Η ανεργία που «σκαρφάλωσε» στο 26% το Σεπτέμβρη του 2012, αλλά και οι χαμηλοί μισθοί όσων εξακολουθούν να εργάζονται στη χώρα μας, φέρνει πολλούς Έλληνες πιο κοντά στην αναζήτηση ευκαιριών για δουλειά στο εξωτερικό.
Οι νέοι εργαζόμενοι όπως και οι εξειδικευμένοι επαγγελματίες μετακινούνται ευκολότερα, ωστόσο η εύρεση εργασίας σε άλλες χώρες δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση.
Ένας στους δύο Έλληνες που βρίσκονται σε «εργάσιμη ηλικία» αναζητούν απασχόληση στο εξωτερικό, σύμφωνα με έρευνα του ομίλου παροχής υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού «Adecco», σχετικά με τις τάσεις αναζήτησης εργασίας στην Ελλάδα.
Μάλιστα το 49% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αναζητούν εργασία στο εξωτερικό και ένα επιπλέον 3% δήλωσε ότι έχει ήδη δεχθεί σχετική πρόταση, την οποία και εξετάζει. Ως ισχυρότερα κίνητρα για μετακίνηση στο εξωτερικό προβάλουν η υψηλή ανεργία και η ύφεση, ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν και οι χαμηλοί μισθοί στην Ελλάδα.
Η γενιά η οποία φαίνεται να έχει τη μεγαλύτερη πρόθεση να μεταναστεύσει είναι η γενιά των 25 ως 35 ετών, κυρίως πτυχιούχοι και απογοητευμένοι από την αγορά εργασίας. Επίσης, υπάρχει η κατηγορία των υψηλόβαθμων στελεχών, η οποία έχει επηρεαστεί δυσμενώς από την ύφεση και επιλέγει το εξωτερικό ως λύση για τη διατήρηση ενός ικανοποιητικού τρόπου ζωής.
Ενδεικτικό της τάσης φυγής που επικρατεί στη χώρα μας είναι το γεγονός πως πέρυσι, μόνο στην Γερμανία βρήκαν δουλειά 123.000 Έλληνες σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εργασίας, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 11% σε σύγκριση με το 2011.
Ο δημοφιλέστερος εργασιακός προορισμός για όσους αναζητούν εργασία παραμένει η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως οι Σκανδιναβικές χώρες, η Γερμανία και η Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο αυξημένο ενδιαφέρον καταγράφεται για χώρες όπως η Αμερική, ο Καναδάς και η Αυστραλία, όπου συχνά υπάρχουν συγγενείς πρόθυμοι να υποστηρίξουν τους μετανάστες στα πρώτα τους βήματα εκτός συνόρων. Προσωπικό αναζητούν πλέον εντονότερα και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Κίνα, κυρίως τους τομείς των θετικών επιστημών, της πληροφορικής και των κατασκευών, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει και το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις χώρες του Κόλπου.
Όπως και να έχει, η εύρεση εργασίας στο εξωτερικό επιβάλλει την εξαιρετικά προσεγμένη στρατηγική και προετοιμασία του υποψηφίου. Ο εντονότερος ανταγωνισμός και η ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται στον τρόπο σύνταξης του βιογραφικού/συνοδευτικής επιστολής ως μέσο κατανόησης για την προσωπικότητα του υποψηφίου, αφήνουν στο κάθε υποψήφιο ελάχιστα περιθώρια για λάθη εάν θέλει να διεκδικήσει τις θέσεις που τον ενδιαφέρουν με αξιώσεις. «Κλειδί» για την ανεύρεση του κατάλληλου εργοδότη σε κάποια από τις ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί το Europass CV.
Ευρώπη, η ασφαλής επιλογή
Μια καλή αφετηρία για τους εργαζόμενους που επιθυμούν να ακολουθήσουν μια ευρωπαϊκή σταδιοδρομία αποτελεί το δίκτυο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Απασχόλησης (EURES), συγκεντρώνοντας δεκάδες χιλιάδες εργοδότες που αναζητούν προσωπικό, αλλά και χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την επαγγελματική κινητικότητα κάτω από την ίδια ευρωπαϊκή «στέγη».
