Ήπια πτώση των παραγωγικών μεγεθών της καταγράφει εφέτος η ελληνική βιομηχανία ενδυμάτων, ο όγκος παραγωγής της οποίας έχει συρρικνωθεί πλέον στο 1/3 περίπου εκείνης του έτους 2005. Ο κλάδος, που εμφάνισε ζημιές το 2012, παρουσιάζει το 2013 σημαντικά επιβραδυνόμενη μείωση της παραγωγής του και των εσόδων του, αν και συνεχίζεται η μείωση του αριθμού των επιχειρήσεών του, καθώς ορισμένες παύουν τη λειτουργία τους ή μετατρέπονται σε πλήρως εισαγωγικές, εμπορικές.
Το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2013, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ο όγκος της παραγωγής ενδυμάτων παρουσίασε μείωση κατά 1,7%, σε σύγκριση με την ίδια χρονική περίοδο του 2012, οπότε είχε καταγραφεί πτώση 11,8%. Σε έξι κατηγορίες προϊόντων σημειώθηκε αύξηση της παραγωγής, αλλά σε δώδεκα κατηγορίες προϊόντων συνεχίστηκε η μείωση της παραγωγής.
Επίσης, στη διάρκεια του πρώτου επταμήνου του 2013 τα έσοδα του κλάδου συνέχισαν την πτωτική πορεία τους, με σημαντικά επιβραδυνόμενο ρυθμό. Σημαντική επιβράδυνση παρουσίασε, επίσης, η μείωση του όγκου των νέων παραγγελιών για προϊόντα του, αν και σημειώθηκε απότομη μείωσή τους τον Ιούλιο.
Πιο συγκεκριμένα, ο όγκος της παραγωγής του κλάδου μειώθηκε τους πέντε από τους επτά μήνες, με ρυθμό -7,2% τον Μάρτιο (-3,3% τον ίδιο μήνα του 2012), -12,6% τον Απρίλιο (-16,6%), -6,0% τον Μάιο (-12,7%), -2,2% τον Ιούνιο (-0,6%) και -26,5% τον Ιούλιο (+1,1%). Αντιθέτως, αυξήθηκε με ρυθμό +11,3% τον Ιανουάριο (-20,9%) και +14,1% τον Φεβρουάριο (-24,4%).
Συγχρόνως, ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων του κλάδου παρουσίασε μείωση με ρυθμό -2,2% τον Μάρτιο (-13,1% τον ίδιο μήνα του 2012), -12,1% τον Ιούνιο (-11,6%) και -15,5% τον Ιούλιο (-13,6%), ενώ αυξήθηκε με ρυθμό +10,9% τον Ιανουάριο (-21,6%), +11,8% τον Φεβρουάριο (-30,6%), +7,2% τον Απρίλιο (-33,4%) και +2,9% τον Μάιο (-20,4%). Η μείωσή του το δωδεκάμηνο Αυγούστου 2012 – Ιουλίου 2013 περιορίστηκε σε -5,5%, από -18,6% το αμέσως προηγούμενο δωδεκάμηνο.
Η σημαντική αυτή επιβράδυνση της πτώσης των εσόδων του κλάδου αποδίδεται στη μεταβολή του προϊοντικού μείγματος των πωλήσεων, υπέρ ακριβότερων προϊόντων, καθώς και στην αύξηση των τιμών των εξαγόμενων ενδυμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αύξηση των τιμών των προϊόντων του κλάδου που διατίθενται στη διεθνή αγορά είχε ανέλθει τον περασμένο Αύγουστο, σε ετήσια βάση, σε 3%.
Τα έσοδά του από εξαγωγές αυξήθηκαν τους μήνες Ιανουάριο (+13,6%), Φεβρουάριο (+20,0%), Μάρτιο (+3,9%), Απρίλιο (+22,9%), αλλά μειώθηκαν τον Μάιο (-1,2%), τον Ιούνιο (-17,8%) και τον Ιούλιο (-21,1%). Αντιθέτως, στην εγχώρια αγορά τα έσοδά του παρουσίασαν σημαντική μείωση (-10,5% τον Μάρτιο και -11,8% τον Απρίλιο), αν και αυξήθηκαν κάποιους μήνες, καθώς η συνεχιζόμενη πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών συνοδεύεται από την εξασθένηση ή και την παύση της λειτουργίας αλυσίδων λιανικής πώλησης που διέθεταν σε μεγάλο βαθμό ενδύματα ελληνικών επιχειρήσεων, όπως η Sprider Stores.
