Με το βλέμμα στραμμένο στην Ελλάδα είναι τα ξένα δίκτυα και έντυπα αντλώντας συνεχώς τα θέματά τους από τα «κακά» της χώρας στολίζοντας συχνά πυκνά τους Έλληνες με πικρόχολα και κακεντρεχή σχόλια.

Αυτή τη φορά όμως η εφημερίδα «The New York Times» αποφάσισε να αναδείξει το… πραγματικό πρόσωπο της σημερινής Ελλάδας και τα καθημερινά, υπαρκτά προβλήματα του Έλληνα.

Ο δημοσιογράφος ήρθε πιο κοντά με τους Έλληνες, συζήτησε τα καθημερινά τους προβλήματα και είδε από κοντά πόσο έχει αλλάξει η ζωή τους την κρίση.

Ένας από τους συνομιλητές του υπήρξε και ο δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» Άρης Χατζηγεωργίου. Ο Χατζηγεωργίου εξέπληξε τον αμερικανό συνάδελφό του, όταν του είπε ότι η ελληνική εφημερίδα έχει μπει στο άρθρο 99 -για χρεοκοπία με τη βούλα της ελληνικής νομοθεσίας- και δεν έχει πληρώσει τους εργαζομένους της εδώ και 7 μήνες.

Η συζήτηση έγινε γύρω από ένα τραπέζι με τη συνοδεία μεζέδων, όπως ο ντάκος και τα ντολμαδάκια, κάτι που, πάντα συνηθίζουμε να κάνουμε εδώ στην Ελλάδα. Παρά την οικονομική κατάσταση και την άσχημη ψυχολογία μας δεν χάνουμε τους τρόπους μας.

Κατέληξε λοιπόν, ο δημοσιογράφος των ΝΥΤ πως, η κατάσταση είναι όσο κρίσιμη παρουσιάζεται και μέσα σε δύο χρόνια έντονα διαφορετική, αλλά αντιμετωπίζεται με «μαύρο χιούμορ».

Ταυτόχρονα στο άρθρο αναφέρεται και η τάση πολλών -κυρίως- Αθηναίων να μετακινηθούν από την πρωτεύουσα στην επαρχία, όπως ο κύριος Ιωάννης Τσοκαράς, πρώην δημόσιος υπάλληλος, νυν καλλιεργητής τσαγιού του βουνού, ο οποίος άφησε την ελληνική πρωτεύουσα για την Φθιώτιδα.

Επιπλέον παρουσιάστηκε η άποψη του Πέτρου Βαφειάδη, οικογενειάρχη που ζει με τα παιδιά και τη σύζυγό του στην Αθήνα, που παραδέχτηκε ότι, «τα πράγματα μόνο θα χειροτερεύουν» από εδώ και στο εξής.

Τέλος, ο αρθρογράφος αναρωτιέται πού θα μπορούσε να οδηγήσει αυτή η «τάση», το γεγονός δηλαδή ότι, πολλοί ξένοι επενδυτές, όπως από την Κίνα και από το Κατάρ αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη επιθυμούν να επενδύσουν στην Ελλάδα μετατρέποντάς τη σε «Φλόριντα της Ευρώπης», όπως χαρακτηριστικά είπε ο οικονομολόγος Θεόδωρος Πελαγίδης.