Περίπλοκες και χρονοβόρες παραμένουν οι επιστροφές ΦΠΑ και αντίστοιχων έμμεσων φόρων στις περισσότερες χώρες, όπως αποδεικνύεται από την έρευνα «VAT/GST Refunds 2014», την οποία διεξήγαγε η KPMG σε 65 χώρες.
Αναλυτικότερα, τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας συνοψίζονται, ως εξής:
– Είκοσι έξι από τις 65 χώρες διεκπεραιώνουν αρκετά αποτελεσματικά επιστροφές ΦΠΑ και αντίστοιχων έμμεσων φόρων προς ημεδαπές επιχειρήσεις. Ως αποτελεσματική διεκπεραίωση θεωρείται η ολοκλήρωση της επιστροφής εντός 56 ημερών (2,5 εργάσιμοι μήνες) από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης επιστροφής, χωρίς να απαιτείται προηγούμενος έλεγχος από τις αρμόδιες Αρχές. Στο υπόλοιπο 60% των επιχειρήσεων φαίνεται ότι οι αρχές της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας καταστρατηγούνται, καθώς, όταν οι χώρες αυτές πραγματοποιούν επιστροφές, παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις και αυξημένα κόστη για τις επιχειρήσεις.
– Είκοσι δύο από τις 65 χώρες, εκ των οποίων οι περισσότερες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλέπουν διαδικασίες επιστροφής ΦΠΑ και αντίστοιχων έμμεσων φόρων για αλλοδαπές επιχειρήσεις χωρίς μόνιμη εγκατάσταση, χωρίς να απαιτούν από τις επιχειρήσεις αυτές να ορίσουν κάποιον εκπρόσωπο. Ωστόσο, το 20% των χωρών απαιτεί τον ορισμό εκπροσώπου για τη διεκπεραίωση τέτοιων επιστροφών, προκαλώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο αύξηση των διαχειριστικών εξόδων, κάτι που είναι αντίθετο στις αρχές της αποτελεσματικότητας και της απλότητας.
– Το 15% των χωρών δεν προβαίνουν καθόλου σε επιστροφές προς ημεδαπές επιχειρήσεις ή προβλέπουν τέτοιες επιστροφές σε περιορισμένες περιπτώσεις. Με το αντίστοιχο ποσοστό για αλλοδαπές επιχειρήσεις χωρίς μόνιμη εγκατάσταση να ανέρχεται στο 29%, καταδεικνύονται διακρίσεις μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών επιχειρήσεων σε μεγάλο αριθμό χωρών, κάτι που αντίκειται στην αρχή της ουδετερότητας.
– Ως αναμενόμενη κρίνεται η διαπίστωση ότι οι περισσότερες δυσκολίες και καθυστερήσεις σε επιστροφές παρατηρούνται, κυρίως, σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα, καθώς και σε χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουν σημαντικές δημοσιονομικές προκλήσεις.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, στην Ελλάδα, οι επιστροφές ΦΠΑ προς αλλοδαπές επιχειρήσεις χωρίς μόνιμη εγκατάσταση γίνονται με αρκετά ικανοποιητικούς ρυθμούς, ειδικά, όταν αφορούν επιχειρήσεις με έδρα σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς για τις επιχειρήσεις αυτές η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει ένα πολύ συγκεκριμένο και ευνοϊκό πλαίσιο επιστροφών.
Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλες χώρες της ΕΕ, η Ελλάδα πραγματοποιεί παρόμοιες επιστροφές σε μη κοινοτικές επιχειρήσεις, μόνο εφόσον είναι εγκατεστημένες στην Ελβετία ή τη Νορβηγία, καθώς είναι οι μόνες χώρες με τις οποίες πληρείται ο όρος της αμοιβαιότητας.
Σε ό,τι αφορά τις ημεδαπές επιχειρήσεις, σημαντική βελτίωση παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στους χρόνους επιστροφής του ΦΠΑ, μετά και τις σχετικά πρόσφατες ρυθμίσεις στη σχετική νομοθεσία. Παρόλα αυτά, τα τελευταία στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων δείχνουν ότι το διάστημα αναμονής παραμένει μεγάλο, καθώς κατά μέσο όρο αγγίζει τους 10 μήνες, ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπερβαίνει ακόμα και τη διετία.
Ωστόσο, οι παραπάνω καθυστερήσεις δεν συνιστούν ελληνική αποκλειστικότητα. Σύμφωνα με την έρευνα «VAT/GST Refunds 2014», την οποία διεξήγαγε η KPMG σε 65 χώρες, παρόμοια προβλήματα παρουσιάζονται σε μεγάλο αριθμό χωρών. Πιο συγκεκριμένα, η εν λόγω έρευνα διεξήχθη, με στόχο να καταγράψει δυσκολίες στις διαδικασίες επιστροφής ΦΠΑ και αντίστοιχων έμμεσων φόρων με βάση τις διεθνώς αποδεκτές αρχές της ουδετερότητας, της αποτελεσματικότητας, της απλότητας και της αποδοτικότητας.
Συμπερασματικά, καταδεικνύεται ότι οι επιστροφές ΦΠΑ και αντίστοιχων έμμεσων φόρων παραμένουν περίπλοκες και χρονοβόρες στις περισσότερες χώρες. «Έτσι, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις παρατηρείται παράλληλα και η ύπαρξη σημαντικών διακρίσεων μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών επιχειρήσεων, προκύπτει ότι ο τρόπος με τον οποίο πολλές χώρες αντιμετωπίζουν υποχρεώσεις τους απέναντι στις επιχειρήσεις υπονομεύει την επιχειρηματικότητα και την εξωστρέφεια και λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας για την ίδια τους την οικονομική ανάπτυξη», επισημαίνεται στην έρευνα.