Την ώρα που η Ευρώπη βιώνει μια ακόμη σημαντική ενεργειακή κρίση με πρώτα θύματα τους ίδιους τους καταναλωτές που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις ανατιμήσεις των καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος, καθίσταται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη προώθησης της παραγωγής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι οποίες αφενός είναι ανεξάντλητες και αφετέρου δεν ρυπαίνουν το περιβάλλον.
Οι ηγεσίες των χωρών της ευρωπαϊκής ηπείρου συνομολογούν ότι άπασες θα πρέπει να απομακρυνθούν από τον ορυκτό πλούτο, όπως είναι το πετρέλαιο και η επεξεργασία του άνθρακα που επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις στις περιοχές που λειτουργούν λιγνιτικές μονάδες.
Οι τοπικές κοινωνίες από την πλευρά τους συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο ότι η μετάβαση προς την «καθαρή» ενέργεια αποτελεί μονόδρομο. Ήδη σε πολλά κράτη οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας συνεισφέρουν καταλυτικά στο ενεργειακό ισοζύγιο αποκτώντας μια μεγαλύτερη γεωστρατηγική σημασία σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται.
Αυτό συμβαίνει τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε τοπικό, καθώς η αποκέντρωση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια συνεπάγεται και τη δυνατότητα να καλύπτονται οι περιφερειακές ενεργειακές ανάγκες χωρίς την πλήρη υποστήριξη των κεντρικών συστημάτων υποδομής του κράτους. Παράλληλα, εξαιτίας ακριβώς του γεγονότος ότι πρόκειται για πρωτοβουλίες σε περιφερειακό επίπεδο, δημιουργούν θέσεις εργασίας που καλύπτονται από τον πληθυσμό που ζει κοντά σε μονάδες «καθαρής» ενέργειας όπως είναι για παράδειγμα οι ανεμογεννήτριες.
Στις μέρες μας, μια ενεργειακά αυτόνομη τοπική κοινότητα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της σε ηλεκτροδότηση εξ ολοκλήρου από Ανανεώσιμες Πηγές παρέχοντας θέρμανση, ψύξη και ευκολίες στην κινητικότητα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο ενεργειακός εφοδιασμός καθίσταται οικολογικός, ασφαλής και βιώσιμος, παρέχοντας ενεργειακή αξία στην περιοχή και συν τοις άλλοις φθηνότερη τιμή στην κιλοβατώρα για τους οικιακούς καταναλωτές και τις περιφερειακές επιχειρήσεις.