Το μείζον πρόβλημα της Ευρώπης είναι η εξασθενημένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της επισημαίνει σε συνέντευξή του στη γαλλόφωνη βελγική εφημερίδα L’ Echo ο πρόεδρος της ΕΕ Χέρμαν Βαν Ρομπάι όπου αναφέρεται εκτενώς στην κρίση χρέους που αντιμετωπίζει τα τρία τελευταία χρόνια η ευρωζώνη, στις προοπτικές που υπάρχουν σήμερα, στο ρόλο που έχει ο ίδιος διαδραματίσει ως Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αλλά και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως η πρόσφατη απόφαση της Ε.Ε. για άρση του εμπάργκο όπλων στη Συρία.
Στην εισαγωγή της συνέντευξης, η εφημερίδα επισημαίνει ότι σε πολλές περιπτώσεις είναι ο ίδιος ο Χέρμαν Βαν Ρομπάι που έχει βοηθήσει σημαντικά στο να βρεθούν λύσεις, όπως πρόσφατα στις αρχές Απριλίου, όταν ξέσπασε η κυπριακή κρίση. «Βρισκόμαστε όλοι σε ένα δωμάτιο. Η Πρόεδρος του ΔΝΤ Λαγκάρντ, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Ντράγκι, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μπαρόζο, ο Επίτροπος Ρεν, ο Υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας Ντάισελμπλουμ και ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης. Βρισκόμαστε εκεί σε μία κούρσα ενάντια στο χρόνο και καταφέραμε να βρούμε μία λύση για να σώσουμε τη μία από τις δύο κυπριακές τράπεζες. Εάν δεν συνέβαινε αυτό, οι συνέπειες θα ήταν δραματικές για τη χώρα. Ήταν μία κούρσα ενάντια στο χρόνο, με το μαχαίρι στο λαιμό. Αυτό έχει αρχίσει και γίνεται συνήθεια» διηγείται ο ίδιος.
Ερωτηθείς για το ποια είναι σήμερα τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, απαντά «η ανταγωνιστικότητα. Χάνουμε μεγαλύτερα μερίδια στις αγορές από τις γειτονικές μας περιοχές. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να σκεφθούμε γρήγορα και σε βάθος, λύσεις. Άλλο πρόβλημα είναι η γήρανση του πληθυσμού».
Αναφερόμενος στις πρόσφατες συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα κράτη-μέλη, δηλώνει ότι «είναι σημαντικό να κάνουμε τις υποσχέσεις μας δεσμευτικές. Οι συστάσεις της Επιτροπής δεν έχουν αρκετά δεσμευτικό χαρακτήρα. Δεν μπορούμε να αφήνουμε να εξαρτάται ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων από την καλή θέληση των εθνικών αρχών. Αυτό που συμβαίνει σε μία χώρα έχει πάντοτε επίδραση στις άλλες. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Ισπανία: το δημοσιονομικό της πρόβλημα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γιγάντιο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας που έχει. Η ανάπτυξή της βασιζόταν σε δάνεια.. Όταν το μοντέλο αυτό εξαντλήθηκε, η χώρα πέρασε μέσα σε δύο ή τρία χρόνια από μία κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος σε έλλειμμα της τάξης του 10%. Η Ισπανία κινδύνευσε να παρασύρει και άλλες χώρες στην πτώση της. Αυτό δεν μπορούμε να το δεχθούμε. Εάν η Ελλάδα είχε βγει από το ευρώ, ο κίνδυνος κατάρρευσης του ευρώ θα ήταν πολύ πραγματικός. Ευτυχώς, καταφέραμε να αποφύγουμε την καταστροφή δείχνοντας με αποφασιστικότητα ότι θέλαμε με κάθε κόστος να θέσουμε σε εφαρμογή την τραπεζική ένωση. Σήμερα κανείς δεν μιλάει πλέον για το τέλος του ευρώ».
