Σε περίπου 10.000 υπολογίζει το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες τους πρόσφυγες-θύματα βασανιστηρίων στην Ελλάδα. Όπως εκτίμησε ο συνεργάτης του ΕΣΠ, Σπύρος Οικονόμου, σύμφωνα με ελληνικές και διεθνείς έρευνες, ο μέσος όρος των θυμάτων βασανιστηρίων ανέρχεται στο 20 με 30% επί των αιτούντων άσυλο, οπότε «αν ισχύει το ποσοστό αυτό, τότε τα θύματα βασανιστηρίων στην Ελλάδα ανέρχονται σε περίπου 10.000».
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, την ίδια ώρα, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον αριθμό των θυμάτων βασανιστηρίων στην Ελλάδα. «Δεν τηρούνται ξεχωριστά στατιστικά ανά κατηγορία ευάλωτων, εκτός από τα ασυνόδευτα παιδιά. Ο κύριος λόγος είναι ότι συμπλέκονται οι αρμοδιότητες δύο υπηρεσιών, της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και της Υπηρεσίας Ασύλου και αυτό είναι πρόβλημα, όχι μόνο των ελληνικών αρχών, αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο» επισήμανε ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και συντονιστής της νομικής υπηρεσίας του ΕΣΠ, Βασίλης Παπαδόπουλος.
Ωστόσο, στην Ελλάδα ο χαρακτηρισμός ενός αιτούντα ως ευάλωτου, συμπλήρωσε ο κ. Παπαδόπουλος, «έχει μεγαλύτερη σημασία, γιατί οδηγεί στο να εξέλθει το άτομο από τη διαδικασία ταχείας εξέτασης αιτημάτων (τη διαδικασία παραδεκτού-απαράδεκτου)».
Επιπλέον, ανησυχία στα μέλη του ΕΣΠ προκαλεί και η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που χαρακτηρίζει την Τουρκία ασφαλή χώρα για τους Σύρους, η οποία «ανοίγει τον δρόμο για μαζικές και συστηματικές απορρίψεις αιτημάτων ασύλου Σύρων, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονται και θύματα βασανιστηρίων» όπως εξήγησε ο κ. Παπαδόπουλος. Σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε ο ίδιος, μέχρι τις 30 Αυγούστου 2017 είχαν γίνει 1.759 προσφυγές Σύρων κατά πρωτοβάθμιων αποφάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου και οι οποίες αναμένεται να εκδικαστούν.
Επίσης, ο κ. Παπαδόπουλος εξέφρασε την ανησυχία της οργάνωσης για την αυξημένη κράτηση «που δεν ξέρουμε αν θα συνδυαστεί με την απόφαση αυτή» την ώρα που «η μικρή αύξηση των ροών στο Αιγαίο αφορά κυρίως σε πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ». Τα παραπάνω αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια σημερινής συνέντευξης Τύπου, όπου παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα του προγράμματος «Time for needs: Listening, Healing, Protecting».
Το πρόγραμμα, που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο 2015 και ολοκληρώνεται τις επόμενες ημέρες, υλοποιήθηκε με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από οργανώσεις στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Μάλτα, την Πορτογαλία και το Βέλγιο. Στην Ελλάδα την ευθύνη υλοποίησής του είχε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, ενώ στους συμμετέχοντες ανήκει και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και τους Εξόριστους (ECRE).
Στόχος του ήταν, μέσα από μια διεπιστημονική ομάδα, που περιλαμβάνει δικηγόρους, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και ψυχιάτρους, να υπάρξει η ανταλλαγή γνώσεων σχετικά με τις νομοθετικές διατάξεις και τις καλές πρακτικές στις συγκεκριμένες χώρες σχετικά με την αναγνώριση και φιλοξενία των θυμάτων βασανιστηρίων.
Ως μία από τις καλές πρακτικές αναγνωρίστηκε και το πρόγραμμα που υλοποιούν από κοινού το Κέντρο Ημέρας Βαβέλ, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες για την ιατρική, ψυχολογική και νομική υποστήριξη των θυμάτων βασανιστηρίων.
Επίσης, το πρόγραμμα αφορούσε στην προώθηση κοινών κριτηρίων και μεθόδων για την αξιολόγηση της ευπάθειας των ατόμων και τη βελτίωση του επιπέδου των διαδικαστικών εγγυήσεων και εξατομικευμένων υπηρεσιών που παρέχονται στα άτομα αυτά. Τέλος, περιλαμβάνεται η δημιουργία εργαλείου αξιολόγησης των επαγγελματιών που ασχολούνται με τα θύματα βασανιστηρίων.
Όπως επισήμανε η ψυχολόγος του ΕΣΠ, Ιωάννα Κατσόγιαννου, η κατάλληλη υποστήριξη των θυμάτων ξεκινά με τον έγκαιρο εντοπισμό τους, αλλά η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και οι αυξημένες ροές δυσχεραίνουν τον εντοπισμό αυτό. Την προστασία των θυμάτων μέσω της δημιουργίας ενός ασφαλούς πλαισίου διαβίωσης, δυσχεραίνουν επίσης οι συνθήκες φιλοξενίας στα κέντρα φιλοξενίας. «Υπάρχουν περιπτώσεις θυμάτων που ζουν στον ίδιο χώρο με μέλη της αντίθετης ομάδας που θα μπορούσαν να είναι εν δυνάμει θύτες στη χώρα τους» συμπλήρωσε η ίδια.