογικά και ζει μαζί τους έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%.
Έχουν προσληφθεί με διαδικασίες που αφορούν ΑΜΕΑ.
Είναι πολύτεκνοι, εφόσον τα τέκνα τους βαραίνουν φορολογικά.
Είναι προστάτες μονογονεϊκής οικογένειας με τέκνο που συνοικεί και τους βαραίνει φορολογικά.
 
Το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης ταυτόχρονα δίνει διευκρινίσεις και για το θέμα της αργίας των υπόλογων πειθαρχικά υπαλλήλων. Σύμφωνα με όσα αναφέρει με τις νέες αυστηρότερες ρυθμίσεις διασφαλίζεται ότι δεν θα παραμένουν στη θέση τους στην υπηρεσία υπάλληλοι που έχουν παραπεμφθεί στο πειθαρχικό συμβούλιο ή στα δικαστήρια για σοβαρή πειθαρχική ή ποινική υπόθεση μέχρι να καταδικαστούν τελεσίδικα ή να αθωωθούν. Στόχος είναι να προστατευθεί το κύρος των δημόσιων υπηρεσιών και των ίδιων των δημοσίων υπαλλήλων.

Τονίζεται δε ότι «αφορά αποκλειστικά υπαλλήλους που έχουν παραπεμφθεί για σοβαρότατα ποινικά αδικήματα (π.χ. κακουργηματικές πράξεις, κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, απιστία περί την υπηρεσία και οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας) ή πειθαρχικά παραπτώματα (π.χ. πράξεις άρνησης αναγνώρισης του συντάγματος, απόκτηση οικονομικού οφέλους κατά την άσκηση των καθηκόντων, αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη συμπεριφορά, σοβαρή απείθεια, αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση καθηκόντων, παράλειψη των πειθαρχικών οργάνων να προβούν σε δίωξη και τιμωρία πειθαρχικού παραπτώματος κλπ)».

Τέλος, σημειώνει η αργία είναι διοικητικό μέτρο και όχι ποινή. Συνεπώς δεν πλήττεται το τεκμήριο αθωότητας του υπαλλήλου. Ούτε βέβαια αποδυναμώνεται η δικαστική προστασία που απολαμβάνει. Μάλιστα προβλέπεται υπό προϋποθέσεις η δυνατότητα αναστολής ή άρσης της αργίας και η επαναφορά του υπαλλήλου στην υπηρεσία του.