«Κυρία, μήπως ξέρετε πότε θα ανοίξουν τα σύνορα; Κουράστηκα να περιμένω». Προτού καλά καλά συμπληρώσει έξι χρόνια ζωής, ο Άσραφ αναγκάστηκε να βάλει στο καθημερινό του λεξιλόγιο όρους, όπως «σύνορα» και «προσφυγιά». Πάνω από έναν μήνα στον δρόμο μαζί με την οικογένειά του, ο μικρός Σύρος περιμένει εδώ και δέκα μέρες στην Ειδομένη να ανοίξει και γι’ αυτούς η βαριά μεταλλική πόρτα στην ουδέτερη ζώνη Ελλάδας-ΠΓΔΜ προκειμένου να συνεχίσουν από εκεί το ταξίδι τους για το eυρωπαϊκό όνειρο, που τείνει να μετατραπεί σε εφιάλτη.
Λίγο πιο πέρα, η Φάτιμα, από την πόλη Χομς της Συρίας, κάθεται απελπισμένη πάνω στις σιδηροδρομικές γραμμές, έχοντας πλάι τις δυο κόρες της, ενώ σε μια σκηνή στον δεύτερο καταυλισμό της Ειδομένης κοιμούνται τα άλλα δύο παιδιά της. Δείχνει την ταυτότητά της και γεμάτη αγωνία ρωτά: «Θα μας αφήσουν να περάσουμε; Είμαι η μόνη που έχω ταυτότητα μαζί μου καθώς άρπαξα την τσάντα μου πάνω στον πανικό. Φύγαμε άρον άρον από το σπίτι μας, όταν άρχισαν να μας βομβαρδίζουν. Οι υπόλοιποι έφυγαν μόνο με ό,τι φορούσαν εκείνη τη στιγμή».
Η Φάτιμα δεν είναι η μόνη που αγωνιά για την τύχη των υπόλοιπων μελών της οικογένειάς της, που έφτασαν ως την Ειδομένη χωρίς διαβατήριο ή ταυτότητα -απαραίτητο εφόδιο εδώ και αρκετές μέρες προκειμένου να συνεχίσουν το ταξίδι τους- παρά μόνο με το χαρτί πιστοποίησης που πήραν από τις ελληνικές αρχές κατά την άφιξή τους στη Λέσβο.
Αφού χρειάζεται διαβατήριο ή ταυτότητα γιατί μας άφησαν να φτάσουμε ως εδώ;» αναρωτιέται ο Σαΐντ, από το Ιράκ, ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε ξαπλώσει πάνω στις σιδηροδρομικές γραμμές, κατά τη χθεσινή διαμαρτυρία των προσφύγων και δήλωνε αποφασισμένος να παραμείνει εκεί ακόμη και δέκα μέρες αν χρειαστεί, καθώς δεν έχει, όπως έλεγε, άλλο «όπλο» διαμαρτυρίας. Η γραμμή τελικά άνοιξε, λίγες ώρες αργότερα, αφού όλοι κατάλαβαν πως αυτή η μορφή διαμαρτυρίας δεν επρόκειτο να τους στείλει πιο γρήγορα στην απέναντι πλευρά των συνόρων.
Σχεδόν 7.000 πρόσφυγες έχουν καταφτάσει με κάθε μέσο στην Ειδομένη- άλλοι με τα λεωφορεία, άλλοι με ταξί από τη Θεσσαλονίκη ή κάποιο ενδιάμεσο σημείο καθ’ οδόν, άλλοι με τα πόδια από το βενζινάδικο που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 15 χλμ από τον καταυλισμό. Περπατούν φορτωμένοι με τα λιγοστά υπάρχοντά τους, χωρίς να τους απασχολούν οι καιρικές συνθήκες ή τα αυτοκίνητα που περνούν με μεγάλη ταχύτητα από πλάι τους, κατευθυνόμενα προς το τελωνείο των Ευζώνων. Μόνο τα μικρά παιδιά, αποκαμωμένα από το μακρύ ταξίδι απλώνουν δειλά το χεράκι τους, κάνοντας ωτοστόπ.
Την ίδια ώρα, στους δρόμους της Ειδομένης, του μικρού χωριού των μόλις 100 κατοίκων που έμελλε να βρεθεί στο επίκεντρο της επικαιρότητας εν μέσω της προσφυγικής «καταιγίδας», πλάι στους πρόσφυγες που επισκέπτονται τακτικά το μπακάλικο για να προμηθευτούν είδη πρώτης περπατούν και οι δεκάδες δημοσιογράφοι από εγχώρια και διεθνή μέσα ενημέρωσης που έχουν συρρεύσει τις τελευταίες ημέρες στην περιοχή, εδώ που, όπως όλα δείχνουν, γράφεται ένα κομμάτι της (προσφυγικής) ιστορίας.
Το πρώτο φως του ήλιου βρήκε και σήμερα την Ειδομένη «κλειδωμένη», όπως εύστοχα έγραψε στον «τοίχο» του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ένας από τους εθελοντές που βρίσκονται από την πρώτη στιγμή στο πλευρό των προσφύγων. Από τις 4 τα ξημερώματα, το σημείο διέλευσης στην ουδέτερη ζώνη παραμένει ερμητικά κλειστό, ενώ από τις 9 χθες το βράδυ ως τις 4 τα ξημερώματα, πέρασαν στην ΠΓΔΜ μόλις 300 άτομα από το Ιράκ και τη Συρία. Ενώ ο βαθύς αναστεναγμός των προσφύγων που παραμένουν εγκλωβισμένοι στον καταυλισμό πασχίζει να φτάσει ως τα αυτιά των Ευρωπαίων ηγετών.