Στον δικτυακό τόπο http://ec.europa.eu/eures/home.jsp?lang=el οι Έλληνες υποψήφιοι μπορούν να βλέπουν τις διαθέσιμες κενές θέσεις στην ειδικότητά τους και να ενημερώνονται σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας στη χώρα της επιλογής τους. Η γνώση της αγγλικής γλώσσας και η κατοχή του απαραίτητου τίτλου σπουδών που αφορά την ειδικότητα, συνιστούν συχνά “διαβατήριο” για την απασχόληση στις χώρες της Ε.Ε.
Αυτή την περίοδο το δίκτυο EURES «φιλοξενεί» 1.110.437 ανοικτές θέσεις στην Αυστρία (33.138), στο Βέλγιο (1.989), στη Βουλγαρία (20), στην Ελβετία (11.737), στην Κύπρο (1.466), στην Τσεχική Δημοκρατία (24.438), στη Γερμανία (311.604), στην Δανία (31.542), στην Εσθονία (1.592), στην Ισπανία (1.872), στη Φινλανδία (23.606), στη Γαλλία (50.156), στην Ουγγαρία (3.808), στην Ιρλανδία (2.804), στην Ισλανδία (45), στην Ιταλία (7.628), στο Λιχνενστάιν (76), στη Λιθουανία (2.823), στο Λουξεμβούργο (266), στη Λετονία (2.874), στη Μάλτα (142), στις Κάτω Χώρες (20.159), στη Νορβηγία (6.118), στην Πολωνία (18.888), στην Πορτογαλία (683), στη Ρουμανία (2.945), στη Σουηδία (39.396), στη Σλοβενία (1.390), στη Σλοβακία (3.966) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (452.605).
Πρωταθλήτρια στο σκέλος των εργοδοτών είναι η Γερμανία, με 3.779 εταιρείες εγγεγραμμένες στο δίκτυο. Ακολουθεί η Αγγλία με 3.226 ιδιωτικές επιχειρήσεις να αναζητούν προσωπικό και η Νορβηγία με 2.516. Η πλειοψηφία των ατόμων που αναζητούν εργασία μέσω EURES ανήκουν στον κλάδο της Διοίκησης, των Οικονομικών και των Νομικών, ενώ ακολουθούν οι τομείς των Πωλήσεων, του Μάρκετινγκ, των Ξενοδοχειακών Υπηρεσιών και της Πληροφορικής.
«Η τάση αναζήτησης εργασίας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντάθηκε το 2012» επισημαίνει η Κατερίνα Φλάκα, συντονίστρια του δικτύου EURES στην Ελλάδα.
Εντυπωσιακή αύξηση καταγράφει ο νοσηλευτικός κλάδος, καθώς διπλασιάστηκε ο αριθμός των νοσηλευτών που επιθυμούν να μεταναστεύσουν κυρίως σε Αγγλία, Σουηδία, Κύπρο και Γερμανία. Σταθερά προσανατολισμένοι στο εξωτερικό παραμένουν οι γιατροί, καθώς η γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού δημιουργεί θέσεις εργασίας στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης σε Ολλανδία, Μεγάλη Βρετανία, Σουηδία, Ελβετία, Νορβηγία και Δανία. Μηχανικούς αναζητούν χώρες όπως η Δανία, η Σουηδία και η Μ. Βρετανία, ενώ καθηγητές διαφόρων κλάδων στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε χώρες όπως η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία.
«Στο μόνο κλάδο που υπάρχει μεγάλη ζήτηση επαγγελματιών αλλά μικρή προσφορά από Έλληνες, είναι εκείνος των σερβιτόρων και των μαγείρων. Χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία αναζητούν γερμανόφωνο εποχικό προσωπικό στον τομέα του χειμερινού τουρισμού και της εστίασης. Ωστόσο οι Έλληνες με τα απαραίτητα τυπικά προσόντα, επιλέγουν να μείνουν στη χώρα τους μόνο με το ταμείο ανεργίας τον χειμώνα, αντί να δοκιμάσουν την τύχη τους στο εξωτερικό», τονίζει η κα Φλάκα.
Μεγάλες δεξαμενές απορρόφησης επιστημόνων αλλά και ανειδίκευτων εργατών παραμένουν οι αγορές εργασίας της Αγγλίας, της Γερμανίας, της Σουηδίας και της Δανίας, ενώ Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και άλλες πόλεις της Δυτικής Ελλάδας αποτελούν τις πόλεις με τη μεγαλύτερη εκροή εργατικού δυναμικού.
