«Από την πρώτη στιγμή η Ελλάδα υποστήριξε αταλάντευτα την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας» ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε παρέμβασή του μέσω τηλεδιάσκεψης στη Σύνοδο των ηγετών που οργάνωσε το Κίεβο, με αφορμή τη συμπλήρωση τριών χρόνων από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
«Αγαπητέ Βολοντίμιρ, αγαπητοί συνάδελφοι, σας ευχαριστώ. Σήμερα συμπληρώνονται τρία χρόνια από την απρόκλητη, βίαιη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ένα σημείο καμπής που έθεσε τέλος σε μια μακρά περίοδο ειρήνης και σταθερότητας στην ήπειρό μας» ανέφερε εισαγωγικά ο Έλληνας πρωθυπουργός .
Από την πρώτη στιγμή η Ελλάδα υποστήριξε αταλάντευτα την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Ήμασταν ακλόνητοι στις εκκλήσεις μας για σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Η Ελλάδα έχει σταθεί πιστά στο πλευρό της Ουκρανίας. Έχει παράσχει ζωτικής σημασίας στρατιωτική βοήθεια, καθώς επίσης στήριξη στον τομέα της ενέργειας. Έχει υποδεχθεί χιλιάδες πρόσφυγες που άφησαν πίσω τους τη φρίκη του πολέμου.
Τρία χρόνια από την έναρξη της εισβολής, πιστεύω ότι είναι μια σημαντική ευκαιρία να θυμηθούμε το τεράστιο ανθρώπινο τίμημα. Προκλήθηκε τόσος πόνος, τόση καταστροφή, οι ζωές τόσων πολλών διαταράχθηκαν, και είναι επιτακτική ανάγκη να εργαστούμε όλοι για να δοθεί ένα τέλος. Οι θυσίες σου και οι θυσίες του λαού σου, αγαπητέ Βολοντίμιρ, δεν μπορεί να είναι μάταιες. Και θεωρώ ότι είναι σημαντικό να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να αναγνωρίσουμε ότι η ανθεκτικότητα και το θάρρος σου, το προσωπικό σου θάρρος, ήταν αξιοσημείωτα.
Η Ουκρανία, η Ευρώπη, πιστεύω ολόκληρος ο κόσμος, επιθυμεί διακαώς μια δίκαιη και βιώσιμη ειρηνευτική διευθέτηση. Η Ουκρανία αξίζει μια ειρήνη που θα σφυρηλατηθεί μέσω της ισχύος και μια ειρήνη που θα σέβεται την ανεξαρτησία της, αλλά πρωτίστως θα διαφυλάττει την ασφάλειά της. Ταυτόχρονα, πιστεύω ότι υπάρχει μία κοινή συνισταμένη όλων των παρεμβάσεών μας: μόνο η Ουκρανία μπορεί, πρέπει και θα αποφασίσει για την αποδοχή ή την απόρριψη οποιασδήποτε ειρηνευτικής φόρμουλας. Ουδείς άλλος, ουδείς, μπορεί να λάβει αυτή την απόφαση για λογαριασμό του Κιέβου. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι το Κίεβο είναι μέρος της διαδικασίας και μόνο η Ουκρανία έχει το δικαίωμα να αποφασίσει για το μέλλον της.
Πιστεύω ότι όλοι έχουμε συμφωνήσει σε δύο βασικές απλές αρχές: ότι μια δίκαιη ειρήνη δεν μπορεί να συγχέεται με μια άδικη συνθηκολόγηση, ούτε μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός μπορεί να συγχέεται με μια διαρκή ειρήνη. Χρειαζόμαστε μια συμφωνία ειρήνης με πολύ σαφείς εγγυήσεις ασφαλείας, που θα λειτουργούν αποτρεπτικά και προληπτικά στο μέλλον, εγγυήσεις που θα είναι ισχυρές, που θα είναι αποτελεσματικές, έτσι ώστε να αποτρέπεται κάθε μελλοντική επιθετικότητα και να διατηρείται η ειρήνη.
Το διακύβευμα δεν ήταν ποτέ σημαντικότερο, ιδίως για την ευρωπαϊκή μας ασφάλεια. Είμαστε πρόθυμοι να συνεργαστούμε με τους Ευρωπαίους, με τους Αμερικανούς, με τους εταίρους μας σε διεθνές επίπεδο, προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης της επίτευξης μιας ειρήνης που θα έχει διάρκεια. Αλλά εμείς στην Ευρώπη πρέπει επίσης ενισχύσουμε τη δέσμευσή μας για τη δική μας συλλογική ευρωπαϊκή άμυνα.
Η Ελλάδα δαπανά περισσότερο από το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνα και έχει έρθει η ώρα να κάνουν και άλλοι το ίδιο. Μετά από τρία χρόνια πολέμου που προκάλεσαν καταστροφή σε απίστευτη κλίμακα, οφείλουμε να στηρίξουμε αυτόν τον στόχο. Πρέπει να δράσουμε με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. Πρέπει όχι μόνο να δώσουμε ένα τέλος στη σύγκρουση αυτή, αλλά να διασφαλίσουμε ότι θα σφυρηλατήσουμε ένα μοντέλο για την πρόληψη τέτοιων καταστροφών στο μέλλον.
Ο δρόμος που βρίσκεται μπροστά μας δεν θα είναι εύκολος, θα είναι, αναμφίβολα, γεμάτος προκλήσεις. Αλλά υπάρχει ένα όραμα που μας οδηγεί μπροστά: ένα μέλλον όπου η Ουκρανία θα είναι μια χώρα σε ειρήνη, μια ασφαλής, δημοκρατική, ανεξάρτητη, αλλά επίσης, αγαπητέ Βολοντίμιρ, μια ευρωπαϊκή Ουκρανία, ένα έθνος που μπορεί να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. Σας ευχαριστώ».