Για κάποιον που ξεφεύγει από τα καθιερωμένα, λέμε πως «σήκωσε το δικό του μπαϊράκι».
Η φράση εικάζεται ότι προέρχεται από τους αρματολούς του 1821 και την τουρκική λέξη που σημαίνει «σημαία».
Συχνά, ανάμεσα στους αρματολούς, συνέβαιναν πολλά επεισόδια, παρεξηγήσεις και παραστρατήματα, που κατέληγαν, τις περισσότερες φορές, σ’ ένα θανάσιμο μίσος μεταξύ τους, όπως μας λέει ο Τάκης Νατσούλης.
Οι διαφορές τους αυτές προέρχονταν κυρίως από το ποιος θα αναλάμβανε το «καπετανιλίκι». Δηλαδή, ποιος θα γινόταν αρχηγός στις διάφορες αντάρτικες ομάδες των βουνών, όταν χήρευε καμιά θέση.
Φυσικά, οι παλιοί αρματολοί, που είχαν ψηθεί στη φωτιά του μπαρουτιού, αδιαφορούσαν για κάτι τέτοια κι έμεναν μακριά από τους καβγάδες. Αλλά οι νεότεροι, που ήθελαν να δείξουν τις ικανότητές τους, επιζητούσαν με κάθε τρόπο να γίνουν αρχηγοί.
Έριχναν, λοιπόν, κλήρο μεταξύ τους, και εκείνος που θα κέρδιζε, γινόταν αρχηγός της μιας ή της άλλης ομάδας. Αυτοί που έχαναν, όμως, δεν έμεναν διόλου ευχαριστημένοι. Έτσι άρχιζαν να βάζουν διαβολές σε βάρος του καινούριου «καπετάνιου» και πολλές φορές κατόρθωναν, με τον τρόπο αυτό, να πάρουν με το μέρος τους ορισμένα παλικάρια και να σηκώσουν δικό τους «μπαϊράκι».
«Μπαϊράκι» στα Τούρκικα σημαίνει σημαία. Δηλαδή, οι αποστάτες έκαναν δική τους ομάδα και ύψωναν σημαία δική τους. Από τότε έμεινε η φράση «σήκωσε δικό του μπαϊράκι».