Επίσης, στο δωδεκάμηνο Αυγούστου 2012 – Ιουλίου 2013 η μείωση των νέων παραγγελιών για προϊόντα του κλάδου περιορίστηκε σε -5,1%, από -19,1% το αμέσως προηγούμενο δωδεκάμηνο. Η μηνιαία μεταβολή τους στο επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2013 ήταν +18,7% τον Ιανουάριο (-25,0% τον ίδιο μήνα του 2012), +5,4% τον Φεβρουάριο (-29,6%), -0,6% τον Μάρτιο (-14,4%),+14,6% τον Απρίλιο (-34,2%), -1,6% τον Μάιο (-17,5%), -4,7% τον Ιούνιο (-18,9%) και -15,1% τον Ιούλιο (-11,7%).
Ο βιομηχανικός κλάδος των ενδυμάτων, που συνδυάζει σε μεγάλο βαθμό την παραγωγή σε ελληνικά εργοστάσια και σε εργοστάσια γειτονικών και άλλων χωρών εξαιρετικά χαμηλού εργατικού κόστους, με την εισαγωγή και χονδρική και λιανική πώληση ενδυμάτων, παρουσίασε το 2012, σύμφωνα με τα αποτελέσματα 158 εταιρειών του που συνεχίζουν τη λειτουργία τους και έχουν κάνει γνωστά τα οικονομικά τους μεγέθη, αυξημένα κατά 5% κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (39,7 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία), σε συνθήκες πτώσης των εσόδων κατά 10% και βελτίωσης του μεικτού περιθωρίου κέρδους του (25% το 2012, από 24,3% το 2011), προφανώς λόγω μειωμένου κόστους εργασίας.
Σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα των εταιρειών του που συνεχίζουν τη λειτουργία τους και έχουν γνωστοποιήσει τα οικονομικά τους αποτελέσματα, ο κλάδος κατέγραψε μειωμένες κατά 49% τελικές ζημιές (-12,1 εκατ. ευρώ), ίσες προς το -1,7% των εσόδων τους.
Οι ζημιές του, ωστόσο, είναι ακόμη μεγαλύτερες, αν ληφθούν υπόψη αυτές των εταιρειών που έπαυσαν τη λειτουργία τους ή αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητες, κατά τα φαινόμενα, δυσκολίες ομαλής συνέχισης της λειτουργίας τους και δεν έχουν γνωστοποιήσει τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους. Σημαντικός αριθμός εταιρειών του κλάδου, τόσο στην Αττική όσο και στη Βόρεια Ελλάδα, έχουν ζητήσει προστασία από τους πιστωτές τους, λόγω αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στις δανειακές και λοιπές βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις τους.
Η βελτίωση των λειτουργικών και των τελικών αποτελεσμάτων οφείλεται στο υψηλότερο μεικτό περιθώριο και, κυρίως, στην περιστολή των δαπανών εμπορικής και διοικητικής λειτουργίας, μετά τη διακοπή λειτουργίας ζημιογόνων καταστημάτων λιανικής πώλησης, καθώς και των ανόργανων δαπανών. Καθοριστική ήταν η συνεισφορά ορισμένων επιχειρήσεων που είχαν καταγράψει υψηλές ζημιές το 2011 και επανήλθαν σε θετικά οικονομικά αποτελέσματα το 2012. Επίσης, σημαντική ήταν η συνεισφορά των εταιρειών γούνινων ενδυμάτων, που υπερδιπλασίασαν την κερδοφορία τους.
