Η Ρόμπιν Κορακτσί χαμογελάει ευτυχισμένη μπροστά σε μια τούρτα και στα μάγουλά της σχηματίζονται λακκάκια. Ένα κοριτσάκι από τη Συρία, μόλις 9 χρονών και τα παιδικά της μάτια έχουν δει βομβαρδισμούς, ανθρώπους να γίνονται κομμάτια, παιδιά να πεθαίνουν. Μιλάει και είναι σαν να μιλάει για λογαριασμό όλων των παιδιών που πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Θέλει να πάει στη Γερμανία, να ζήσει μια ωραία ζωή, να έχει παιχνίδια, να έχει δικό της δωμάτιο, να πηγαίνει σχολείο.
Ο πατέρας της αγόρασε σωσίβια για το ταξίδι που τρεις φορές επιχείρησαν, αλλά δεν μπόρεσαν να κάνουν. Για να μη φοβάται τής είπαν πως ο μικρός Αϊλάν δεν πνίγηκε αλλά πως θύμωσε η μάνα του και τον πέταξε στη θάλασσα. Αν είχε ένα μαγικό ραβδί θα ήθελε να μεταμορφωθεί σε πεταλούδα, να γυρίσει όλο τον κόσμο.
Η Ρόμπιν έφτασε πριν από δύο χρόνια στη Σμύρνη. Έφυγε με τους γονείς της από την κουρδική περιοχή της Συρίας. Στη Σμύρνη αντιμετώπισε την απόρριψη από μικρούς και μεγάλους, συνάντησε όμως και ωραίους ανθρώπους και στο πρόσωπο μιας Ρωμιάς, της Θεοδώρας Χατζούδη, βγήκε τον φύλακα άγγελό της.
Η κ. Χατζούδη μίλησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για τη Ρόμπιν που έγινε η αιτία να αποκτήσουν τσάντες, ποδιές και σχολικά είδη όλα τα παιδιά του σχολείου της, για το ταξίδι στη Γερμανία που απεγνωσμένα προσπαθεί να κάνει η οικογένειά της και για τη συνομιλία που είχε μαζί της λίγο προτού το φευγιό.
«Πέρσι το καλοκαίρι, πηγαίνοντας μια μέρα στη δουλειά, την είδα στο δρόμο να παίζει με παιχνίδια που είχε βρει στα σκουπίδια. Είναι ένα πανέξυπνο και κοινωνικό παιδί, μιλάει αραβικά, κουρδικά και τουρκικά που τα έμαθε στο δρόμο. Γίναμε φίλες. Ήρθαν πριν από δύο χρόνια στη Σμύρνη με τους γονείς της, τον 10χρονο αδελφό της και τη γιαγιά τους. Μένουν όλοι σε ένα δωμάτιο σε μια φτωχογειτονιά πίσω από το Μπασμανέ. Ο πατέρας της μάζευε χαρτιά από τα σκουπίδια, για να μπορέσουν να ζήσουν. Τον χτύπησε όμως αυτοκίνητο και έσπασαν και τα δυο του πόδια. Μόλις τώρα μπόρεσε να περπατήσει. Η Ρόμπιν μού είχε πει ότι θέλει να πάει σχολείο. Την έγραψα στο σχολείο, στη Γ’ τάξη και της πήραμε μια ροζ τσάντα και ένα ζευγάρι παπούτσια. Όμως εκείνη η ροζ τσάντα έγινε η αιτία να αποκτήσουν τσάντες και ποδιές και άλλα παιδιά. Έφεραν τσάντες και ποδιές οι φίλες μου. Το σχολείο της φτωχογειτονιάς της έχει 600 παιδιά και σχεδόν όλα τα παιδιά πήραν κάτι. Πριν από λίγες μέρες η Ρόμπιν ήρθε και μού είπε ότι θα φύγουν με φουσκωτό για τη Γερμανία. Προσπάθησαν να φύγουν τρεις φορές αλλά δεν τα κατάφεραν. Ο θείος της πούλησε όλα τα υπάρχοντά του στη Συρία και με αυτά τα λεφτά θέλουν να φύγουν, αλλά δεν τα καταφέρνουν».
