Μετά την υποχώρηση της απόδοσης του ετήσιου εντόκου σε αρνητικό πεδίο (-0,26%) στη χθεσινή δημοπρασία, σήμερα σε νέο ιστορικό χαμηλό 0,571%) υποχώρησε η απόδοση του 10ετους ομολόγου. H απόδοση του 5ετούς βρέθηκε επίσης μία ανάσα πάνω από το 0 (0,015%).
Η νέα κούρσα στην αγορά ομολόγων σε ολόκληρη την ευρωζώνη πυροδοτήθηκε μετά την υπαναχώρηση της Πολωνίας και της Ουγγαρίας στο βέτο που είχαν θέσει τον Προϋπολογισμό της ΕΕ, και ειδικότερα στη χρηματοδότηση του νέου υπερταμείου Ανάκαμψης, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τη σύστασή του. Στη θετική αυτή εξέλιξ,η η οποία θα επιτρέψει τη σημαντική ροή πόρων προς τις χώρες της ΕΕ, προστέθηκε σήμερα το νέο πακέτο μέτρων που εξήγγειλε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ. Με το νέο αυτό πακέτο (το οποίο μεταξύ άλλων περιλαμβάνει αυξημένες αγορές ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά και παροχή ακόμη περισσότερης φθηνής ρευστότητας προς τις τράπεζες) δημιουργούνται ακόμη πιο ευνοϊκές νομισματικές συνθήκες στην ευρωζώνη και παρέχεται μεγαλύτερη ευχέρεια στις εθνικές κυβερνήσεις να χρηματοδοτήσουν την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που εφαρμόζουν προκειμένου να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπειες από την κρίση της πανδημίας.
Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) καταγράφηκαν συναλλαγές 183 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 24 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 0,57% έναντι -0,60% του αντίστοιχου γερμανικού, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,17%.
Στην αγορά συναλλάγματος, ενισχύεται το ευρώ έναντι του δολαρίου με αποτέλεσμα να διαπραγματεύεται νωρίς το απόγευμα στα 1,216 δολ,, από το 1,208 δολ. που άνοιξε η αγορά.
Η ενδεικτική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου που ανακοίνωσε η ΕΚΤ διαμορφώθηκε στα 1,2115 δολ.
Επιπλέον ελληνικά ομόλογα ύψους 10-15 δισ. ευρώ θα είναι σε θέση να αγοράσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά τη επέκταση του προγράμματος πανδημίας PEPP που ανακοίνωσε η πρόεδρος της Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ. Με την εξέλιξη αυτή καλύπτεται σχεδόν το σύνολο των δανειακών αναγκών του ελληνικού Δημοσίου για το 2022.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, προβλέποντας ότι η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας θα είναι πιο βραδεία, απ΄ ό,τι εκτιμούσε τον περασμένο Σεπτέμβριο, αποφάσισε ν΄ αυξήσει τη “δύναμη πυρός” των μέτρων που εφαρμόζει προκειμένου να διαμορφώσει ακόμη πιο ευνοϊκές για την ανάπτυξη νομισματικές συνθήκες. Στο πλαίσιο αυτό αυξάνει κατά 500 δισ. ευρώ το πρόγραμμα αγοράς τίτλων λόγω πανδημίας (ΡΕΡΡ), στα 1,85 τρισ. ευρώ, επεκτείνοντας παράλληλα τον ορίζοντα εφαρμογής του έως τον Μάρτιο του 2022 (από τον Ιούνιο του 2021 που έληγε αρχικώς).
Σημειώνεται ότι μέχρι τέλος Νοεμβρίου στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, στο οποίο ακολουθούνται πιο ευέλικτοι κανόνες σε σχέση με τα υπόλοιπα, η ΕΚΤ είχε αγοράσει ομόλογα αξίας 651,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,3 δισ. ευρώ ήταν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Μετά την επέκταση του προγράμματος στα 1,85 τρισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων και των ομολόγων υπερεθνικών οργανισμών που μετέχουν στο πρόγραμμα), η ΕΚΤ θα μπορεί σύμφωνα με την ποσόστωση της Ελλάδος (2,4715%) να αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους έως και 40 δισ. ευρώ έως το τέλος του προγράμματος. Σημειώνεται ότι από το σύνολο του δημοσίου Χρέους (364,8 δισ. ευρώ) τα ομόλογα που είναι διαπραγματεύσιμα στην αγορά ανέρχονται σε περίπου 64,5 δισ. ευρώ το 2020 και θα φθάσουν τα 74 δισ. ευρώ το 2021.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε επίσης να διατηρήσει τα επιτόκια στα ίδια ή ακόμη χαμηλότερα επίπεδα για όσο διάστημα απαιτείται. Για την ενίσχυση της ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος η Κρ. Λαγκάρντ επισήμανε ότι οι τράπεζες έχουν αρχίσει να περιορίζουν τις χορηγήσεις του. Παρά ταύτα αποφασίστηκε ακόμη να προσφέρει στις τράπεζες τέσσερις επιπρόσθετες πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης έκτακτης ανάγκης πανδημίας (PELTRO) το 2021.
Επίσης αποφάσισε να αναβαθμίσει περαιτέρω τους όρους της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III). Συγκεκριμένα, παρατείνεται η περίοδος κατά την οποία θα ισχύουν πολύ πιο ευνοϊκοί όροι έως δώδεκα μήνες, έως τον Ιούνιο του 2022. Τρεις πρόσθετες πράξεις θα διεξαχθούν επίσης μεταξύ Ιουνίου και Δεκεμβρίου 2021.
Τέλος, οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) θα συνεχιστούν με μηνιαίο ρυθμό 20 δισ. ευρώ.
Τα πρόσθετα μέτρα που αποφάσισε η ΕΚΤ αντανακλούν τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας τόσο για την ανάκαμψη της οικονομίας όσο και την εξέλιξη του πληθωρισμού. Για φέτος η ΕΚΤ είναι ελαφρώς πιο αισιόδοξη, εκτιμώντας ότι η το ΑΕΠ στην Ευρωζώνη θα μειωθεί κατά 7,3% έναντι -8% που προέβλεπε τον Σεπτέμβριο. Όμως για το 2021 και το 2022 προβλέπει πιο συγκρατημένη άνοδο του ΑΕΠ εκτιμώντας ότι ο ρυθμός αύξησης του θα διαμορφωθεί στο 3,9% και 4,2% (έναντι 5% και 3,2% που προέβλεπε αντιστοίχως τον Σεπτέμβριο).