Σε μια περίοδο κατά την οποία οι γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο βρίσκονται σε συνεχή ανατροπή, η Ελλάδα, όπως έχει αποκαλυφθεί από τον ίδιο τον υπουργό Άμυνας Νίκο Δένδια, έχει αποφασίσει να αναθεωρήσει τη στρατηγική της έναντι των συνεχών τουρκικών προκλήσεων. Απαντώντας στις αυξανόμενες ναυπηγήσεις πολεμικών μονάδων από τη γειτονική χώρα, η Αθήνα υιοθετεί μια καινοτόμο προσέγγιση, που βασίζεται στην τεχνολογία και τη γεωγραφική της ιδιαιτερότητα. Επί της ουσίας, θα επιχειρηθεί η μετατροπή των νησιών του Αιγαίου σε… αβύθιστα φρούρια.
Η στρατηγική αυτή, που βασίζεται περισσότερο στην έξυπνη χρήση πόρων και λιγότερο στις πολυδάπανες λύσεις των παραδοσιακών εξοπλιστικών προγραμμάτων, δεν αποτελεί απλώς μια απάντηση στις κινήσεις των γειτόνων μας, αλλά μια ευρύτερη προσαρμογή στις απαιτήσεις των σύγχρονων συγκρούσεων βλέποντας τον τρόπο που διεξάγονται οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. Θυμίζουμε πως οι τουρκικές φιλοδοξίες για την κυριαρχία στο Αιγαίο εκφράζονται με το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και τη συνεχή ενίσχυση του στόλου της γείτονος. Ήδη, πάνω από 30 νέες μονάδες βρίσκονται σε διάφορες φάσεις ναυπήγησης, όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο δημοσίευμα, ενώ ο τουρκικός στόλος έχει ενισχυθεί με 17 φρεγάτες, 10 κορβέτες, 13 υποβρύχια και ένα μίνι αεροπλανοφόρο. Επιπλέον, η Άγκυρα σχεδιάζει την ένταξη οκτώ φρεγατών κλάσης Istanbul, οκτώ πυραυλοφόρων αντιτορπιλικών TF-2000 και έξι υποβρυχίων κλάσης Reis. Οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν τη συστηματική προσπάθεια του Ταγίπ Ερντογάν να εδραιώσει τη ναυτική παρουσία, όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο και πέραν αυτής.
Οπότε, η ελληνική στρατηγική, αν και περιορίζεται από τους διαθέσιμους πόρους, βασίζεται στην έξυπνη αξιοποίηση της πυραυλικής τεχνολογίας και της γεωγραφικής διάταξης των νησιών. Με στόχο την αποτροπή και την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας, η Αθήνα επενδύει σε αντιπλοϊκά και αντιαποβατικά συστήματα, ενισχύοντας τη δυνατότητα των νησιών να αποκρούουν οποιαδήποτε απειλή. Οι επάκτιες συστοιχίες κατευθυνόμενων βλημάτων Exocet που ήδη διαθέτει το Πολεμικό Ναυτικό αποτελούν τη βάση αυτής της στρατηγικής, με την προμήθεια νέων πυραυλικών συστημάτων να δίνει μια επιπλέον δυναμική. Οι νέοι αντιπλοϊκοί πύραυλοι με βεληνεκές έως και 200 χιλιόμετρα, μαζί με τα ισραηλινά αντιαποβατικά πυραυλικά συστήματα Spike NMT9-NLOS Multiple Targets, αυξάνουν σημαντικά την ισχύ πυρός. Τα Spike NLOS, με βεληνεκές 32 χιλιομέτρων, θα εγκατασταθούν σε νησιά του Αιγαίου, καθιστώντας τα «αβύθιστα οχυρά» που θα μπορούν να πλήξουν πλοία ή άλλες απειλές προτού καν φτάσουν κοντά στις ελληνικές ακτές.
Η ενίσχυση των νησιών δεν περιορίζεται όμως μόνο σε πυραυλικά συστήματα. Συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και για την προμήθεια συστημάτων PULS (Precise Universal Launching System), τα οποία διαθέτουν βεληνεκές έως και 300 χιλιόμετρα. Αυτά τα συστήματα όχι μόνο καλύπτουν το Αιγαίο, αλλά επιτρέπουν και τη στοχοποίηση στρατηγικών εγκαταστάσεων στην τουρκική ενδοχώρα. Ο συνδυασμός αυτών των νέων τεχνολογιών με τα ήδη υπάρχοντα συστήματα του Πυροβολικού, όπως τα MLRS και τα αυτοκινούμενα πυροβόλα, προσφέρει στην Ελλάδα μια πολυεπίπεδη και ευέλικτη άμυνα που δεν εξαρτάται από τη ναυπήγηση πολυδάπανων πλοίων.
Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας έχει περιγράψει αυτή τη στρατηγική ως τη λογική εξέλιξη της ελληνικής άμυνας. Όπως χαρακτηριστικά έχει τονίσει, «είναι παράλογο να θέλουμε να βάλουμε φρεγάτες αξίας ενός δισεκατομμυρίου ευρώ στα στενά του Αιγαίου». Οπότε, η στρατηγική της Αθήνας είναι ξεκάθαρη: τα μεγάλα πλοία, όπως οι γαλλικές φρεγάτες FDI Belharra που παραλαμβάνουμε οσονούπω, θα αναλάβουν αποστολές μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας στην Ανατολική Μεσόγειο, αφήνοντας το Αιγαίο στα μικρότερα πολεμικά πλοία και στα θωρακισμένα νησιά.
Η τουρκική πλευρά, παρά τη μεγάλη αριθμητική της υπεροχή, καλείται να αντιμετωπίσει την ίδια ώρα μια νέα πραγματικότητα. Τα ελληνικά νησιά, με την ενίσχυση των πυραυλικών τους συστημάτων, αποτελούν έναν σοβαρό παράγοντα αποτροπής. Κάθε νησί μετατρέπεται σε οχυρό που μπορεί να αντιμετωπίσει αποβατικές ή οποιασδήποτε άλλης μορφής ναυτικές επιχειρήσεις.
Η απόφαση της Ελλάδας να επενδύσει σε αυτή τη μορφή άμυνας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις γεωπολιτικές εξελίξεις της περιοχής. Η στρατηγική ενίσχυση των νησιών του Αιγαίου δεν αποτελεί μόνο μέσο αποτροπής απέναντι στις τουρκικές φιλοδοξίες, αλλά και ένα μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα ότι η χώρα είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί την εδαφική της ακεραιότητα με κάθε τρόπο, χωρίς κατ’ ανάγκη να εξαρτάται από τους συμμάχους της.