Η ελληνική Προεδρία έλαβε σήμερα από το Ecofin νέα διαπραγματευτική εντολή για να ξεκινήσει αύριο τις διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον κανονισμό για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης των τραπεζών (SRM), που θα αποτελέσει το δεύτερο πυλώνα της τραπεζικής ενοποίησης.
Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης αυτής, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών και προεδρεύων του Ecofin, Γιάννης Στουρνάρας, θα μεταβεί αύριο στο Στρασβούργο, προκειμένου να συμμετάσχει ο ίδιος στις συνομιλίες με τους ευρωβουλευτές. «Πάμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να πετύχουμε συμφωνία» δήλωσε ο Γ. Στουρνάρας.
Στόχος της ελληνικής Προεδρίας είναι η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τις 21 Μαρτίου, καθώς η νομοθετική διαδικασία για τον μηχανισμό εκκαθάρισης θα πρέπει να προλάβει να επικυρωθεί στην τελευταία σύνοδο της παρούσας Ευρωβουλής, στα μέσα Απριλίου.
Παρά τα στενά χρονικά περιθώρια, ο Γ. Στουρνάρας απέκλεισε το ενδεχόμενο να συγκληθεί έκτακτο Ecofin πριν από τις 20 Μαρτίου, τονίζοντας ότι η ελληνική Προεδρία εργάζεται για να υπάρξει από αύριο συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Οι διαπραγματεύσεις σήμερα ήταν δύσκολες» τόνισε ο Γ. Στουρνάρας, αλλά προσπαθήσαμε να συμβιβάσουμε τις διαφορετικές θέσεις των κρατών-μελών και τελικά λάβαμε νέα διαπραγματευτική εντολή από το Ecofin. «Νομίζω ότι μετακινηθήκαμε προς τους στόχους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως ένα βαθμό» πρόσθεσε στη συνέχεια ο Γ. Στουρνάρας, αποφεύγοντας ωστόσο να αναφερθεί στα βασικά σημεία της διαπραγμάτευσης.
Συγκεκριμένα, στο σημερινό Ecofin οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ συζήτησαν για το χρονοδιάγραμμα κεφαλαιοποίησης και αμοιβαιοποίησης του Ταμείου Εκκαθάρισης των τραπεζών (SRF). Το ζήτημα αυτό αποτελεί μία από τις βασικές διαφωνίες ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ θέλουν το Ταμείο να φθάσει στην πλήρη δυναμικότητά του (55 δισ. ευρώ) σε δέκα ή σε οχτώ χρόνια. Από την πλευρά του, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλει το Ταμείο να φθάσει στην πλήρη δυναμικότητά του σε τρία χρόνια.
Εξάλλου, βασική διαφωνία αποτελεί ο τρόπος λήψης αποφάσεων για την εκκαθάριση μιας προβληματικής τράπεζας. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ θέλουν την απόφαση για το κλείσιμο μίας τράπεζας της Ευρωζώνης να την παίρνει το Διοικητικό Συμβούλιο της Ενιαίας Αρχής Εκκαθάρισης, αλλά να έχουν λόγο και το συμβούλιο της Αρχής Εκκαθάρισης και οι εθνικές Αρχές. Όμως το Ευρωκοινοβούλιο δεν θέλει καμία ανάμειξη των εθνικών αρχών και επιθυμεί να είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ο μόνος θεσμός που θα αποφαίνεται αν μία τράπεζα είναι προβληματική και πρέπει να εκκαθαρισθεί.
Τούτων δοθέντων, η απόσταση που χωρίζει τις θέσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων από αυτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξακολουθεί να παραμένει σημαντική, εκτιμούν στις Βρυξέλλες.