Νέες καθυστερήσεις παρατηρούνται στις μετατάξεις εργαζομένων από τον ΟΑΣΑ και τον ΟΣΕ, λόγω ανασχηματισμού. Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι μετατάξεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί αλλά είχαν δρομολογηθεί επιστρέφουν στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας, καθώς οι υπογραφές που είχαν συγκεντρωθεί, από συναρμόδια υπουργεία, δεν ισχύουν λόγω των αλλαγών στην ηγεσία πολλών εμπλεκόμενων υπουργείων.
Όπως δημοσιεύει η «Καθημερινή», η διαδικασία, που διήρκεσε τουλάχιστον έξι μήνες για τις μετατάξεις του ΟΣΕ, σημειώνει νέες καθυστερήσεις. Από τους 1.440 εργαζομένους των εταιρειών του ΟΑΣΑ τελικώς θα μεταταγούν οι 950, καθώς οι υπόλοιποι 490 συνταξιοδοτήθηκαν στο μεσοδιάστημα.
Ωστόσο, στο διάστημα μέχρι τον ανασχηματισμό είχαν ολοκληρωθεί μόλις 262 μετατάξεις που είχαν δημοσιευθεί σε ΦΕΚ. Οι υπόλοιπες 688 στην πλειονότητά τους είχαν δρομολογηθεί χωρίς όμως να έχουν ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα να επιστρέφουν στο πρώτο, από τα 15 συνολικά βήματα της διαδικασίας.
Αποθαρρυντική είναι και η εικόνα στον ΟΣΕ, καθώς ύστερα από έξι μήνες και πλέον, έχουν ολοκληρωθεί οι 1.560 από τις 1.654 μετατάξεις από τις εταιρείες, ενώ από τις 124 που είχαν προγραμματιστεί να γίνουν από τη ΓΑΙΑΟΣΕ έχουν πραγματοποιηθεί μόλις 13. Οι υπόλοιπες 94 του ΟΣΕ και οι 111 της ΓΑΙΟΣΕ επιστρέφουν και αυτές στο αρχικό στάδιο.
Κύκλοι του υπουργείου Υποδομών επισημαίνουν ότι έχοντας ήδη την τεχνογνωσία της έως τώρα διαδικασίας, οι διαδικασίες θα επιταχυνθούν από ομάδα εργασίας που δημιουργήθηκε για την ολοκλήρωση των εκκρεμών μετατάξεων από τις εταιρείες του ΟΑΣΑ, του ΟΣΕ και της ΓΑΙΑΟΣΕ.
Στόχος είναι έως το τέλος Αυγούστου να έχουν ολοκληρωθεί στο σύνολό τους οι 893 αιτήσεις μετάταξης που έχουν απομείνει. Ωστόσο, εκτιμήσεις των εμπλεκομένων θέλουν το χρονοδιάγραμμα να αλλάζει και πάλι.
Στο μεταξύ κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι αν και η διαδικασία των μετατάξεων αποτελεί μια πρωτοποριακή ιδέα για τα δεδομένα του ελληνικού Δημοσίου, η γραφειοκρατία φαίνεται ότι στάθηκε εμπόδιο στην ταχεία υλοποίησή της.
Αποτέλεσμα είναι οι φορείς που προγραμμάτισαν αποχωρήσεις εργαζομένων, να επιβαρύνονται με το κόστος μισθοδοσίας τους, αδυνατώντας να επιτύχουν τους στόχους για ραγδαία μείωση των ελλειμμάτων.