Την πάγια θέση του κόμματός του για την επιβολή του αποκαλούμενου «φόρου εκατομμυριούχων», υποστήριξε ο καγκελάριος της Αυστρίας και αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών, Βέρνερ Φάιμαν, στη χθεσινοβραδινή συνέντευξή του εφ’ όλης της ύλης στο πλαίσιο των παραδοσιακών «Θερινών Συνομιλιών» των αρχηγών των αυστριακών πολιτικών κομμάτων, στη δημόσια Αυστριακή Τηλεόραση.
Με «πλήρη αυτοπεποίθηση» ο καγκελάριος, ο οποίος, στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα για τις εθνικές εκλογές πέρσι το Σεπτέμβριο και έπειτα από τη μαζική απαίτηση των κομματικών οργανώσεων, είχε υποσχεθεί την υιοθέτηση ενός τέτοιου φόρου, τόνισε πως θα ενταθεί η σχετική «καμπάνια» και πως, αν αυτό αποτελεί αιτία αντιπαράθεσης με τον εταίρο των Σοσιαλδημοκρατών στον κυβερνητικό συνασπισμό (σ.σ. το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα), τότε αξίζει να υπάρξει αυτή η αντιπαράθεση.
Ο ίδιος άφησε να εννοηθεί πως παρατηρείται στο Λαϊκό Κόμμα κινητικότητα μετά την πρόσφατη αλλαγή, στα τέλη του περασμένου μήνα, στην αρχηγία του, με την αντικατάσταση του παραιτηθέντα Μίχαελ Σπίντελεγκερ από τον Ράινχολντ Μιτερλένερ, στο θέμα μείωσης του φόρου εισοδήματος, όχι όμως ακόμη στο θέμα της επιπλέον φορολόγησης του 1% των Αυστριακών, που κατέχει πάνω από 400 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ανακοινώνοντας πως οι αποφάσεις της κυβέρνησης για τις φορολογικές ελαφρύνσεις θα ληφθούν μέσα στο 2015, ο Βέρνερ Φάιμαν επισήμανε ότι η επιχειρηματολογία είναι με το μέρος του, ως προς τη διαφορά με τον κυβερνητικό εταίρο του στο θέμα του «φόρου εκατομμυριούχων», που έχει στόχο, όπως είπε, τη φορολόγηση για παράδειγμα κληρονομιών άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ.
Λίγο πριν από την χθεσινοβραδινή συνέντευξή του στη δημόσια Αυστριακή Τηλεόραση ο Αυστριακός καγκελάριος είχε δηλώσει ότι υιοθετεί ως γραμμή του κόμματός του το μοντέλο φορολογικής μεταρρύθμισης που προτάθηκε πρόσφατα από την Αυστριακή Συνομοσπονδία Συνδικάτων και το Εργατικό Επιμελητήριο Αυστρίας.
Το μοντέλο αυτό προβλέπει έξι φορολογικές κλίμακες για το φόρο εισοδήματος και συγκεκριμένα: φόρο 25% για εισοδήματα 11.000-20.000 ευρώ, 34% για εκείνα από 20.000-30.000, 38% για εισοδήματα μεταξύ 30.000 και 45.000, 43% στα εισοδήματα από 45.000-60.000, ενώ τα εισοδήματα μεταξύ 60.000 και 80.000 ευρώ θα φορολογούνται με 47% και εκείνα άνω των 80.000 με συντελεστή 50%.
Το μοντέλο για τον αποκαλούμενο «φόρο εκατομμυριούχων», που προωθεί το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του και υιοθετεί ο καγκελάριος Φάιμαν, ενόψει και του κομματικού συνεδρίου τον ερχόμενο Νοέμβριο, το οποίο αναμένεται να τον επανεκλέξει με μεγάλη πλειοψηφία αρχηγό του, είχε παρουσιάσει προ διμήνου ο Αυστριακός υπουργός Καγκελαρίας και στέλεχος των Σοσιαλδημοκρατών, Γιόζεφ Οστερμάγιερ.
Ο φόρος θα αφορά τους 80.000 πλουσιότερους Αυστριακούς (δηλαδή το 1% του συνολικού πληθυσμού των 8,5 εκατομμυρίων κατοίκων), οι οποίοι θα «επιβαρυνθούν» με φορολόγηση κατά 0,1 – 0,9% της περιουσίας τους, με αφορολόγητο το πρώτο εκατομμύριο ευρώ, κάτι που, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, θα αποφέρει στο αυστριακό κράτος, μαζί με το φόρο κληρονομιάς και δωρεάς, επιπλέον φορολογικά έσοδα ύψους δύο δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως.
Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της πόλης Λιντς, το πλουσιότερο 1% του αυστριακού πληθυσμού διαθέτει σήμερα πάνω από 470 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό από το οποίο αν αφαιρεθεί το αφορολόγητο του ενός εκατομμυρίου για τους 80.000 Αυστριακούς εκατομμυριούχους, παραμένει ένα φορολογητέο ποσό 390 δισεκατομμυρίων ευρώ, ως περιουσία σε ρευστά, μετοχές ή ακίνητα.
Με ένα μέσο δείκτη φορολόγησης στο 0,5% —που ισχύει και στη γειτονική Ελβετία— τα επιπλέον ετήσια έσοδα από φορολογία θα ανέρχονται, στη βάση αυτής της πανεπιστημιακής έρευνας, σε 1,95 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όπως είχε επισημάνει ο υπουργός Καγκελαρίας, αυτός ο φόρος δεν αναμένεται να πλήξει σε καμιά περίπτωση τα μεσαία στρώματα ούτε τους ιδιοκτήτες κατοικιών, ενώ δεν θα συνοδεύεται με «εφόδους των εφοριακών σε υπνοδωμάτια και κομοδίνα», καθώς, όπως συμβαίνει και στην Ελβετία, η πρόταση των Αυστριακών Σοσιαλδημοκρατών για τον «φόρο εκατομμυριούχων», προβλέπει την οικειοθελή δήλωση της περιουσιακής κατάστασης από τους ενδιαφερόμενους.
Το ό,τι αυτό μπορεί να λειτουργήσει, απέδειξε η ως τώρα εφαρμογή του στη γειτονική Ελβετία, όπου μάλιστα τα έσοδα από το «φόρο πλουσίων» υπερβαίνουν τα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.