Απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις του Economist για τις προοπτικές ανάπτυξης της ευρωπαϊκής περιφέρειας, καθώς όπως προειδοποιεί η θεαματική πτώση των αποδόσεων στα ελληνικά, ιταλικά και πορτογαλικά ομόλογα αποτελούν μια «φούσκα».
«Η κρίση δεν έχει λυθεί και τα προβλήματα παραμένουν», υπογραμμίζει το γνωστό περιοδικό, ενώ ειδική αναφορά γίνεται στην Ελλάδα. «Στις 10 Απριλίου, μόλις δύο χρόνια αφότου η Ελλάδα προχώρησε στη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους στην Ιστορία, η Αθήνα άντλησε 3 δισ. ευρώ, με πενταετή ομόλογα και απόδοση μικρότερη του 5%», αναφέρει ο Economist. Και συμπληρώνει:
«Είναι δελεαστικό να πει κανείς πως αυτό είναι απόδειξη ότι η ευρωκρίση τελείωσε. Πως τα χρόνια των δύσκολων μεταρρυθμίσεων αποδίδουν και ότι οι χαμηλότερες αποδόσεις των ομολόγων σύντομα θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερες επενδύσεις και ταχύτερη ανάπτυξη. Δελεαστικό, αλλά κατά κύριο λόγο λάθος. Αφενός γιατί υπάρχει η σκληρή αριθμητική του αποπληθωρισμού. Με τις τιμές να μειώνονται σε αρκετές χώρες της περιφέρειας, το πραγματικό βάρος του χρέους ενισχύεται. Αφετέρου, διότι μεγάλο μέρος της μείωσης των αποδόσεων αντικατοπτρίζει την ελπίδα των επενδυτών ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αρχίσει να τυπώνει χρήμα. Ελπίδες που είναι πιθανόν να διαψευστούν», αναφέρει το βρετανικό περιοδικό.
«Το βάρος χρέους μίας χώρας εξαρτάται από το πόσα χρωστάει, αλλά και από το χάσμα ανάμεσα στον ρυθμό ανάπτυξης και στα πραγματικά επιτόκια που πρέπει να πληρώσει. Και στα δύο, οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας δεν έχουν καλή επίδοση. Οι περισσότερες έχουν χρέη που υπερβαίνουν το 100% του ΑΕΠ. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, από την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας μέχρι την απελευθέρωση κάποιων κλάδων, δεν ήταν αρκετά δραστικές για να αλλάξουν τις προοπτικές ανάπτυξης. Έτσι, το πιθανότερο είναι πως η ανάπτυξη θα παραμείνει αδύναμη και ο αποπληθωρισμός θα ενταθεί περισσότερο».