Σε ενδεχόμενη σύγκρουση του υπουργού Ανάπτυξης κ. Νίκου Δένδια και του νέου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Στουρνάρα θα οδηγήσει το θέμα της διαχείρισης των προβληματικών στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών.
Ο υπουργός Ανάπτυξης, μιλώντας χθες σε εκδήλωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), αναφέρθηκε στην ανάγκη διαμόρφωσης πλαισίου εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης των επιχειρηματικών χρεών αξιοποιώντας τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές, το οποίο μάλιστα χαρακτήρισε ως «χρέος της Πολιτείας». Ο ίδιος ανέφερε πως οι όποιες παρεμβάσεις θα εφαρμοσθούν με αλλαγές στο Πτωχευτικό Δίκαιο, ώστε με ταχείες διαδικασίες αφενός οι τράπεζες να μπορούν να απεγκλωβιστούν αφετέρου οι βιώσιμες επιχειρήσεις να επιστρέφουν στην ανάπτυξη.
Η θέση του υπουργείου Ανάπτυξης όμως δεν φαίνεται απόλυτα συμβατή με τους σχεδιασμούς του Γ. Στουρνάρα και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει σχεδιάσει τους βασικούς άξονες δράσης της για τα επόμενα χρόνια οι οποίοι αφορούν κυρίως: (α) στον εξορθολογισμό του κόστους λειτουργίας των τραπεζών και την εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου μέσω οργανικής κερδοφορίας, (β) στην απεμπλοκή των ιδρυμάτων από μη αμιγώς τραπεζικές εργασίες, (γ) στον επανασχεδιασμό των δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό και (δ) στην ενεργό διαχείριση των προβληματικών στοιχείων του ενεργητικού τους.
Ιδίως όσον αφορά στη διαδικασία της ενεργού διαχείρισης του χαρτοφυλακίου δανείων των τραπεζών, η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί πως η βελτίωση της εισπραξιμότητας των μέχρι σήμερα μη εξυπηρετούμενων δανείων και η πρόνοια για την αποφυγή δημιουργίας νέων αποτελούν προαπαιτούμενα για την ενίσχυση της δυνατότητας των τραπεζών να αυξήσουν την προσφορά πιστώσεων στην οικονομία. Στην κατεύθυνση αυτή θεωρεί πως υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης της μέχρι σήμερα ακολουθούμενης πολιτικής των τραπεζών. Σε καμία περίπτωση ωστόσο η Κεντρική Τράπεζα δεν μιλά για κούρεμα κόκκινων επιχειρηματικών δανείων όπως ανοικτά κάνει η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης.
Υπενθυμίζεται πως το ΔΝΤ στη τελευταία του έκθεση ξεκαθάρισε πως οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών θα επανεξεταστούν στο πλαίσιο της επικείμενης αξιολόγησης τον Σεπτέμβριο. Το Ταμείο υποστηρίζει πως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν σήμερα μια «σοβαρή απειλή» για την ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να στηρίξουν την ανάκαμψη. Επιμένει δε πως τα τεστ της Τράπεζας της Ελλάδος υιοθέτησαν «αισιόδοξες παραδοχές» σχετικά με την ικανότητα των τραπεζών να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Σχετικά αναφέρει πως στα αποτελέσματα του τεστ κόπωσης, της Τράπεζας της Ελλάδα οι εκτιμώμενες ανάγκες κεφαλαίου προσδιορίζονται στα 6,4 δισ. ευρώ σύμφωνα με το βασικό σενάριο και στα 9,4 δισ. ευρώ σε σχέση με το δυσμενές σενάριο. Ωστόσο, το ΔΝΤ διατυπώνει ενστάσεις επί της μεθοδολογίας της Τράπεζας της Ελλάδα λέγοντας πως κατά τις δικές τους παραδοχές τόσο η αθέτηση των υποχρεώσεων των δανειοληπτών, όσο και το πιθανώς δυσμενέστερο μακροοικονομικό σενάριο θα μπορούσαν να γεννήσουν επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες άνω των 6 δισ. ευρώ για τις ελληνικές τράπεζες.
Το ΔΝΤ ξεκαθαρίζει πως «δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τη σταθερότητα» του τραπεζικού συστήματος, ωστόσο προειδοποιεί ότι οι κεφαλαιακοί περιορισμοί θα αναγκάσουν τις τράπεζες σε παρατεταμένη απομόχλευση, με συνακόλουθο κίνδυνο για την οικονομία. Κατά την άποψη του ΔΝΤ, «είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να μην διστάσουν να αναγκάσουν τις τράπεζες να αναγνωρίσουν τις απώλειες με βάση πιο ρεαλιστικές παραδοχές».
Η φρασεολογία του ΔΝΤ έρχεται πιο κοντά σε αυτή του υπουργού Ανάπτυξης, ωστόσο συγκρούεται με την άποψη του Γ. Στουρνάρα, κάτι που αναμένεται να διαφανεί και αύριο κατά την ακρόαση του νέου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στη Βουλή.