Τα συνολικά έσοδα των 158 βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων του κλάδου, μεγάλου, μεσαίου και μικρού μεγέθους, τα οικονομικά στοιχεία των οποίων έχουν γίνει γνωστά, ανήλθαν το 2012 σε 703,9 εκατ. ευρώ και είναι μειωμένα κατά 82,3 εκατ. ευρώ (-10%). Αύξηση εσόδων παρουσίασαν μόνο 43 από τις 158 εταιρείες (27,2% του συνόλου).
Οι 158 βιομηχανικές και βιοτεχνικές εταιρείες ενδυμάτων στις 31.12.2012 διέθεταν πάγια και κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία της τάξεως του ενός δισ. ευρώ και ως σύνολο κατέγραψαν:
– Μεικτά κέρδη περίπου 175,9 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 8% (-15,1 εκατ. ευρώ).
– Κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), ύψους 39,7 εκατ. ευρώ, που ισοδυναμούν με βελτίωση κατά 1,7 εκατ. ευρώ σε αξία (κέρδη 38 εκατ. ευρώ το 2011) και είναι ίσα προς το 5,6% των εσόδων (4,8% το 2011).
– Κέρδη προ φόρων και τόκων (EBIT) 16,5 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 8% σε ποσοστό και κατά 1,1 εκατ. ευρώ περίπου σε αξία (κέρδη 15,4 εκατ. ευρώ περίπου το 2011) και είναι ίσα προς το 2,3% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 2% το 2011.
– Ζημιές προ φόρων έξι εκατ. ευρώ, που ισοδυναμούν με βελτίωση κατά 63% σε ποσοστό και κατά 10,1 εκατ. ευρώ σε αξία (ζημιές 16,1 εκατ. ευρώ το 2011) και είναι ίσες προς το -0,9% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού -2,1% το 2011.
– Καθαρές ζημιές, μετά την πρόβλεψη για φόρους, ύψους περίπου 12,1 εκατ. ευρώ, που ισοδυναμούν με βελτίωση κατά 49% σε ποσοστό και κατά 11,6 εκατ. ευρώ σε αξία (ζημιές 23,7 εκατ. ευρώ περίπου το 2011) και είναι ίσες προς το -1,7% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού -3% το 2011.
Με κριτήριο τα τελικά, καθαρά αποτελέσματα κερδοφόρες ήταν, οριακά έστω, οι 83 από τις 158 επιχειρήσεις (52,5% του συνόλου), σε αντίθεση με τις άλλες 75 εταιρείες (47,5% του συνόλου), οι οποίες παρουσίασαν ζημιές, οριακές έστω. Τα συνολικά καθαρά κέρδη των 83 κερδοφόρων (πωλήσεις 404,7 εκατ. ευρώ) ήταν 17,7 εκατ. ευρώ περίπου, ενώ οι συνολικές καθαρές ζημιές των 75 ζημιογόνων (πωλήσεις 299,2 εκατ. ευρώ) ήταν 29,8 εκατ. ευρώ.
Τα ίδια κεφάλαια των 158 επιχειρήσεων (394,7 εκατ. ευρώ στο τέλος της οικονομικής χρήσης) μειώθηκαν κατά 3% (-11,1 εκατ. ευρώ), λόγω των ζημιών, παρά τη λογιστική αναπροσαρμογή μέρους των παγίων, που ωφέλησε τα ίδια κεφάλαια. Συγχρόνως, μειώθηκε κατά 3% (-28,1 εκατ. ευρώ) το σύνολο των απασχολουμένων κεφαλαίων (987,2 εκατ. ευρώ στο τέλος της χρήσης). Η αναλογία των ιδίων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφάλαια των επιχειρήσεων του τομέα παρέμεινε σταθερή στο 40%.
Οι συνολικές υποχρεώσεις τους (592,5 εκατ. ευρώ στο τέλος της χρήσης) μειώθηκαν κατά 2,8% (-17,1 εκατ. ευρώ), με μείωση των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων (150,5 εκατ. ευρώ) κατά 7% και των βραχυπρόθεσμων (452 εκατ. ευρώ) κατά 1%. Το κυκλοφορούν ενεργητικό τους στο τέλος της χρήσης ήταν μεγαλύτερο από τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις τους κατά 49%, ωστόσο αρκετές επιχειρήσεις εμφανίζουν άκρως δυσμενείς δείκτες ρευστότητας. Μείωση κατά 2% παρουσίασε, εξάλλου, το συνολικό πάγιο ενεργητικό τους (315,6 εκατ. ευρώ μαζί με τις συμμετοχές σε άλλες εταιρείες).
