Άντε πάλι με τις ίδιες κλασικές συζητήσεις περί των παρελάσεων που μας ταλανίζουν από τον καιρό της νεότητας μας και πρόφτασαν τη νεότητα των παιδιών μας, χωρίς να έχει αλλάξει το παραμικρό σ’ αυτές. Ιδού ξανά το παλαιότατο δίλημμα, αν οι παρελάσεις ήταν έμπνευση ολοκληρωτικών καθεστώτων κι αν μια Δημοκρατία τις χρειάζεται για να υποστηρίξει τα πατριωτικά αισθήματα των πολιτών της. Το νεότερο, αν μπορούν να κρατούν τη σημαία των σχολικών τμημάτων που παρελαύνουν, αλλοεθνείς μαθητές. Επίσης το νεότατο, αν είναι επιτρεπτό να χρησιμοποιείται ο χώρος της παρέλασης ως τόπος πολιτικής, κοινωνικής ή συνδικαλιστικής διαμαρτυρίας. Τέλος το φετινό, αν σε καιρούς φρικτής λιτότητας δικαιούμαστε να περικόπτουμε χρήματα κάνοντας τις παρελάσεις λιγότερο εντυπωσιακές ή αν πρόκειται για μια ανελαστική πατριωτική δαπάνη που κανείς δεν πρέπει να ακουμπήσει.
Φαίνεται ότι τα διλήμματα αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα του ιδιόρρυθμου αυτού θεσμού, τον οποίον απεχθάνονται όλοι όσοι παίρνουν μέρος (πλην των πολύ μικρών παιδιών) και χαζεύουν σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι, εκτός από ελάχιστους που στις γραμμές των ασπροντυμένων μαθητών και των κάθιδρων φαντάρων που βηματίζουν, διακρίνουν τη διακύβευση βαθύτατων ιδεολογικών ζητημάτων. Οι ακραφνείς δεξιοί «πατριώτες» βλέπουν σ’ αυτές τις γραμμές ό,τι απόμεινε από το παλαιό μεγαλείο μιας πατρίδας που στα υπόλοιπα παραπαίει, ίσως δε και το μοναδικό εργαλείο επανόδου σ’ αυτό το μεγαλείο. Οι ακραιφνείς αριστεροί «διεθνιστές», πάλι, βλέπουν στις παρελάσεις το τελευταίο απομεινάρι μιας εθνικοκαπηλευτικής νοοτροπίας με φασίζουσες σημειολογικές προεκτάσεις.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, πρόκειται για τραβηγμένες απ’ τα μαλλιά ανοησίες των πολιτικών άκρων και τίποτα άλλο. Πιστεύω ότι η παρέλαση είναι ένας παρωχημένος θεσμός. Όλα όσα υποτίθεται ότι συμβολίζει, έχουν ήδη ξεπεραστεί ή καταρακωθεί μέσα στην ελληνική κοινωνία. Ένα λύκειο που καταλαμβάνεται, κατά το δοκούν, από τους μαθητές του και μια κοινωνία εφήβων, που διαφημίζει τη διαφορετικότητα του ατόμου, δεν είναι ικανό να στηρίξει την κοινή ομοιογενή εμφάνιση των μαθητών του στην εθνική επέτειο. Είναι παράταιρο, φτιαχτό και εκτός πραγματικότητας.
Ένα έθνος που δεν έχει την παραμικρή διάθεση να θυσιάσει ανθρώπους και πόρους για την υπεράσπιση ιδεών και εδαφών, είναι παράταιρο να βγάζει τα τους πεζοναύτες και τα μηχανοκίνητα του στους δρόμους για να κάνει επίδειξη στρατιωτικής δύναμης.
Το εθνικό φρόνημα έχει αξία όταν παρελαύνουν οι στρατευμένοι πολίτες, όταν όμως παρελαύνουν οι μισθοφορικοί στρατοί είναι σα να επιδεικνύονται στους δρόμους τα εκατομμύρια που καταναλώνουμε γι’ αυτή τη δουλειά. Μπορεί αυτός ο έμμισθος στρατός να αρκεί στις μέρες μας (είναι θέμα άλλης συζήτησης), πάντως δεν είναι για επευφημίες στην παρέλαση.
Όμως, όσο παρωχημένοι κι αν είναι κάποιοι θεσμοί, η κατάργηση τους αποτελεί μια διαδικασία πιο πολύπλοκη απ’ όσο φαίνεται. Αποτελούν μέρος μιας παράδοσης που αν διακοπεί με βίαιο τρόπο μπορεί να πληγώσει αυτούς που έχουν ζήσει μαζί της. Υπ’ αυτή την έννοια, μπορεί η κατάργηση τους να δημιουργήσει αντίστροφες ιστορικές και ιδεολογικές φορτίσεις που θα προσδώσουν σ’ αυτούς τους θεσμούς ένα νόημα που ως τότε δεν διέθεταν. Με δυο λόγια, δεν βλέπω κανέναν λόγο να νιώσει ο γέροντας ότι το εθνικό του κράτος καταργεί την παρέλαση, επειδή έχει μειωμένα εθνικά αντανακλαστικά. Αν το βιώσει έτσι, τότε αυτό που κάποιοι (και εγώ) βλέπουν ως προσαρμογή στη σύγχρονη πραγματικότητα, θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Μπορεί οι διαιτολόγοι να βεβαιώνουν ότι το τετράπαχο σουβλιστό αρνί είναι ανθυγιεινό, όμως η απαγόρευση του θα ισοδυναμούσε με βεβήλωση του Πάσχα. Οι παρελάσεις είναι το αρνί των εθνικών μας επετείων. Αν κάποτε οι νέες διατροφικές μας συνήθειες οδηγήσουν τον πληθυσμό να τρώει σαλάτα τη Λαμπρή, το σουβλιστό αρνί θα περάσει από μόνο του στην ιστορία. Ως τότε, θα υπάρχει και δεν βλέπω κανέναν λόγο να του δίνουμε μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτήν που έχει. Το ίδιο και στις παρελάσεις μας…
Του Δημήτρη Καμπουράκη από την aixmi.gr