Αταλάντευτη είναι η δέσμευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για τη στήριξη του ιδιωτικού τομέα και αυτό θα φανεί στην πράξη τους επόμενους μήνες, όπως επισήμανε απόψε, από τη Θεσσαλονίκη, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ), Αλέξανδρος Τουρκολιάς, μιλώντας από το βήμα εκδήλωσης του Διεθνούς Πανεπιστημίου (ΔΙΠΑΕ).
«Η δέσμευσή μας να στηρίξουμε ενεργά τον ιδιωτικό τομέα, με βασικό κριτήριο αξιολόγησης το δυναμισμό και την εξωστρέφεια, είναι αταλάντευτη και θα φανεί στην πράξη κατά τους επόμενους μήνες», επισήμανε ο κ.Τουρκολιάς.
Καταβάλαμε πολύ μεγάλο κόστος για να δειλιάσουμε τώρα
Επισήμανε ακόμη ότι το κοινωνικό και οικονομικό κόστος που έχει καταβάλει η Ελλάδα είναι πολύ μεγάλο για να λοξοδρομήσουμε ή να δειλιάσουμε. «Η ώρα για το αποφασιστικό βήμα προς την αναπτυξιακή πορεία έχει φθάσει. Οι μάχες οπισθοφυλακών και τα κατάλοιπα πολύχρονων παθογενειών δεν είναι δυνατό να εκλείψουν εν μία νυκτί, αλλά στόχος είναι να τεθούν έγκαιρα στο περιθώριο», είπε χαρακτηριστικά.
Εντός του 2014 η αρχή της εξόδου από την κρίση
Κατά τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΤΕ, «η ελληνική οικονομία βαδίζει σε πολύ πιο σταθερό έδαφος, με τις ενδείξεις της επερχόμενης ανάκαμψης της οικονομίας και αρχής εξόδου από την κρίση -εντός του 2014- να είναι, πλέον, ισχυρές».
Πλησιάζει η στιγμή που οι αγορές θα ανοίξουν
Σύμφωνα με τον κ.Τουρκολιά, το χρονικό σημείο ανοίγματος των αγορών για το ελληνικό δημόσιο, αλλά και για το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα, πλησιάζει.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στον ρόλο μιας επιχειρηματικότητας απελευθερωμένης από στρεβλώσεις και παρεμβάσεις, ενώ αναφερόμενος στην πολιτεία επισήμανε ότι οι πρωτοβουλίες της πρέπει να επικεντρώνονται στη δημιουργία ενός αξιόπιστου και πολύπλευρα ελκυστικού και ανταγωνιστικού επιχειρηματικού πλαισίου.
«Πρέπει να αφήσουμε τις δυνάμεις της αγοράς να σφυρηλατήσουν με υγιή και ανταγωνιστικά κίνητρα το μελλοντικό παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας», τόνισε και πρόσθεσε ότι εκτός από τη δημοσιονομική εξυγίανση είναι αναγκαίο να προωθηθεί και η εμπέδωση της φορολογικής αποτελεσματικότητας και δικαιοσύνης. Οπως είπε, όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι που θα φέρουν στην Ελλάδα τους μεγάλους ξένους επενδυτές.
Πρόκληση η ενεργή στήριξη των συμπολιτών μας
Οι προκλήσεις, κατά τον κ.Τουρκολιά, παραμένουν μεγάλες. «Κυρίως αφορούν την ενεργή στήριξη και αποκατάσταση της προοπτικής μεγάλου αριθμού συμπολιτών μας, που επωμίστηκαν εξαιρετικά υψηλό κόστος, για να μπορούμε σήμερα να συζητάμε για την προοπτική μιας καλύτερης επόμενης μέρας για τη χώρα μας», τόνισε.
Κατά τον ίδιο, «είναι υποχρέωσή μας, να εξασφαλίσουμε τις συνθήκες για ταχεία μετακύλιση του οφέλους από την αποκατάσταση χρόνιων ανισορροπιών στην πραγματική οικονομία, στον άνεργο και την υγιή επιχειρηματικότητα. Δεν αναφέρομαι απλώς στη στενή έννοια του δημοσιονομικού πλεονάσματος και τα όποια περιθώρια κοινωνικής πολιτικής αφήνει, αλλά στη δημιουργία του κατάλληλου εξωστρεφούς παραγωγικού περιβάλλοντος, που […]να μεταφραστεί άμεσα σε κοινωνικό όφελος, καθώς και σε δημιουργία θέσεων εργασίας».
Ε. Χριστοδούλου: Η εξωστρέφεια διακύβευμα των Ευρωεκλογών
Μιλώντας στην ίδια εκδήλωση, ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Τίμος Χριστοδούλου, χαρακτήρισε ως διακύβευμα των ευρωεκλογών του Μαΐου την εξωστρέφεια.
Όπως είπε, οι δυνάμεις του ευρωσκεπτικισμού ανά την Ευρώπη στοχεύουν ακριβώς στην ενδοστρέφεια, η οποία όμως αποτελεί καταστροφική προοπτική τόσο για την Ευρώπη συνολικά, όσο και για κάθε χώρα ξεχωριστά.
Αναφερόμενος στην ελληνική οικονομία, επισήμανε ότι για την ενίσχυση της εξωστρέφειάς της “πρέπει καταρχάς να στραφούμε προς τις αγορές, αποφεύγοντας την πεπατημένη, αναζητώντας τις ευκαιρίες πέραν των παραδοσιακών αγορών και εξερευνώντας νέα πεδία.
Ο ίδιος επισήμανε ακόμη ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει στη χώρα ένα ποσοστό πληθυσμού, που -ενδεικτικά- ανέρχεται στο 80%,το οποίο “λίγο πολύ τα βγάζει πέρα” και ένα 20%, που υποφέρει και βρίσκεται στα όρια της απελπισίας.
“Είναι προς τιμήν της χώρας ότι προσπαθεί να διαμορφώσει πολιτική, που λαμβάνει πρόνοια γι’ αυτό το 20%. Δυστυχώς όμως, αυτό είναι λάθος, διότι το να λύσεις το πρόβλημα του 20% είναι ζήτημα προνοιακό και όχι οικονομικό. Όταν προσπαθείς να εφαρμόσεις οικονομικά μέτρα για την αντιμετώπισή του είναι σφάλμα, γιατί εστιάζοντας στο 20% δεν επιτρέπεις στο 80% να δημιουργήσει πλεόνασμα, ώστε μετά να παρέχει και την πρόνοια. Νωρίτερα ή αργότερα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε αυτό και να αλλάξουμε πολιτική”, υπογράμμισε.
Έκανε, τέλος, λόγο για την ανάγκη επανεξέτασης της οικονομικής αξίας της παιδείας, που μπορεί να γίνει εξαγώγιμο προϊόν, με προπομπό το ΔΙΠΑΕ.