Σε ύφεση αναμένεται να ολισθήσει το 2015 η οικονομία της Ρωσίας, υφιστάμενη τις συνέπειες των οικονομικών κυρώσεων που επέβαλαν στη χώρα τα κράτη της Δύσης και παράλληλα της πτώσης της τιμής του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές, γεγονός που μειώνει τα δημόσια έσοδά της, αυξάνει τον πληθωρισμό και ρίχνει το ρούβλι, χωρίς να διαφαίνεται αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα κάποια ελπίδα να αναστραφεί η κατάσταση στο πεδίο της οικονομίας για τη Μόσχα.
Έπειτα από χρόνια ανάπτυξης υπό την προεδρία του Βλαντίμιρ Πούτιν, εξαιρουμένης της περιόδου της κρίσης του 2008, η Ρωσία οδεύει προς ένα δύσκολο οικονομικό μέλλον, παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις από το Κρεμλίνο.
Την επομένη μιας ημέρας που το ρούβλι υπέστη μεγάλη πτώση της ισοτιμίας του στις αγορές συναλλάγματος έναντι του δολαρίου και του ευρώ, συνεχίζοντας την τάση που καταγράφεται από τις αρχές της χρονιάς, το ρωσικό υπουργείο Οικονομίας έδωσε στη δημοσιότητα τις προβλέψεις του για το 2015 — με όλους τους δείκτες να είναι πτωτικοί.
Ενώ η κυβέρνηση προέβλεπε προηγουμένως αύξηση του ΑΕΠ της χώρας έως και κατά 1,2%, πλέον αναμένει συρρίκνωση -0,8%.
Η ρωσική κυβέρνηση εξάλλου αναμένει ότι το 2014 η ανάπτυξη θα φθάσει το 0,6% (από 0,5%) προηγουμένως), καθώς ο ρυθμός της το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, σύμφωνα με τον Αλεξέι Βέντεφ, τον υφυπουργό Οικονομικών, είτε θα είναι «μηδενικός, είτε σε μικρή πτώση».
Εξάλλου ο υπουργός Οικονομικών της Ρωσίας Αντόν Σιλουάνοφ δήλωσε σήμερα ότι το ρούβλι, το νόμισμα της χώρας, βρίσκεται σε πολύ κατώτερη θέση από αυτή που θα έπρεπε κανονικά σε ό,τι αφορά τη συναλλαγματική του ισοτιμία, υπολογίζοντας ότι αυτή αντιστοιχεί σήμερα σε μια τιμή του πετρελαίου διεθνώς πολύ κάτω από τα $60 ανά βαρέλι.
Ο Σιλουάνοφ είπε στους δημοσιογράφους ότι ενδέχεται να σταθεροποιηθεί το επόμενο έτος σε μια ισοτιμία 45:1 έναντι του δολαρίου, εάν οι τιμές του αργού βρίσκονται περί τα $80/βαρέλι και εάν η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας συνεχίζει να κάνει παρεμβάσεις στις αγορές.
Νωρίτερα σήμερα το ρούβλι κατέγραφε νέα πτώση 3,6% και συναλλασσόταν σε μια ισοτιμία 1:53,07 έναντι του δολαρίου, την ώρα που το πετρέλαιο Μπρεντ επίσης κατέγραφε πτώση, στα $72 το βαρέλι. Συνολικά μέσα στο έτος, το ρούβλι έχει χάσει πάνω από 40% της αξίας του έναντι του ευρώ και 60% έναντι του δολαρίου.
Η σχεδόν ελεύθερη πτώση του επιταχύνθηκε μετά την απόφαση του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) τα κράτη μέλη του να διατηρήσουν αμετάβλητο το επίπεδο της παραγωγής τους, παρά την υπεραφθονία της προσφοράς.
Η απόφαση αυτή πιθανόν θα σηματοδοτήσει νέα πτώση των τιμών του αργού διεθνώς — ήδη, η τιμή του έχει πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών, πλήττοντας το ρούβλι όπως και τα ρωσικά δημόσια έσοδα σε πολύ σημαντικό βαθμό, δεδομένου ότι η Μόσχα εξασφαλίζει σχεδόν τα μισά της κρατικά έσοδα από τις πωλήσεις πετρελαίου.
Η Μόσχα διεμήνυσε ότι θα μειώσει τις εξαγωγές αργού κατά 5 εκατ. βαρέλια την ημέρα σε μια προσπάθεια να μειώσει κάπως την προσφορά στις αγορές.
Ο υφυπουργός Οικονομικών Βέντεφ επισήμανε ότι η οικονομική κρίση που γνωρίζει η Ρωσία το τρέχον διάστημα δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στον πετρελαϊκό παράγοντα.
«Η ρωσική οικονομία είναι εκτεθειμένη σε μια κρίση τριών τύπων ή παράγοντες αστάθειας: διαρθρωτικής, κερδοσκοπικής και γεωπολιτικής (φύσης)», τόνισε ο Βέντεφ και πρόσθεσε πως θα ήταν εσφαλμένο να θεωρήσει κανείς ότι «ο ρυθμός ανάπτυξης της ρωσικής οικονομίας συρρικνώνεται απλώς και μόνο λόγω της μείωσης των τιμών του πετρελαίου».
Η κρίση συνοδεύεται από μια μαζική φυγή κεφαλαίων, η οποία αναμένεται να ανέλθει συνολικά σε $125 δισεκ. το 2014 πριν μειωθεί στα $90 δισεκ. την επόμενη χρονιά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομίας.
Παράλληλα οι Ρώσοι πολίτες καλούνται να αντιμετωπίσουν έναν πληθωρισμό που αναμένεται να ανέλθει στο 9% για φέτος και στο 10% το πρώτο εξάμηνο του 2015. Τα εισαγόμενα είδη είναι αυτά οι τιμές των οποίων αυξάνονται με τη μεγαλύτερη ταχύτητα, όπως για παράδειγμα τα προϊόντα της αμερικανικής εταιρείας τεχνολογίας Apple, οι τιμές των οποίων αυξήθηκαν αλματωδώς (ως και 25%) την περασμένη εβδομάδα. Εξάλλου, σύμφωνα με ρωσικά ΜΜΕ, οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων αναμένεται να αυξηθούν κατά 12% και πλέον.