Την ικανοποίησή του εκφράζει ο πατήρ Θωμάς Συνοδινός, προϊστάμενος του Μητροπολιτικού και Καθεδρικού Ναού των Αθηνών, για την επαναλειτουργία του σήμερα το απόγευμα στις 19.00, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Έπειτα από μια εκτενή αναφορά στις επισκευές που πραγματοποιήθηκαν βάσει μελετών «με όλη τη βοήθεια της Τέχνης και της Επιστήμης και απεκατεστάθη ο ναός πλήρως και όσον αφορά τη στατική του κατάσταση αλλά και όσον αφορά τον αισθητικό του διάκοσμο», εκτιμά ότι είναι «ομορφότερος από ό,τι ήταν».
Παράλληλα, γνωστοποιεί την ιστορία του ναού, που οικοδομήθηκε από το υστέρημα ανθρώπων, σε «χρόνια ένδειας για την Ελλάδα, καθότι το 1842 η χώρα μας ήταν καθημαγμένη από τον αγώνα και πτωχή», προκειμένου «ο ναός της τότε πρωτεύουσας να είναι αντάξιος και της φήμης της αρχαίας της πόλεως, αλλά και της ευλαβείας των Αθηναίων». Σε αυτό το πλαίσιο, επισημαίνει ότι «σε συνεργασία του μητροπολίτου Αθηνών, του βασιλέως Όθωνος και του δημάρχου των Αθηναίων, ξεκίνησε ο ναός, εδαπανήθησαν αρκετά χρήματα… και το 1862 εγκαινιάστηκε και παραδόθηκε στη λατρεία, ενώ οι τοιχογραφίες κ.ά. ολοκληρώθηκαν το 1893-95».
Επιπρόσθετα, σημειώνει ότι «σε αυτό το ναό έχουν λάβει χώρα τα σημαντικότερα γεγονότα όλων των προσωπικοτήτων του έθνους», δηλώνει συγκινημένος και χαρούμενος για την επαναλειτουργία του και «Γιατί μπορεί να είναι μικρός, αλλά όλα του τα στοιχεία είναι καλλιτεχνικά άψογα».
Εμφατικά, μάλιστα, τονίζει: «Εμείς δεν διαθέτουμε τους Καθεδρικούς, τα Ντουόμο κ.λπ. που έχουν άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά αυτός ο ναός εκφράζει την Αθήνα της εποχής που κτίστηκε και διαθέτει και σεμνότητα. Η σεμνότητα αυτή στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ένα από τα στοιχεία της».
Αναλυτικά η δήλωση του πατρός Θωμά Συνοδινού, λίγες ώρες πριν επαναλειτουργήσει ο Καθεδρικός Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών
«Ύστερα από σιγή επτά ετών επαναλειτουργεί ο Μητροπολιτικός και Καθεδρικός Ναός της Αθήνας, έπειτα από εκτεταμένες επισκευές και ανακαινίσεις, οι οποίες έγιναν λόγω των επισυμβάντων σεισμών του 1981 και του 1999. Έκτοτε πραγματοποιήθηκαν πλήρεις μελέτες με όλη τη βοήθεια της τέχνης και της επιστήμης και απεκατεστάθη ο ναός πλήρως και όσο αφορά τη στατική του κατάσταση αλλά και όσο αφορά τον αισθητικό του διάκοσμο. Επιπλέον, αποκαταστάθηκε πλήρως και ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός και ο μηχανολογικός. Προστέθηκε κλιματισμός και αφενός μεν με τη συντήρηση που έγινε επανήλθε στο πρότερο κάλλος του, αφετέρου δε έγινε στατικώς επαρκέστερος από ό,τι ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Και τούτο διότι ενισχύθηκαν τα θεμέλιά του, όλος ο φέρων οργανισμός, η τοιχοποιία του, η θολοδομία, έγιναν περιδέσεις του τρούλου και άλλων στοιχείων με ατσάλινα ελάσματα, αφανή, για να μη χαλούν την ομορφιά του ναού, ενώ παράλληλα τοποθετήθηκαν ειδικοί ελκυστήρες, επίσης ατσάλινοι, προκειμένου ο ναός να γίνει στατικά επαρκέστερος. Επιπρόσθετα, έγινε αλλαγή των καλωδιώσεων, οι οποίες χρονολογούνταν από το 1952 προς αποφυγήν κινδύνου από πυρκαγιά και τοποθετήθηκε κλιματισμός ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα οι πιστοί να παρακολουθούν τα της λατρείας, καθώς και οι κλιματολογικές συνθήκες έχουν αλλάξει.
Είμαστε, πλέον, στην ευχάριστη θέση να πούμε ότι ο ναός έγινε ομορφότερος από ό,τι ήταν, με όσα είχαν προστεθεί. Αξίζει να σημειώσω ότι κατ’ απαίτηση του υπουργείου Πολιτισμού, όλα αυτά αφαιρέθηκαν και επανήλθαμε στην προτέρα κατάσταση. Ωστόσο, έχουν γίνει και άλλες, πρόσθετες εργασίες ανακαινίσεως, όπως η επισκευή των δαπέδων, όλου του εξωτερικού χώρου, δημιουργήθηκαν χώροι υγιεινής, αλλά και όλος ο τοιχογραφικός διάκοσμος εσωτερικά του ναού συντηρήθηκε εκατοστό προς εκατοστό. Και βέβαια είναι ορατό ότι μιλούμε για χιλιάδες μέτρα και όχι για κάποια μέτρα. Όλο το τέμπλο, εξαιρετικό έργο τέχνης, του Γεωργίου Φυτάλη, σπουδαίου ζωγράφου, ο άμβωνας, οι κιονοστοιχίες, όλα από μασίφ πεντελικό μάρμαρο, ακόμη και οι τεράστιοι κίονες είναι μονόλιθοι, δηλ. από μόνον ένα κομμάτι μαρμάρου και αυτά τα υπέροχα κιονόκρανα, τα οποία είχε σχεδιάσει ο μεγάλος αρχιτέκτονας Μπουλανζέ και εκτελέστηκαν από τον Φυιτάλη, όλα αυτά συντηρήθηκαν και έχουμε την πρότερη εικόνα του ναού.