Αυστραλία: Κυνηγώντας το όνειρο
Όταν ξέσπασε η κρίση στη χώρα μας, οι Έλληνες άρχισαν και πάλι να σκέφτονται την Αυστραλία, περίπου 40 χρόνια μετά το 1975, όταν σταμάτησε το μεταναστευτικό ρεύμα που είχε ξεκινήσει και αφού πλέον κατοικούν –μόνο στη Μελβούρνη- περί του 220.000 Έλληνες ομογενείς.
Παρά τη γεωγραφική της απόσταση, αναρίθμητες είναι οι επαγγελματικές ευκαιρίες που παρουσιάζει η Αυστραλία για τους Έλληνες που πρόκειται να μεταναστεύσουν εκεί,αναζητώντας το εργασιακό τους μέλλον.
Το επαγγελματικό μεταναστευτικό πρόγραμμα της Αυστραλίας βασίζεται στις ανάγκες της οικονομίας της χώρας και είναι ανοιχτό για όλα τα άτομα που έχουν τις ειδικότητες και τα προσόντα που βρίσκονται σε υψηλή ζήτηση στην Αυστραλία, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων.
Η τελική επιλογή των μεταναστών γίνεται με το σύστημα της μοριοδότησης, ενώ βασικά κριτήρια επιλογής είναι η ηλικία και η γλώσσα. Οι υποψήφιοι θα πρέπει να είναι κάτω των 50 ετών και να μιλούν την αγγλική γλώσσα σε ικανοποιητικό επίπεδο. Οι πλέον περιζήτητες ειδικότητες είναι μηχανικοί (όλων των κατηγοριών), χημικοί μηχανικοί για τους τομείς της εξορυκτικής βιομηχανίας, ανώτερα διοικητικά στελέχη για επιχειρήσεις, γεωλόγοι, μαθηματικοί, ηλεκτρολόγοι, γιατροί (όλων των κλάδων), νοσηλευτικό προσωπικό, δάσκαλοι, λογιστές, ελεγκτές, μηχανικοί πλοίων, επιστήμονες αγροτικού τομέα, δικηγόροι, πτυχιούχοι πληροφορικής κλπ.
Προτεραιότητα δίνεται στους αιτούντες που έχουν εξασφαλίσει από Αυστραλό εργοδότη προσφορά θέσης εργασίας. Προκειμένου κάποιος να πάρει βίζα μόνιμης παραμονής, θα πρέπει να έχει συγγενείς στην Αυστραλία, οι οποίοι θα δεχθούν να λειτουργήσουν ως εγγυητές και να γνωρίζει καλά την Αγγλική γλώσσα.
Οι επιλογές για βίζα είναι πολλές, με την πιο συνηθισμένη εκείνη της κατηγορίας General Skilled Migration που εξαρτάται από τους πόντους που θα συγκεντρώσει ο υποψήφιος σε συγκεκριμένα κριτήρια. Η βάση για τη βίζα είναι το 65 και η αίτηση κοστίζει 2.200 ευρώ. Η γραφειοκρατία δεν είναι αμελητέα – μεταφράσεις, επικυρώσεις πτυχίων κ.α.- και η συνολική διάρκεια αναμονής εξαρτάται από το είδος της βίζας (μπορεί να διαρκέσει έως και 12 μήνες).
Σύμφωνα με στοιχεία της Αυστραλιανής Πρεσβείας στην Αθήνα, το ενδιαφέρον για χορήγηση βίζας το 2011 τριπλασιάστηκε σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ενώ το 2012 υποχώρησε και πάλι κοντά στο επίπεδα του 2010.
Η Κυβέρνηση της Αυστραλίας έχει πολύ οργανωμένη ιστοσελίδα προκειμένου να βοηθήσει τους μελλοντικούς κατοίκους της να αναζητήσουν το μελλοντικό εργοδότη τους (www.immi.gov.au/allforms/foreign/994igre.pdf).
Οι υποψήφιοι που ψάχνουν για δουλειά στην Αυστραλία, μπορούν να επισκεφτούν τις δύο μεγαλύτερες ιστοσελίδες για αγγελίες εργασίας (www.seek.com.au και www.mycareer.com.au) και να ενημερωθούν για τα προσφερόμενα επαγγέλματα αλλά και για τις αμοιβές τους.
