Ο Ευθύμιος Λέκκας αναφέρθηκε στη φωτιά στην Αττική και τόνισε πως λόγοι συνέβαλαν στο γεγονός να εξαπλωθεί γρήγορα η φωτιά, ενώ περιέγραψε το φαινόμενο της καμινάδας.

Ο καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών του ΕΚΠΑ μιλώντας στο ΕΡΤNews ανέφερε πως «έχουμε να κάνουμε με μία μοναδική πυρκαγιά όπου από δασική εξελίχθηκε σε αστική. Σε αυτό συνέλαβαν συνέβαλαν κάποιοι παράγοντες, όπως για παράδειγμα η απόλυτη ξηρασία. Είχαμε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς βροχοπτώσεις, με αποτέλεσμα η υγρασία στο δάσος να είναι σχεδόν μηδενική.

«Επιπλέον, είχαμε ένα πυκνό δάσος, το οποίο είχε πολύ μεγάλα ποσά καύσιμης ύλης. Ο τρίτος λόγος είναι ότι είχαμε να κάνουμε με θυελλώδεις ανέμους, ανέμους οι οποίοι έφταναν και σε ριπές τα 7 και τα 8 μποφόρ, αποτέλεσμα ουσιαστικά της κλιματικής κρίσης, η οποία είναι σε εξέλιξη», είπε χαρακτηριστικά.

Έπειτα, πρόσθεσε πως «τέταρτος παράγοντας και είναι βασικός παράγοντας είναι η μορφολογία του εδάφους. Δηλαδή η πυρκαγιά άρχισε στον Βαρνάβα, όπου έχουμε ανοδικά ρεύματα λόγω του νότιου Ευβοϊκού ποταμού. Έχουμε το φαινόμενο της καμινάδας που τροφοδοτήθηκε η φωτιά μέχρι την κορυφή του όρους και στη συνέχεια έχουμε μορφολογικές κλίσεις προς τα νότια, δηλαδή προς την Πεντέλη. Ένα πολυσχιδές ανάγλυφο το οποίο πραγματικά διευκόλυνε τη γρήγορη διάδοση της φωτιάς. Στη συνέχεια έχουμε ανοδικούς ανέμους όταν φτάνουμε στο όρος Πεντέλη. Πάλι το φαινόμενο της καμινάδας λειτούργησε και τροφοδότησε την πυρκαγιά, η οποία απέκτησε μεγάλη ταχύτητα. Και βέβαια όταν υπερκέρασε η πυρκαγιά την οριογραμμή της Πεντέλης, έφτασε ουσιαστικά στη Νέα Πεντέλη, στα Βριλήσσια, στο Χαλάνδρι, στο Πάτημα, εκεί δηλαδή όπου αναπτύχθηκε σταδιακά στον αστικό ιστός. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με τη μετατροπή μιας δασικής καθαρά πυρκαγιάς σε αστική πυρκαγιά».

«Όταν η πυρκαγιά πέρασε τη ζώνη μίξης του δάσους με τον αστικό ιστό της Νέας Πεντέλης – όπου εκεί έχουμε να κάνουμε με αραιοκατοικημένη περιοχή και μπήκε στον καθαρά αστικό ιστό – τότε απέκτησε μεγάλα θερμικά φορτία γιατί βρήκε εκ νέου καύσιμη ύλη και η καύσιμη ύλη δεν ήταν μόνο τα ακαθάριστα οικόπεδα, αλλά ήταν και οι εγκαταστάσεις από διάφορες δραστηριότητες, ξυλουργία, εγκαταστάσεις που είχαν καύσιμα, εγκαταστάσεις που είχαν εύφλεκτα υλικά», ανέφερε στη συνέχεια.

«Όλα αυτά ανέβασαν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος περίπου στους 650 βαθμούς Κελσίου. Αυτό πως το διαπιστώσαμε; Το διαπιστώσαμε από το λιώσιμο των ζαντών αλουμινίου του αυτοκινήτου. Το αλουμίνιο λιώνει στους 650 βαθμούς. Συνεπώς έχουμε ένα μικροκλίμα το οποίο αναπτύχθηκε μέσα στα οικοδομικά τετράγωνα, δημιούργησε ανοδικούς ανέμους και στροβιλισμούς και μέσα στο στροβιλισμό είχαμε και εγκλωβισμό αντικειμένων τα οποία ήταν άπειρα και τα οποία πέφτανε σε ικανές αποστάσεις από την από τη συγκεκριμένη εστία της πυρκαγιάς που ήταν πάρα πολλές», πρόσθεσε μεταξύ άλλων.