Ο κίνδυνος να καταπατηθούν οι εργασιακές συμβάσεις είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός και γι’ αυτό η ΓΣΕΕ απέστειλε οδηγίες μέσω εγκυκλίου, για το πώς θα καταφέρουν οι εργαζόμενοι να προστατεύσουν το μισθό τους και να δημιουργήσουν μια πρώτη «γραμμή άμυνας», απέναντι σε φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Βασική και αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση των διαπραγματεύσεων πρέπει να είναι, σύμφωνα με την ΓΣΕΕ, η διατήρηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), ως βάση για τις μηνιαίες αποδοχές των εργαζομένων. Μάλιστα, υποστηρίζει ότι «κανένα από τα υπόλοιπα είδη των ΣΣΕ, δεν μπορεί να περιέχει όρους δυσμενέστερους από την ισχύουσα Εθνική Γενική ΣΣΕ, η οποία υπερισχύει ως προς όλες τις διατάξεις της, δηλαδή τις συνολικές κατώτατες υποχρεωτικές αποδοχές (βασικός μισθός, επίδομα τριετίας, επίδομα γάμου).
Υπό αυτό το πρίσμα, η ΓΣΕΕ προτρέπει τους εργαζόμενους «να μην συναινούν στη μονομερή από τον εργοδότη δυσμενή τροποποίηση των όρων εργασίας τους. Είναι παράνομη η άσκηση πίεσης για την υπογραφή ατομικών συμβάσεων υπό την απειλή της απόλυσης». Με τον κίνδυνο να χαθούν και άλλες θέσεις εργασίας, η ΓΣΕΕ σημειώνει στις ενώσεις προσώπων που θα σχηματιστούν και θα διαπραγματευτούν με τους εργοδότες, να συμπεριλάβουν στις
Επιχειρησιακές συμβάσεις που θα συνάψουν, ειδικό όρο «για τη διασφάλιση όλων των θέσεων εργασίας και των εργαζόμενων που απασχολούνται σε αυτές τις επιχειρήσεις κατά το χρόνο υπογραφής τους». Στις διαπραγματεύσεις αυτές, έχουν δικαίωμα παρέμβασης οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων της ίδιας επιχείρησης, του κλάδου ή του επαγγέλματος, ενώ κατά τη διάρκειά τους, υπάρχει και το δικαίωμα στην απεργία.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να γνωρίζουν ότι μπορεί να ανεστάλησαν οι κλαδικές συμβάσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής έως το 2015, αλλά στο συγκεκριμένο άρθρο 37 του νόμου 4024/2011, δεν υπάρχει ρήτρα αναδρομικότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι κλαδικές και οι ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ, που έχουν υπογραφεί μέχρι 27 Οκτωβρίου, ημέρα που τέθηκε σε ισχύ ο νέος νόμος, συνεχίζουν να είναι ενεργές κανονικά «για όλο το χρονικό διάστημα ισχύος τους».
Για παράδειγμα, μια κλαδική ΣΣΕ με χρονική ισχύ έως το 2012, που κηρύχθηκε υποχρεωτική με υπουργική απόφαση πριν από την 27η Οκτωβρίου, ισχύει κανονικά μέχρι τη λήξη της, ή για έξι μήνες μετά από ενδεχόμενη καταγγελία της. Άρα, για το διάστημα αυτό, δεν μπορεί να υπογραφεί καμία επιχειρησιακή ΣΣΕ με δυσμενέστερους όρους και θα είναι παράνομο αν κάποιος εργοδότης επιβάλλει σε ατομικό επίπεδο, μονομερή μείωση αποδοχών.