Τέλος θα πρέπει να σημειωθεί πως η χώρα μας εξετάζει από κοινού με την Αυστραλία τη χορήγηση της WorkingandHolidayVisa σε 500 νέους Έλληνες πτυχιούχους έως 30 ετών, προκειμένου να ταξιδέψουν στη μακρινή χώρα και να αποκτήσουν πολύτιμη εργασιακή εμπειρία για ένα έτος, ενώ ίσος αριθμός Αυστραλών να εργαστεί στην ελληνική επικράτεια για το ίδιο χρονικό διάστημα.
ΗΠΑ- Καναδάς: Δουλεύοντας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού
Το αμερικάνικο όνειρο υπήρξε ανέκαθεν “μαγνήτης” για τους Έλληνες που ήθελαν να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Οι πολυάριθμες ευκαιρίες εργασίας σε διάφορους τομείς, οι υψηλές αμοιβές και οι ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης τροφοδοτούν πλέον και το σύγχρονο κύμα της ελληνικής μετανάστευσης.
Καταλυτικό ρόλο στην διαδικασία επιλογής των υποψηφίων από κάποια εταιρεία των ΗΠΑ παίζουν τα εξειδικευμένα προσόντα, η εργασιακή εμπειρία και το υψηλό επίπεδο σπουδών. Στην Αμερική, οι κλάδοι της πληροφορικής και των θετικών επιστημών είναι συνήθως οι κλάδοι που δέχονται πιο εύκολα μετανάστες από το εξωτερικό.
Το πρώτο και αναγκαίο βήμα για να εργαστεί κάποιος στις ΗΠΑ, είναι να έχει προσφορά εργασίας από Αμερικανό εργοδότη σε κλάδο που απαιτεί πανεπιστημιακές σπουδές – όχι δηλαδή το εστιατόριο κάποιου συγγενή. Με λίγες εξαιρέσεις για άτομα με εξαιρετικές και σπάνιες ικανότητες (επιστήμονες διεθνούς αναγνώρισης κ.α.), η προσφορά εργασίας είναι απόλυτα αναγκαία, αφού όλη η νομική διαδικασία για την εργασία στις ΗΠΑ ξεκινά με πρωτοβουλία του Αμερικανού εργοδότη και όχι του αλλοδαπού.
Ο πιο προσφιλής τρόπος για να βρει κανείς δουλειά στις ΗΠΑ είναι να έχει σπουδάσει σε αμερικανικό πανεπιστήμιο, όπου μπορεί με σχετική ευκολία να προσεγγίσει μεγάλες εταιρίες. Επίσης, η φοιτητική βίζα που παρέχεται σε φοιτητές (F-1) επιτρέπει την εργασία στις ΗΠΑ για δώδεκα μήνες, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών.
Ένας ακόμα αρκετά συνηθισμένος τρόπος αναζήτησης εργασίας είναι με μετάθεση, εφόσον ο αλλοδαπός εργάζεται ήδη σε κάποια εταιρία που διαθέτει γραφεία στις ΗΠΑ. Η βίζα τύπου L-1 απευθύνεται ειδικά σε εκείνους που έχουν εργαστεί για τουλάχιστον έναν χρόνο εκτός ΗΠΑ και θέλουν να μετατεθούν στα γραφεία της ίδιας εταιρίας στις ΗΠΑ. Η μετάθεση με βίζα L-1 παρέχει αρκετά πλεονεκτήματα, το σημαντικότερο από τα οποία είναι ότι μπορεί κανείς σχετικά εύκολα να προχωρήσει σε αίτηση για πράσινη κάρτα, που παρέχει το δικαίωμα μόνιμης διαμονής.
Με λίγη τύχη και πολύ δυνατά προσόντα, μπορεί κανείς να κάνει αιτήσεις για δουλειά απευθείας σε αμερικανικές εταιρίες. Σε αυτή την περίπτωση, η εταιρία μπορεί να ξεκινήσει την διαδικασία για βίζα τύπου Η1-Β.
Οι βίζες αυτές είναι περιορισμένες ανά έτος και αρχίζουν να ισχύουν την 1η Οκτωβρίου του κάθε έτους. Αν δηλαδή οι βίζες δηλαδή του τρέχοντος έτους έχουν εξαντληθεί, θα πρέπει ο υποψήφιος να περιμένει έως την 1η Οκτωβρίου του επομένου έτους για να ξεκινήσει εργασία. Ας σημειωθεί ότι η βίζα Η1-Β είναι για προσωρινή εργασία για συγκεκριμένο εργοδότη, δεν παρέχει δηλαδή τα δικαιώματα της πράσινης κάρτας, που έχει αρκετά υψηλότερες απαιτήσεις. Συνήθως οι εργοδότες δοκιμάζουν τον εργαζόμενο πρώτα με προσωρινή βίζα πριν ξεκινήσουν την διαδικασία για την πράσινη κάρτα.
