Την μετατροπή της νέας, υπό κατασκευή λιγνιτικής μονάδας της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» σε μονάδα θερμικής αποθήκευσης πράσινης ενέργειας προτείνει το φόρουμ Green Tank υποστηρίζοντας, με βάση σχετική μελέτη, ότι η συγκεκριμένη λύση είναι οικονομικά ανταγωνιστική, συμβατή με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και τις αυξημένες ανάγκες αποθήκευσης της χώρας.
Η μονάδα προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2022 και σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ Γιώργου Στάσση, θα ξεκινήσει με καύσιμο λιγνίτη αλλά θα μετατραπεί νωρίτερα από το προγραμματισμένο, στα μέσα της δεκαετίας, σε μονάδα φυσικού αερίου, κίνηση που θα συνδυαστεί με αύξηση της ισχύος της στα 1.000 μεγαβάτ. Ο λόγος είναι ότι με την αύξηση του κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, οι λιγνιτικές μονάδες καθίστανται μη ανταγωνιστικές.
Η μελέτη που πραγματοποιήθηκε από την γερμανική εταιρεία ενεργειακών συμβούλων enervis εξετάζει τέσσερις εναλλακτικές λύσεις μετατροπής της μονάδας:
α) η χρήση της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα σε συνδυασμό με τη συνέχιση της λιγνιτικής λειτουργίας της μονάδας,
β) η μετατροπή της Πτολεμαΐδας 5 σε μονάδα καύσης βιομάζας,
γ) η αντικατάστασή της από μονάδα συνδυασμένου κύκλου με καύσιμο φυσικό αέριο και
δ) η μετατροπή της σε μονάδα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που προέρχεται από ΑΠΕ με τη μορφή θερμότητας, αξιοποιώντας την τεχνολογία των τηγμένων αλάτων (molten salts).
Η τελευταία λύση -σύμφωνα με τη μελέτη- οδηγεί σε κόστος παραγωγής ενέργειας 91-106 ευρώ ανά μεγαβατώρα και δημιουργεί 1.247 θέσεις εργασίας (μαζί με τις θέσεις που θα δημιουργηθούν στην κατασκευή των αιολικών και φωτοβολταϊκών που θα συνδυάζονται με τη μονάδα).
Η αρχή λειτουργίας της συγκεκριμένης τεχνολογίας είναι η διοχέτευση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ σε μορφή θερμότητας, η οποία χρησιμοποιείται στη συνέχεια για την παραγωγή ατμού και την κίνηση στροβίλου που παράγει ηλεκτρική ενέργεια. Πάντως η συγκεκριμένη λύση δεν έχει ακόμα ευρεία εφαρμογή διεθνώς.
«Είναι απολύτως αναγκαίο να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι μακροχρόνιες τάσεις της αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών CΟ2, των τιμών ορυκτού αερίου, καθώς και η συμβατότητα της λύσης που θα επιλεγεί με τον νέο κεντρικό, πανευρωπαϊκό στόχο της κλιματικής ουδετερότητας ως το 2050», δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής για τη δεξαμενή σκέψης The Green Tank.