Σε ερώτηση σχετικά με την ύφεση, που μαστίζει σήμερα την Ευρώπη ο Βαν Ρομπάι παραδέχεται ότι «είναι αλήθεια. Εκείνο που έχει αγγίξει περισσότερο τους λαούς είναι η οικονομική και κοινωνική κρίση που ακολούθησε την κρίση χρέους. Η συνταγή που θα μας επιτρέψει να ξεφύγουμε από αυτήν την κατάσταση βασίζεται σε τρεις άξονες: Πρώτον, πρέπει να συνεχίσουμε τη μείωση των ελλειμμάτων των προϋπολογισμών. Δεύτερον, χρειάζεται να προχωρήσουμε σε μακροπρόθεσμες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Και τρίτον πρέπει να λάβουμε άμεσα μέτρα σε ό,τι αφορά την απασχόληση, για να μετριάσουμε τις πιο σοβαρές συνέπειες της κρίσης. Τα τρία τελευταία χρόνια κάναμε πάρα πολλά πράγματα. Αλλά δεν έχουν φθάσει ακόμα σε σημείο να δημιουργήσουν οικονομική σταθερότητα [..] Η δράση και οι πολιτικές που εφαρμόζουν τα ίδια τα κράτη είναι αποφασιστικής σημασίας. Κοιτάξτε την ανεργία των νέων: στη Γερμανία και στην Αυστρία κυμαίνεται στο 7 με 8% αλλά σχεδόν στο 60% στην Ισπανία και την Ελλάδα. Οι διαφορές είναι τεράστιες. Οι Ισπανοί και οι Έλληνες πληρώνουν σήμερα πολύ ακριβά την άσχημη διαχείριση του παρελθόντος. Η Ευρώπη δεν αποτελεί πανάκεια για τα εθνικά προβλήματα που δεν έχουν επιλυθεί».
Στην ερώτηση εάν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ζουν αποκομμένοι από τους λαούς και την πραγματικότητα, ο Χέρμαν Βαν Ρομπάι απαντά ότι: «εγώ δεν είμαι σίγουρα αποκομμένος από τον κόσμο. Πράγματι είναι αλήθεια ότι πολλές χώρες έχουν κάνει βήματα προς τα πίσω. Τα πέντε τελευταία χρόνια, το ΑΕΠ της Ελλάδας έπεσε κατά 25%. Της Πορτογαλίας κατά 8%. Της Ισπανίας και της Ιρλανδίας κατά 5%. Για να είμαστε όμως απόλυτα ξεκάθαροι: δεν είναι η Ευρώπη υπεύθυνη για αυτά τα προβλήματα. Η κρίση απλά έφερε στην επιφάνεια τα διαρθρωτικά προβλήματα που προϋπήρχαν στα κράτη», μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Σε ερώτηση των δημοσιογράφων γιατί η Ευρώπη δεν ενέργησε όταν έπρεπε αναφορικά με το τραπεζικό καθεστώς στην Κύπρο, την εικονική ανάπτυξη στην Ισπανία και την παραποίηση των στατιστικών στοιχείων στην Ελλάδα και κάθε φορά έκλεινε τα μάτια, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου σημειώνει ότι: «Υπήρχαν πράγματι χώρες, όπου τα οικονομικά προβλήματα σιγόβραζαν κάτω από την επιφάνεια. Το γνωρίζαμε; Ναι. Αλλά δεν κάναμε τίποτα για αυτό. Γιατί η οικονομία πήγαινε καλά. Είναι ανθρώπινο. Δεν αντιδράμε παρά μόνο όταν βρισκόμαστε στο χείλος του γκρεμού. Όμως μετά από αυτά πήραμε το μάθημά μας. Χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα βάζουν σε τάξη τα οικονομικά τους, με συνέπεια τεράστιες εσωτερικές υποτιμήσεις. Σε ό,τι αφορά το κυπριακό πρόβλημα, πρέπει να δούμε το πλαίσιό του. Τα προβλήματα της χώρας είναι αποτέλεσμα της ελληνικής κρίσης. Οι κυπριακές τράπεζες υπέστησαν μεγάλο πλήγμα λόγω της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, λόγω της έκθεσής τους στα ελληνικά ομόλογα. Αυτό που μπορούμε να τους προσάψουμε είναι ότι δίστασαν πολύ να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους».
Σε ερώτηση σχετικά με την άνοδο του λαϊκισμού στην Ευρώπη, ο Χέρμαν Βαν Ρομπάι σχολιάζει ότι «ας δούμε το πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις. Δεν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία ρητορική, όπως αυτή που υπήρχε πριν τον πόλεμο. Μάλιστα το 2004, πριν την κρίση, ένας Φλαμανδός στους τέσσερις ψήφισε υπέρ ενός κόμματος καθαρά ξενοφοβικού. Στη Γαλλία η Λε Πεν κατόρθωσε να λάβει το ίδιο ποσοστό που είχε πάρει και ο πατέρας της πριν δέκα χρόνια.. Είναι όμως αλήθεια ότι η πλειοψηφία των Ευρωπαίων ηγετών υποφέρει πολύ από το λαϊκισμό. Οι δυνάμεις αυτές σήμερα απαιτούν απλές λύσεις. Δεν βλέπουν ότι τα περιθώρια χειρισμών των εθνικών πολιτικών είναι πολύ πιο στενά σε σχέση με το παρελθόν. Σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία εξαρτιόμαστε όλοι ο ένας από τον άλλον».