Το ίδιο συνέβη και με τις εικόνες και με ό,τι πολύτιμο είχε ο ναός και το οποίο επιδιώκουμε τώρα να αναδείξουμε. Γιατί, παρόλο που τα χρόνια που οικοδομήθηκε ήταν χρόνια ένδειας για την Ελλάδα, καθότι το 1842 η χώρα μας ήταν καθημαγμένη από τον αγώνα και πτωχή, εντούτοις οι άνθρωποι έβαλαν από το υστέρημά τους προκειμένου ο ναός της τότε πρωτεύουσας να είναι αντάξιος και της φήμης της αρχαίας της πόλεως, αλλά και της ευλαβείας των Αθηναίων. Έτσι, τότε, σε συνεργασία του μητροπολίτου Αθηνών, του βασιλέως Όθωνος και του δημάρχου των Αθηναίων, ξεκίνησε ο ναός, εδαπανήθησαν αρκετά χρήματα -700.000 χρυσές δραχμές, τεράστιο ποσό- και το 1862 εγκαινιάστηκε και παραδόθηκε στη λατρεία, ενώ οι τοιχογραφίες κ.ά. ολοκληρώθηκαν το 1893-95.
Ο ναός είναι ιστορικός, όχι μόνο γιατί είναι ο Καθεδρικός της Αθήνας, δηλ. ο ναός της καθέδρας του Αρχιεπισκόπου, αλλά και διότι μέσα σε αυτόν έχουν συμβεί πολύ ιστορικά, σημαντικά γεγονότα, όπως δοξολογίες, για μεγάλες ιστορικές στιγμές του έθνους, όπως μετά την απελευθέρωση από την Κατοχή ή παλαιότερα από τους νικηφόρους πολέμους του ’12 και του ’15. Επίσης, για μεγάλες στιγμές επιφανών προσώπων, όπως οι βασιλείς της Ελλάδος, των οποίων όλες οι στέψεις, οι γάμοι, οι κηδείες έγιναν στο ναό, πρωθυπουργοί, μεγάλες προσωπικότητες. Στο αρχείο μας υπάρχουν πάρα πολλές φωτογραφίες από αυτά τα γεγονότα, που ίσως κάποια στιγμή τα εκδώσουμε ούτως ώστε ο κόσμος να έχει τη δυνατότητα να τα δει.
Αν μια εκκλησία είναι συνδεδεμένη με τη ζωή των πιστών, γιατί μέσα εκεί λαμβάνουν χώρα τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής μας, βαπτιζόμαστε, παντρευόμαστε, κηδευόμαστε, ε, σε αυτό το ναό έχουν λάβει χώρα τα σημαντικότερα γεγονότα όλων των προσωπικοτήτων του έθνους.
Ήταν πολύ λυπηρό για εμάς που ήταν κλειστός ο ναός τα επτά χρόνια ή πολύ περισσότερο με τα ικριώματα που υπήρχαν. Όταν περνούσαν οι επισκέπτες της πόλεως των Αθηνών και έβλεπαν αυτό το χάλι, μας ρωτούσαν αν ήταν αυτός ο ναός ο Καθεδρικός της Αθήνας και το έλεγαν με μια απαξία, ενώ αυτές τις ημέρες που αφαιρέθηκαν τα ικριώματα και βλέπουν την ομορφιά αναφωνούν “ω, τι όμορφη εκκλησία”. Η συγκίνηση και η χαρά μας είναι μεγάλες, όταν βλέπουμε ότι έχει αλλάξει η διάθεση όχι μόνο των συμπατριωτών μας, που επισκέπτονται το ναό και αδημονούν να ανοίξει, αλλά και των ξένων επισκεπτών που πλέον τον θαυμάζουν. Γιατί μπορεί να είναι μικρός, αλλά όλα του τα στοιχεία είναι καλλιτεχνικά άψογα. Εμείς δεν διαθέτουμε τους Καθεδρικούς, τα Ντουόμο κ.λπ. που έχουν άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά αυτός ο ναός εκφράζει την Αθήνα της εποχής που κτίστηκε και διαθέτει και σεμνότητα. Η σεμνότητα αυτή στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ένα από τα στοιχεία της. Δεν θέλουμε κάτι το τόσο μεγαλοπρεπές, αλλά κάτι το πολύ κατανυκτικό, ούτως ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να προσεύχονται και εκτιμώ ότι αυτό ο Μητροπολιτικός Ναός της Αθήνας το προσφέρει. Για αυτό, τώρα, ύστερα από την επαναλειτουργία του, θα τους περιμένουμε όλους να έρθουν και τα Μυστήριά τους να τελούν, να συμμετέχουμε στις χαρές του ποιμνίου μας και ο Αρχιεπίσκοπός μας να έρχεται εδώ, στην καθέδρα του, και να λειτουργεί. Να μην είμαστε αναγκασμένοι να πηγαίνουμε σε άλλους ναούς, να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι και να νιώθουμε τη ζεστασιά της εκκλησιάς μας».