Οι εργαζόμενες γυναίκες στην Ελλάδα, αμείβονται κατά μέσο όρο κατά 15% λιγότερο σε σχέση με τους άνδρες, σε σχέση με 16,4% λιγότερο, στην Ε.Ε. Αυτό αναδεικνύεται από τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των ανδρών και των γυναικών στην Ε.Ε. που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα, με αφορμή την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μισθολογικής Ισότητας που διοργανώνεται, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στις 28 Φεβρουαρίου για τέταρτη συνεχή χρονιά.
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι από τα πλέον πρόσφατα αριθμητικά στοιχεία προκύπτει ότι, το 2012, η διαφορά στους μισθούς μεταξύ ανδρών και γυναικών (η μέση διαφορά των ωριαίων αποδοχών μεταξύ ανδρών και γυναικών στο σύνολο της οικονομίας) παρέμεινε στάσιμη στο 16,4% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε., σε σχέση με το 2011, γεγονός που σημαίνει ότι οι γυναίκες εργάζονται 59 ημέρες δωρεάν μέχρις ότου φθάσουν τις αποδοχές των ανδρών. Επίσης, τα στοιχεία δείχνουν στασιμότητα ύστερα από μια ελαφρά πτωτική τάση τα τελευταία χρόνια, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό των προηγουμένων ετών ήταν γύρω στο 17% ή υψηλότερο.
Αυτή η ελαφρά πτωτική τάση εξηγείται, σύμφωνα με την Επιτροπή, από παράγοντες όπως το αυξανόμενο ποσοστό εργαζόμενων γυναικών υψηλού μορφωτικού επιπέδου και ο μεγαλύτερος αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης σε ορισμένους ανδροκρατούμενους κλάδους, όπως οι κατασκευές και οι μηχανολογικές εργασίες. Συνεπώς, η αλλαγή δεν οφείλεται μόνο στη βελτίωση των αμοιβών και των συνθηκών εργασίας των γυναικών.
«Η ίση αμοιβή για ίση εργασία είναι θεμελιώδης αρχή της Ε.Ε., αλλά, δυστυχώς, δεν έχει γίνει ακόμη πραγματικότητα για τις γυναίκες στην Ευρώπη» δήλωσε η αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος δικαιοσύνης, Βίβιαν Ρέντιγκ, σημειώνοντας ότι το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών μειώθηκε μόνο οριακά τα τελευταία χρόνια. Όπως σχολίασε η ίδια, η μικρή πτωτική τάση των τελευταίων ετών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική κρίση, που είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των αποδοχών των ανδρών και όχι στην αύξηση των αποδοχών των γυναικών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μείωση του μισθολογικού χάσματος στη Δανία, στην Τσεχία, στην Αυστρία, στις Κάτω Χώρες και στην Κύπρο, ενώ στην Πολωνία και στη Λιθουανία η πτωτική τάση αντιστράφηκε το 2012. Αντιθέτως το χάσμα στις αμοιβές μεταξύ ανδρών και γυναικών αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια στην Ουγγαρία, στην Πορτογαλία, στην Εσθονία, στη Βουλγαρία, στην Ιρλανδία και στην Ισπανία.
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι παράγοντες που παρεμποδίζουν τη μισθολογική ισότητα έχουν να κάνουν με την έλλειψη διαφάνειας των μισθολογικών συστημάτων, καθώς και με την έλλειψη νομικής σαφήνειας όσον αφορά τον ορισμό της εργασίας ίσης αξίας. Επιπλέον εμπόδιο αποτελεί το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι δεν διαθέτουν τα αναγκαία στοιχεία για να αξιώσουν με επιτυχία ίσες αμοιβές ή στοιχεία για τα επίπεδα των αμοιβών ανά κατηγορία εργαζομένων. Η μεγαλύτερη μισθολογική διαφάνεια θα μπορούσε να βελτιώσει την κατάσταση των ατόμων που πέφτουν θύματα διακρίσεων, καθώς αυτά θα ήταν σε θέση πλέον να συγκρίνουν ευκολότερα τις αμοιβές τους με αυτές των εργαζομένων του άλλου φύλου.
Ως παραδείγματα ορθών πρακτικών για την προώθηση των ίσων αμοιβών σε εθνικό επίπεδο, η Επιτροπή επισημαίνει αυτό του Βελγίου, όπου το 2012 ψηφίστηκε νόμος που υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να πραγματοποιούν κάθε δύο χρόνια συγκριτική ανάλυση του μισθολογίου τους. Ανάλογα μέτρα προβλέπει η νομοθεσία στην Αυστρία και στην Πορτογαλία, ενώ στη Γαλλία θεσπίστηκαν αυστηρές κυρώσεις κατά των επιχειρήσεων με τουλάχιστον 50 υπαλλήλους, σε περίπτωση που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους σε θέματα ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος εναλλακτικούς άξονες δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο ώστε να βελτιωθεί η μισθολογική διαφάνεια και, συνεπώς, να αντιμετωπιστεί το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών, κάτι που θα συνέβαλλε στο να εφαρμοστεί στην πράξη η αρχή της ισότητας των αμοιβών.