Μία σημαντική απόφαση για τις χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος έλαβε το Εurogroup, καθώς επιτρέπει την σταδιακή δημοσιονομική προσαρμογή με όρους, αφού η πανδημία του κορονοϊού έχει αλλάξει τα δεδομένα και δημιουργήσει νέα προβλήματα.
Χαρακτηριστικά, επ’ αυτού, ο πρόεδρος του Eurogroup, Πασκάλ Ντόναχιου, σημείωσε ότι κατά τη διάρκεια του έτους, θα πρέπει να αξιολογείται η κατάλληλη δημοσιονομική πολιτική για την ευρωζώνη, δεδομένου ότι ο στόχος αυτός βασίζεται σε σημερινές οικονομικές συνθήκες.
«Πιστεύουμε ότι είναι εφικτό, οι χώρες που έχουν υψηλό χρέος, να μπορέσουν να κάνουν σταδιακές προσαρμογές στη δημοσιονομική τους πολιτική και αυτό θα συνδυαστεί με ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης, προκειμένου να βελτιώσουν τη δυναμική του χρέους τους το 2023. Από το 2023 και μετά, πιστεύουμε ότι το θέμα της βιωσιμότητας του χρέους θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά σημαντικό», είπε σε δηλώσεις που παραχώρησε.
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, ανέφερε ότι τα δύο τελευταία χρόνια, η κρίση της πανδημίας έφερε το χρέος στην ευρωζώνη σε υψηλά επίπεδα, άνευ προηγουμένου. «Η κορύφωση του χρέους στην ευρωζώνη ξεπέρασε το 100% του ΑΕΠ και μειώθηκε το 2021 στο 97,7%», είπε ο Τζεντιλόνι, σημειώνοντας ότι σε μερικές χώρες το χρέος είναι πολύ υψηλό. «Η μείωση του χρέους είναι απαραίτητη και φυσικά συνδέεται με τις συνθήκες. Η μείωση του χρέους μπορεί να είναι σημαντική όταν και η ανάπτυξη είναι σημαντική, όπως έγινε το 2021 σε μερικές χώρες και λιγότερο εύκολη αν η ανάπτυξη είναι ισχνή. Σε γενικές γραμμές, πιστεύω ότι αυτός πρέπει να είναι ο στόχος , αλλά με τρόπο σταδιακό και ρεαλιστικό που δεν θα σκοτώνει την ανάπτυξη», δήλωσε ο Επίτροπος Οικονομίας.
Η δήλωση του Εurogroup
Ακολουθεί αναλυτικά η δήλωση του Εurogroup:
«Με σκοπό τη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους, σε κράτη μέλη με υψηλό δημόσιο χρέος, συμφωνούμε ότι η έναρξη μιας σταδιακής δημοσιονομικής προσαρμογής για τη μείωση του δημόσιου χρέους τους είναι σκόπιμη, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες.
Αυτή η προσαρμογή θα πρέπει να ενσωματωθεί σε μια αξιόπιστη μεσοπρόθεσμη στρατηγική που συνεχίζει να προωθεί τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για τη διττή μετάβαση και τη βελτίωση της σύνθεσης των δημόσιων οικονομικών. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη μέλη με χαμηλά και μεσαία επίπεδα χρέους θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην επέκταση των δημοσίων επενδύσεων όπου είναι απαραίτητο.
Όλα αυτά θα συνέβαλαν στην επίτευξη μιας κατάλληλης συνολικής πολιτικής. Ως εκ τούτου, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να αυξήσουν την ανθεκτικότητα των οικονομιών τους και να προωθήσουν και να προστατεύσουν υψηλής ποιότητας εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις για να θέσουν τα θεμέλια για υψηλή βιώσιμη ανάπτυξη και να επιτύχουν τους διπλούς στόχους μετάβασης».