Την πρόθεση της 4ης ΥΠΕ να προσπαθήσει να ενισχύσει εντός των επόμενων ημερών με προσωπικό του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ), νοσηλευτικό και μαίες, το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης εξέφρασε ο διοικητής της Στρατής Πλωμαρίτης στη διάρκεια συνάντησης του με εκπροσώπους εργαζομένων σωματείων του Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και του Νοσοκομείου Διδυμοτείχου.
«Ζητήσαμε τη συνάντηση με τον διοικητή προκειμένου να θέσουμε υπόψιν του τεχνικά και εργασιακά ζητήματα που απασχολούν τα δύο νοσοκομεία και να μας δώσει ένα χρονοδιάγραμμα, αν αυτά μπορούν να διευθετηθούν», εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος εργαζομένων του ΠΓΝΑ Χριστόδουλος Μεντίζης. «Το θέμα της έλλειψης του προσωπικού είναι διαχρονικό στα νοσοκομεία, αλλά έχουμε φτάσει σε ισχνό σημείο. Καταθέσαμε στοιχεία στη ΔΥΠΕ από το 2011-’12-’13-’14, βάσει των οποίων έχουν φύγει από το νοσοκομείο, μόνο από συνταξιοδότηση, 156 εργαζόμενοι. Εάν αυτό το αναγάγεις σε λειτουργία νοσηλευτικών τμημάτων, με μέσο όρο 12-13 νοσηλευτές το κάθε τμήμα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτή τη στιγμή θα έπρεπε να κλείσουν δέκα κλινικές. Απώλειες καταγράφονται από όλες τις ειδικότητες, και από τη διοικητική υπηρεσία, καθώς εξακολουθεί το νοσοκομείο μας να μην έχει ούτε γραφείο κίνησης στα επείγοντα, το απόγευμα και τη νύχτα», πρόσθεσε.
«Το νοσοκομείο», συνέχισε, «κόβει βάρδιες, αδυνατεί να δώσει άδειες, τα οφειλόμενα ρεπό αγγίζουν τις 7.500 ευρώ, τα υπόλοιπα αδειών του 2014 τις 2.000. Αυτό δεν είναι λειτουργία, αλλά εξουθένωση. Ένα κουρασμένο προσωπικό, το οποίο δεν μπορείς και να πληρώσεις, δεν μπορεί να αποδώσει. Επιβάλλεται πλέον να συγχωνευτούν κλινικές στο νοσοκομείο για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε και να αντεπεξέλθουμε στις ανάγκες του κόσμου. Πρέπει να υπάρξει κινητικότητα από τα περιφερειακά ιατρεία, να προχωρήσουν οι μετατάξεις που είναι σε εκκρεμότητα, οι τρίμηνες αποσπάσεις που δικαιούνται οι εργαζόμενοι και επίσης καθυστερούν, κυρίως όμως πρέπει να γίνει συνολικά από τις ΥΠΕ προσπάθεια, με κατεύθυνση προς το υπουργείο, για τροποποίηση του προϋπολογισμού των νοσοκομείων, που έχει μειωθεί κατά 300 εκατομμύρια».