Στις εξελίξεις γύρω από το ελληνικό οικονομικό ζήτημα, μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup, καθώς και σε πιθανές προοπτικές που διαγράφονται, αναφέρονται τα αμερικανικά ΜΜΕ.

Γουόλ Στριτ Τζέρναλ

Η Γουόλ Στριτ Τζέρναλ με τίτλο «Οι συνομιλίες της Ελλάδας για τα δημοσιονομικά της σε ρήξη εν μέσω διαφωνίας σε σχέση με το πρόγραμμα διάσωσης», αναφέρει ότι «η Ελλάδα απορρίπτει την επέκταση του προγράμματος υπό τους όρους που παρείχαν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης».

Σύμφωνα με το άρθρο, «η κατάρρευση των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης αφήνει την Ελλάδα και τους δανειστές της σε αγώνα ταχύτητας προκειμένου να επιτύχουν μια νέα οικονομική συμφωνία για τη χρεωμένη χώρα, πριν από την λήξη του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης» και «οι υπουργοί της ευρωζώνης υποστήριξαν πως η Ελλάδα τους άφησε ελάχιστες ελπίδες για τη διασφάλιση συμφωνίας».

Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι «οι υπουργοί παρουσίασαν στην ελληνική κυβέρνηση τελεσίγραφο: Να συμφωνήσει με την επέκταση του τρέχοντος προγράμματος -ύψους 240 δισ. ευρώ- μέχρι τα τέλη της εβδομάδας ή να χάσουν τα δάνεια διάσωσης με τα οποία έχει επιβιώσει η Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης δήλωσε μετά τη συνεδρίαση ότι «δεν είναι μπλόφα, καθώς είναι η μόνη επιλογή που έχουμε» και ότι «είναι σχέδιο Α, δεν υπάρχει σχέδιο Β».

Από την πλευρά του, όπως σημειώνεται, ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι «το γενικό αίσθημα (ανάμεσα στους υπουργούς) είναι ότι ο καλύτερος τρόπος να προχωρήσουμε είναι οι ελληνικές αρχές να ζητήσουν επέκταση του τρέχοντος προγράμματος. Απλώς, χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο».

Στο άρθρο αναφέρεται ότι Έλληνες αξιωματούχοι στην Αθήνα αποκάλεσαν τις προτάσεις του Eurogroup «παράλογες και μη αποδεκτές», προσθέτοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία (για νέα χρηματοδότηση) σήμερα».

Σε αυτό το σημείο, λένε Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, «οι υπουργοί στις Βρυξέλλες δεν είχαν καν ξεκινήσει τη συζήτηση του προσχεδίου». «Αυτό συντέλεσε στην (ήδη αρνητική) ατμόσφαιρα», και «αμέσως μετά, οι υπουργοί αποφάσισαν να τερματίσουν τη συνεδρίαση», δήλωσε αξιωματούχος που ήταν παρών στις συνομιλίες, όπως τονίζεται στο εν λόγω άρθρο.

CNBC

Στην ιστοσελίδα του τηλεοπτικού δικτύου CNBC τίθεται το ερώτημα «Η Ελλάδα αρνείται τη συμφωνία, ποια θα είναι η συνέχεια;».

Στο δημοσίευμα γίνεται αναφορά στις χθεσινές «άκαρπες προσπάθειες εξεύρεσης κοινά αποδεκτής λύσης στο πλαίσιο της συνάντησης του Eurogroup» και σημειώνεται ότι «το ζήτημα είναι ποιος θα κάνει το πρώτο βήμα προς τα πίσω».

Υποστηρίζεται, μεταξύ άλλων, πως σύμφωνα με αναλυτές «αργά ή γρήγορα θα είναι η ΕΕ εκείνη που θα υποχωρήσει και εν τέλει θα υπάρξει μια νέα συμφωνία και όχι μια απλή παράταση του χρέους».

Στο ίδιο δημοσίευμα επισημαίνεται ότι ανακοίνωση του γαλλικού οργανισμού Societe Generale αναφέρει πως «αν δεν υπάρξει συμφωνία, η Ελλάδα ίσως σταθεί στα πόδια της για λίγες εβδομάδες, αλλά μετά θα χρειαστεί να προβεί σε εξωτερικό δανεισμό για να αποφύγει την χρεοκοπία».

Σε άλλο δημοσίευμα στο CNBC αναφέρεται ότι «οι επόμενες δύο ημέρες είναι κρίσιμες για το μέλλον τόσο της Ελλάδας όσο και της ευρωζώνης» και ότι «η Δευτέρα δεν ήταν ποτέ αυστηρά ανελαστική προθεσμία για την εξεύρεση λύσης και υπάρχει σαφώς περιθώριο για να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα βοηθήσει και τις δύο πλευρές να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους».

Μπλούμπεργκ

Σε άρθρο γνώμης του Μοχάμεντ Ελ Εριάν στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Μπλούμπεργκ υποστηρίζεται ότι «ο Τσίπρας πρέπει να ξανασκεφτεί το χρονοδιάγραμμά του».

Όπως εκτιμά ο αρθρογράφος, «η προσέγγιση που υιοθέτησε ο Αλ. Τσίπρας, ο χαρισματικός νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας, και ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, ένας οικονομολόγος με ισχυρές επικοινωνιακές δεξιότητες, ενισχύθηκε από την ευρεία αναγνώριση ότι η χώρα είναι απίθανο να ανακτήσει το δυναμισμό της στην οικονομία, καθώς και τη δημοσιονομική σταθερότητα, χωρίς αναθεώρηση του υφιστάμενου μίγματος λιτότητας, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ελάφρυνσης χρέους».

