«Προχειρότητα» διαπιστώνει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών στο φορολογικό νομοσχέδιο, κάνοντας λόγο για κείμενο που «δίνει την εντύπωση ότι σχεδιάστηκε παραβλέποντας ότι η οικονομία και οι επιχειρήσεις βιώνουν μία βαθιά κρίση που οδηγεί σε δεκάδες χιλιάδες λουκέτα και σε εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους -με αποτέλεσμα την απαξίωση του παραγωγικού ιστού της χώρας».
Ο ΣΕΒ υποστηρίζει πως το μόνο θετικό στοιχείο είναι ότι επιδιώκεται κωδικοποίηση της φορολογίας εισοδήματος χωρίς τις γνωστές παραπομπές σε προηγούμενους νόμους, τροποποιήσεις, υπουργικές αποφάσεις και ερμηνευτικές εγκυκλίους και προωθείται έτσι η απλοποίηση του συστήματος. Στα αρνητικά σημεία κατά τον ΣΕΒ περιλαμβάνονται τα εξής:
– Ότι από το προσχέδιο απουσιάζει παντελώς η αναπτυξιακή διάσταση, καθώς το υπουργείο αγνόησε τις προτάσεις του επιχειρηματικού κόσμου.
– Ότι η διαφάνεια του συστήματος μόνο εν μέρει προωθείται.
– Ότι διατηρείται η πολυπλοκότητα που ενέχει η ύπαρξη πολλαπλών φορολογικών συντελεστών για διάφορα αντικείμενα, δεν διευκολύνεται η αντικειμενικοποίηση των αναγνωριζόμενων δαπανών, δεν υπάρχουν ξεκάθαρες μεταβατικές διατάξεις.
Ο ΣΕΒ θεωρεί επίσης αδιανόητη τη διάταξη που προβλέπει ότι δεν θα εκπίπτουν τα υπόλοιπα δανείων, οι τόκοι των οποίων υπερβαίνουν εκείνους που θα προέκυπταν με την εφαρμογή του επιτοκίου των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, αναφέροντας ότι πρόκειται για «χονδροειδές λάθος», όπως τονίζει το ΑΜΠΕ.
Χαρακτηριστικά, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του ΣΕΒ, ενδεικτικό της προχειρότητας με την οποία συντάχθηκε το προσχέδιο είναι το άρθρο 23, όπου αναφέρεται: «Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν: α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνονται από την επιχείρηση κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο που ισχύει για τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας κατά τον χρόνο σύναψης του δανείου». Η διάταξη αυτή είναι τόσο αδιανόητη και πρωτόγνωρη, που στην καλύτερη περίπτωση μόνο ως χονδροειδές λάθος μπορεί να θεωρηθεί”.
Ο Σύνδεσμος θεωρεί τέλος «εμπαιγμό» το χρονικό περιθώριο των 4 εργάσιμων ημερών που δόθηκε για δημόσια διαβούλευση.