Λίγο πριν από την απόπειρα της οικογένειας της Ρόμπιν να φύγει από τη Σμύρνη, η Θεοδώρα Χατζούδη θέλησε να της κάνει ως δώρο μια ωραία ανάμνηση, γιατί μόνο αναμνήσεις μπορούσε να πάρει μαζί της. Της πήρε την τούρτα που τόσο πολύ ήθελε, έβγαλε φωτογραφίες, κατέγραψε τη συνομιλία τους και την προετοίμασε για το μεγάλο και τρομακτικό ταξίδι.
«Πώς μπορεί κανείς να μιλήσει σε ένα 9χρονο παιδί για ένα ταξίδι ζωής και θανάτου; Άρχισα από τη θάλασσα, της είχα υποσχεθεί ότι όταν κλείσουν τα σχολεία θα πάμε στη θάλασσα. Στη θάλασσα που θα πηγαίναμε μαζί τώρα θα πήγαινε χωρίς εμένα. “Μη φοβάσαι” της είπα “ό,τι και να γίνει μη φοβάσαι, θα φοράς το σωσίβιό σου, μη φοβηθείς το σκοτάδι, να σκέφτεσαι ότι λίγες ώρες μετά την αναχώρηση θα βγει ο ήλιος. Αν πέσεις στη θάλασσα να κρατάς το κεφάλι όλο ψηλά και το πιο σημαντικό, μη φοβάσαι, ποτέ μη φοβηθείς”. Κοιτάξαμε τις φωτογραφίες, τις φωτογραφίες των προσφύγων που περνούσαν στην απέναντι μεριά με τα φουσκωτά. Θέλησα να την προετοιμάσω γι’ αυτά που θα ζήσει, η άγνοια θα ήταν το χειρότερο. Ύστερα ανάψαμε το καντήλι μπροστά στην Παναγία τη Γαλατούσα και προσευχηθήκαμε μαζί. Άνοιξε τα μικρούλικα χέρια της και μουρμούριζε προσευχές. Της έδωσα μια κάρτα μου, της είπα, όταν φτάσουν να επικοινωνήσει μαζί μου οπωσδήποτε. Της καρφίτσωσα μια Παναγία στο φανελάκι. Αυτό ήταν το μυστικό μας, η Παναγία θα την προστάτευε, όπως ακριβώς προστατεύει και τη δική μου κόρη. Όμως δεν κατάφεραν τα φύγουν. Πήγαν στον Τσεσμέ για να περάσουν στη Χίο αλλά δεν τα κατάφεραν. Είναι όμως αποφασισμένοι να φύγουν και θα το επιχειρήσουν ξανά» λέει η Θεοδώρα Χατσούδη.
Μιλώντας με τη Ρόμπιν
Η Θεοδώρα Χατζούδη παραχώρησε το περιεχόμενο της συγκλονιστικής συνομιλίας που είχε με τη Ρόμπιν που κατέγραψε πριν από την απόπειρα της φυγής για τη Γερμανία.
– Ρόμπιν τι αισθάνεσαι τώρα που θα φύγεις;
– Θέλω να ζήσω μια πολύ ωραία ζωή.
– Εδώ δεν είσαι ευτυχισμένη;
– Είμαι αλλά εκεί θα είμαι πιο ευτυχισμένη, γιατί εκεί μού αρέσει πιο πολύ. Η ξαδέλφη μου πήγε εκεί και είπε ότι είναι πολύ όμορφα. Και τότε ο μπαμπάς μού είπε να πάμε κι εμείς στη Γερμανία και πήγε και αγόρασε γιλέκα θαλάσσης (σωσίβια) και θα φύγουμε κι εμείς.
– Πώς θα φύγετε;
– Θα φύγουμε με φουσκωτό, δεν ξέρω από πού, ο θείος μου ξέρει.
– Από το Τσεσμέ μήπως;
– Ναι από το Τσεσμέ. Εκεί που θα πάμε υπάρχουν τα πάντα. Μπορεί να πάρει κανείς όσα παιχνίδια θέλει. Εκεί θα τρώμε πρωινό και βραδινό, θα τρώμε τρεις φορές την ημέρα.