Στη συνέχεια, αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι «η Ελλάδα έχει ήδη αναγκαστεί να πάρει δυσάρεστα μαθήματα που περιπλέκουν τις προσπάθειές της και τροφοδοτούν τη δημόσια αντιπαράθεση με ορισμένους εκ των Ευρωπαίων εταίρων της. Αυτά τα αναχώματα, ωστόσο, παρέχουν σημαντική επίγνωση σε σχέση με το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να εξελίξει την στρατηγική του, ώστε να εκπληρώσει τους στόχους με έναν τρόπο που να επωφεληθεί και η ευρωζώνη συνολικά».

Νιου Γιορκ Τάιμς

Στη Νιου Γιορκ Τάιμς δημοσιεύεται ανταπόκριση του Ασοσιέτεντ Πρες από τις Βρυξέλλες, η οποία καταγράφει κυρίως τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, με τις οποίες «επαναδιατυπώνει τη θέληση των Αθηνών», όπως σημειώνεται, «να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για επίτευξη συμφωνίας μέσα στις επόμενες δύο ημέρες, παρότι δεν βοηθά την κατάσταση το «τελεσίγραφο» της ευρωζώνης».

Επισημαίνεται, επίσης, μεταξύ άλλων, ότι ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε πως «η Ευρώπη θα κάνει το συνηθισμένο τρικ: μπροστά σε αυτό που φαίνεται σαν αδιέξοδο, θα θέσει μια καλή ή μία αξιοσέβαστη συμφωνία».

Χάφινγκτον Ποστ

Στην ιστοσελίδα της Χάφινγκτον Ποστ δημοσιεύεται άρθρο του διευθυντή του CEPR και συγγραφέα Ντιν Μπέικερ, ο οποίος τονίζει ότι «οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να μην γνωρίζουν από οικονομία, ξέρουν όμως σίγουρα πώς να καταστρέψουν μια χώρα», προσθέτοντας ότι «έχει έρθει η ώρα να σταματήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση να ασκεί μια οικονομική πολιτική βασισμένη σε ανόητους μύθους. Εάν η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ και οι άλλοι ηγέτες της ΕΕ δεν μπορούν να αποδεχθούν την πραγματικότητα, τότε η Ελλάδα και οι υπόλοιπες χώρες της Ν. Ευρώπης θα ήταν καλύτερο να αποχωρίσουν από το ευρώ, αφήνοντας τη Γερμανία να απολαμβάνει τα οικονομικά παραμύθια του 19ου αιώνα».

Επισημαίνεται, επίσης μεταξύ άλλων: «Οι Ευρωπαίοι αστειεύονταν τις τελευταίες εβδομάδες με τους Ρεπουμπλικάνους υποψήφιους για την προεδρία στις ΗΠΑ, εξαιτίας της δυσκολίας τους να κατανοήσουν τη θεωρία της εξέλιξης. Αυτά, όμως, τα διανοητικά προβλήματα θα είχαν σημασία εάν ένας εξ αυτών κατάφερνε να εισέλθει στον Λευκό Οίκο και συνέχιζε να μην μπορεί να ξεχωρίσει το μύθο από την πραγματικότητα. Αντίθετα, η Ευρώπη υποφέρει ήδη από μια τεράστια οδύνη, επειδή οι άνθρωποι που ασκούν την οικονομική πολιτική επιλέγουν τους ηθικούς μύθους από την οικονομική πραγματικότητα. Αυτή είναι η ιστορία της αντιπαράθεσης μεταξύ της Ελλάδας και των ηγετών της ΕΕ. Οι βόρειες χώρες, και κυρίως η Γερμανία, επιμένουν να τιμωρούν τη σπάταλη Ελλάδα και εμμένουν στην αποπληρωμή τού δυσθεώρητου χρέος προς την ΕΕ και τους άλλους επίσημους πιστωτές. Το αποτέλεσμα του γερμανικού προγράμματος που ασκείται στην Ελλάδα είναι μια οικονομική συρρίκνωση που κάνει τη Μεγάλη Ύφεση των ΗΠΑ να μια μοιάζει με μια κακή ημέρα. Επτά χρόνια μετά την απαρχή της συρρίκνωσης, η ελληνική οικονομία είναι κατά 23% μικρότερη σε σχέση με το 2007».

Ο αρθρογράφος υπογραμμίζει, ακόμη, ότι «ο παραλογισμός είναι ότι εάν οι Βορειοευρωπαίοι απαλλάσσονταν από την εμμονή της επιβολής πόνου, τότε θα ήταν εύκολο να διαμορφώσουν πολιτικές που θα επέτρεπαν να επωφεληθεί ολόκληρη η ήπειρος από την ανάπτυξη. Εάν χαλάρωνε ο στόχος του ελλείμματος για την Ελλάδα, τότε η χώρα θα μπορούσε να αναπτυχθεί πολύ πιο γρήγορα, ενώ εάν η απαίτηση για πρωτογενές πλεόνασμα βρίσκονταν στο 1% σε σχέση με το ΑΕΠ, αντί του 4%, τότε το ΑΕΠ της χώρας θα αυξάνονταν κατά 4,5% χάρη στις πρόσθετες κρατικές δαπάνες. Στην πραγματικότητα, από τη στιγμή που η πρόσθετη ανάπτυξη θα οδηγούσε σε αύξηση των φορολογικών εσόδων η οικονομία της Ελλάδας θα αναπτύσσονταν άνω του 6%».