H αναδιάρθρωση του υπερδανεισμού που αντιμετωπίζει ένα μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων είναι ένας από τους βασικούς στόχους της στρατηγικής του υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού σύμφωνα με όσα δήλωσε ο υπουργός κ. Γ. Σταθάκης μιλώντας σε εκδήλωση για την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που διοργάνωσε η PWC σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Επίσης, ο κ. Σταθάκης επεσήμανε ότι «στόχος του υπουργείου είναι η κινητοποίηση τόσο των ιδίων κεφαλαίων όσο και εργαλείων που μπορούν να καλύψουν τα ίδια κεφάλαια, η ανάγκη να υπάρξει διευκόλυνση του δανεισμού καθώς και η αύξηση δυνατοτήτων χρηματοδότησης από κάθε δυνατή πηγή και τέλος η ενίσχυση της έρευνας τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας των ΜμΕ». Η PwC σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο Αθηνών παρουσίασαν την μελέτη, «Χρηματοδότηση Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων – Ανάγκη για μία Νέα Αρχιτεκτονική».
Η εκπόνηση της μελέτης καθώς και η συγκεκριμένη εκδήλωση συμπίπτει και εναρμονίζεται με το πρόσφατο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών (Capital Market Union). Ένα έργο που στόχο έχει να «ξεκλειδωθούν» οι δυνατότητες χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και να τονωθεί η ανάπτυξη με τη δημιουργία μιας πραγματικά ενιαίας αγοράς κεφαλαίων. Κεντρικό σημείο αφορά την παροχή βοήθειας στις ΜΜΕ, ώστε να μπορούν να αντλούν χρηματοδότηση εξίσου εύκολα όπως και οι μεγάλες επιχειρήσεις.
O Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών κ. Σωκράτης Λαζαρίδης, στο σύντομο χαιρετισμό του σημείωσε: «Με δεδομένο ότι όλες οι μελέτες συγκλίνουν στο ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης είναι περίπου 13 δισ. ευρώ μέχρι το 2020, το να δημιουργηθεί ένας κλάδος Listed Funds ικανός να αξιοποιήσει την παγκόσμια ρευστότητα είναι ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων. Επιπλέον, η επιτυχία της επικείμενης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών θα επαναφέρει στο προσκήνιο τη σχέση της ελληνικής οικονομίας με το επενδυτικό κοινό και θα είναι ακόμη μία ευκαιρία να αξιοποιηθεί η κεφαλαιαγορά για τη χρηματοδότηση των ΜμΕ».
Τα βασικά αποτελέσματα της μελέτης είναι τα εξής:
Στην Ελλάδα, περίπου 650,000 ΜμΕ απασχολούν το 86% του εργατικού δυναμικού της χώρας και παράγουν 50% του ΑΕΠ. Την περίοδο της κρίσης τα έσοδα, τα κέρδη και τα κεφάλαια των ΜμΕ υπέστησαν μεγάλη μείωση και η χρηματοδότησή τους εξασθένισε.
Η νέα μελέτη της PwC με θέμα εντοπίζει τρεις αστοχίες, ο συνδυασμός των οποίων εμποδίζει τη χρηματοδότηση των ΜμΕ:
– Περιορισμένη διαθεσιμότητα ιδίων κεφαλαίων (equity) και έλλειψη εναλλακτικών καναλιών πρόσβασης σε κεφάλαια από τις ΜμΕ
– Δυσκολία αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των ΜμΕ
– Κατακερματισμός των διαθέσιμων Ευρωπαϊκών πόρων και έλλειψη εξοικείωσης της αγοράς στη χρήση τους.
Οι εκτιμώμενες συνολικές ανάγκες χρηματοδότησης των ΜμΕ ανέρχονται στα 13 δισ. ευρώ μέχρι το 2020 και απαιτούν περίπου 7 δισ. ευρώ ίδια κεφάλαια και επιδοτήσεις. Επιπλέον, περίπου 7 δισ. ευρώ δανείων θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες για να στηρίξουν τις ΜμΕ που βρίσκονται υπό πίεση.
Η μελέτη τονίζει την άμεση ανάγκη δημιουργίας των προϋποθέσεων οι οποίες θα διευκολύνουν την χρηματοδότηση των βιώσιμων και αναπτυσσόμενων ΜμΕ και προτείνει μία νέα αρχιτεκτονική για το σύστημα χρηματοδότησης των ΜμΕ με τρεις πυλώνες:
– Δημιουργία εισηγμένου στο ΧΑ Ταμείου Επιχειρηματικών Κεφαλαίων, για την παροχή των ιδίων κεφαλαίων.
– Δημιουργία «Λευκού Τειρεσία», για την πιστοληπτική αξιολόγηση.
– Δημιουργία Γενικού Συντονιστή Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, για τον συντονισμό, διαχείριση και προώθηση της «μαλακής» χρηματοδότησης.
Είναι αναγκαίο να αποκατασταθούν άμεσα οι ελλείψεις που περιορίζουν την ροή χρηματοδότησης προς τις ΜμΕ, και να δημιουργηθεί από την αρχή ένα συνολικό και εσωτερικά συνεπές σύστημα χρηματοδότησης. Αυτό θα επιτρέψει την άσκηση πολιτικής για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, θα διευκολύνει τις τράπεζες, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελέσει πλατφόρμα βελτίωσης των ΜμΕ.