Αυτά προκύπτουν από την επεξεργασία των ισολογισμών τους, σύμφωνα με στοιχεία που αντλήθηκαν από το CD-ROM «Ελληνική Βιομηχανία 2012-2013», το ΓΕΜΗ, το www.inr.gr, την Icap Group και τους διαδικτυακούς ιστότοπους των ίδιων των επιχειρήσεων, ορισμένες από τις οποίες ασχολούνται και με την εισαγωγή και εμπορία ενδυμάτων.
Αναλυτικότερα, από το σύνολο των 158 επιχειρήσεων:
– Εξήντα έξι επιχειρήσεις (41,8% του συνόλου) οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2011, παρέμειναν και κατά το 2012 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας καθαρά κέρδη ύψους 15,3 εκατ. ευρώ έναντι δέκα εκατ. ευρώ το 2011, αυξημένα κατά 5,3 εκατ. ευρώ.
– Είκοσι επιχειρήσεις (12,6%) οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2011, με κέρδη 2,4 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2012 ζημιές ύψους 4,1 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 6,5 εκατ. ευρώ.
– Πενήντα πέντε επιχειρήσεις (34,8%) οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2011, παρέμειναν και κατά το 2012 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 25,7 εκατ. ευρώ έναντι 25,8 εκατ. ευρώ περίπου το 2011, μειωμένες έτσι κατά 0,1 εκατ. ευρώ.
– Δεκαεπτά επιχειρήσεις (10,8%) οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2011, με ζημιές 10,3 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2012 κέρδη της τάξεως των 2,3 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 12,6 εκατ. ευρώ.
Οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν οριακή έστω βελτίωση των μεικτών κερδών ήταν 58 (36,7% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το μεικτό περιθώριο ήταν 83 (52,5% του συνόλου).
Οριακή έστω βελτίωση των EBITDA πέτυχαν 76 (48,1% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το περιθώριο EBITDA ήταν 72 (45,6% του συνόλου). Επίσης, οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν οριακή έστω βελτίωση των EBIT ήταν 76 (48,1% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το περιθώριο EBIT ήταν 70 (44,3% του συνόλου).
Βελτίωση των προ φόρων αποτελεσμάτων (κερδών ή ζημιών), έστω οριακά, παρουσιάζουν οι 86 από τις 158 εταιρείες (54,4% του συνόλου).
Συγχρόνως, βελτίωση των καθαρών αποτελεσμάτων (κερδών ή ζημιών), έστω οριακά, παρουσιάζουν οι 88 από τις 158 εταιρείες (55,7% του συνόλου).
Βελτίωση της αποδοτικότητας σε σχέση με τα ίδια κεφάλαιά τους, βάσει των καθαρών αποτελεσμάτων τους (κερδών ή ζημιών), παρουσιάζουν 85 επιχειρήσεις (53,8%), σε αντίθεση με τις υπόλοιπες 73 (46,2%), οι οποίες δεν μπόρεσαν να τη βελτιώσουν.
Αύξηση ιδίων κεφαλαίων, κυρίως λόγω της λογιστικής αναπροσαρμογής, εμφανίζουν οι 87 από τις 158 επιχειρήσεις (55,1%).
Επίσης, κυρίως για τον ίδιο λόγο, περισσότερες από τις μισές εταιρείες (99, δηλαδή το 62,7% του συνόλου) εμφανίζουν βελτιωμένη, έστω οριακά, χρηματοοικονομική διάρθρωση.
Η αποδοτικότητα του μέσου ενεργητικού (αρχής και τέλους της χρήσης) των 158 βιομηχανικών και βιοτεχνικών εταιρειών ενδυμάτων σε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ήταν 4% το 2012, έναντι 3,7% το 2011.