– Εδώ δεν τρώτε;
– Τρώμε αλλά δεν τρώμε τούρτα.
– Θέλεις να φας τούρτα;
– Ναι, μου αρέσει πολύ, στα γενέθλιά μου ήθελα να πάρω μια τούρτα που να έχει πάνω τον Αη Βασίλη αλλά δεν μπόρεσα, ήταν πολύ ακριβή. Είχε πάνω τον Αη Βασίλη και μοίραζε δώρα στα παιδιά. Όμως παλιά, στη Συρία, είχαμε κι εμείς Αη Βασίλη. Ερχόταν σε μας και βγαίναμε όλοι έξω και μας μοίραζε δώρα. Εμένα μου έδωσε ένα δώρο, άνοιξα το κουτί και είχε μέσα μια κούκλα που μιλούσε και τραγουδούσε.
– Θα έχεις και πάλι κούκλες στη Γερμανία.
– Θα έχω και πάλι κούκλες, θα έχω δικό μου δωμάτιο, οι γονείς μου θα έχουν δικό τους δωμάτιο ο αδελφός μου θα έχει το δικό του δωμάτιο.
– Τι νοσταλγείς πιο πολύ στη Συρία;
– Αγαπούσα πολύ τη Συρία, πηγαίναμε στο παζάρι και εκεί ήταν ένας άνθρωπος και μας έδινε δωράκια.
– Θυμάσαι πως ήρθατε εδώ;
– Θυμάμαι όταν ερχόμασταν έσκαγαν βόμβες. Φοβόμασταν, εγώ όλο έκλαιγα. Είπα στη μαμά μου να μπω μέσα στη τσάντα της. Πέθαινα από το φόβο. Μετά ένας αστυνομικός που περίμενε ζήτησε ταυτότητες. Η μαμά μου και ο μπαμπάς μου τις έδειξαν, εγώ κρύφτηκα μέσα στο χαλί και δεν με είδε. Η γιαγιά μου ήταν εκεί και με έκρυβε. Φοβόμουν πολύ.
– Πώς ήρθατε στην Τουρκία, με τα πόδια;
– Όχι, με λεωφορείο. Όταν ερχόμασταν έσκασε μια βόμβα και μια γυναίκα φώναζε, φοβόταν πολύ.
Είμαστε στη Σμύρνη δυο χρόνια. Μείναμε πολύ καιρό εδώ. Βαρέθηκα πια εδώ, θα φύγω στη Γερμανία, θέλω να δω τα πάντα.
– Εδώ που είσαι τι αγαπάς πιο πολύ;
– Αγαπώ πιο πολύ τη Σμύρνη και τη Γερμανία. Δεν θέλω να πάω στη Συρία.
– Αν τελειώσει ο πόλεμος θα ήθελες να πας;
– Όχι, γιατί μού αρέσει πολύ εδώ που είμαι. Ήμουν 7 χρονών και έλεγα “δεν θέλω να φύγω, εδώ είναι η πατρίδα μου η Συρία”. Μετά η μαμά μου μού είπε να φύγουμε κι ότι θα πάρω παιχνίδια και στο δρόμο πήρα ένα σωρό παιχνίδια. Πέρασε ένα αυτοκίνητο που αντινάχτηκε στο δρόμο και όλοι οι άνθρωποι πέθαναν. Η μαμά μου έκλαιγε και είπε “για πόσο ακόμη θα πεθαίνουν οι άνθρωποι, Σκοτώνουν ακόμη και τα παιδιά”.
– Στη Σμύρνη συνάντησες ωραίους ανθρώπους;
– Ναι, μια φορά που δεν είχα παιχνίδια σας είδα και μου φέρατε ένα σωρό παιχνίδια. Είπα ότι θέλω να πάω σχολείο και με στείλατε στο σχολείο. Θα πάω και εκεί σχολείο, θα μας παίρνει αυτοκίνητο και θα μας πηγαίνει.
– Αν είχες ένα μαγικό ραβδί τι θα ήθελες να κάνεις;
– Θα ήθελα να γίνω πεταλούδα γιατί θα μπορούσα να γυρίσω όλον τον κόσμο.
(Φωτογραφία αρχείου)