Τέλος, ορισμένες ειδικές κατηγορίες ατόμων, όπως άτομα με εξαιρετικές ικανότητες στις επιστήμες, στις τέχνες, στην εκπαίδευση, στις επιχειρήσεις ή στον αθλητισμό ή ερευνητές με διεθνή αναγνώριση και άλλοι έχουν το δικαίωμα να κάνουν αίτηση για πράσινη κάρτα απευθείας, χωρίς έτοιμη προσφορά εργασίας. Περισσότερες πληροφορίες παρέχονται στην Πρεσβεία των ΗΠΑ (http://athens.usembassy.gov)
Πέμπτη χώρα σε προσλήψεις στον κόσμο είναι ο Καναδάς, με τον μεταλλευτικό τομέα, τις κατασκευές, τις μεταφορές και το λιανικό εμπόριο να πρωταγωνιστούν στο νέο εργασιακό τοπίο. Μάλιστα πρόσφατα η καναδική κυβέρνηση εκδήλωσε το ενδιαφέρον της να αναβαθμίσει το σύστημα υποδοχής μεταναστών έως το 2014, προκειμένου να συνδέει απευθείας τους υποψήφιους μετανάστες με τους εργοδότες που θέλουν να τους προσλάβουν.
Βασική προϋπόθεση για να εργαστεί κανείς στον Καναδά είναι η επαγγελματική ειδικότητά του να βρίσκεται μέσα στη λίστα που εκδίδει κάθε χρόνο η καναδική κυβέρνηση. Ο ενδιαφερόμενος που διαπιστώνει πως το επάγγελμά του είναι στη λίστα, πρέπει να κάνει αίτηση για την έκδοση κάρτας βίζα και να αναμένει τα αποτελέσματα, ή εναλλακτικά να έχει δεχτεί πρόταση εργασίας από Καναδό εργοδότη. Η διαδικασία για την υποβολή αίτησης βίζας είναι εξαιρετικά απλή και γίνεται μέσω διαδικτύου (www.canadainternational.gr.ca/greece-grece ). Σημαντικό κριτήριο για να βρει κάποιος δουλειά στον Καναδά είναι και η καλή γνώση αγγλικών και γαλλικών, των δύο επίσημων γλωσσών της χώρας. Με βάση τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας του Καναδά υπάρχει μια μικρή αύξηση του αριθμού των Ελλήνων που βρήκαν μόνιμη ή προσωρινή εργασία στη χώρα την τελευταία διετία, ίσως όμως πρόκειται για ομογενείς που είχαν φύγει από τον Καναδά και επέστρεψαν.
Αξίζει να σημειωθεί πως από πέρυσι έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία με σύνθημα «Hire a Greek» (προσέλαβε και εσύ έναν Έλληνα) από επιχειρηματίες του εξωτερικού με ελληνική καταγωγή. Σκοπός της είναι η απορρόφηση ανέργων από τη χώρα μας σε εταιρίες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου. Η πρωτοβουλία ξεκίνησε αρχικά από την Αμερική μέσω του ειδησεογραφικού portal www.greekreporter.com όμως σύντομα βρήκε ανταπόκριση από τους επιχειρηματικούς κύκλους του Καναδά, της Αυστραλίας και της Ευρώπης. Οι υποψήφιοι δεν έχουν παρά να υποβάλλουν online το βιογραφικό τους στην ιστοσελίδα www.hireagreek.com και να αναζητήσουν το επαγγελματικό τους μέλλον, εκτός συνόρων.
Οι εργασιακές προκλήσεις στις χώρες του Περσικού Κόλπου
Το υψηλό βιοτικό επίπεδο και η ανυπαρξία φορολογίας συνιστούν δέλεαρ για οποιονδήποτε Ευρωπαίο -πόσο μάλλον Έλληνα- προκειμένου να μεταναστεύσει στις αραβικές χώρες.
Παρά τις πολιτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή, τα αυταρχικά καθεστώτα και τις αυστηρές ποινές που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των νόμων, οι έξι αραβικές χώρες που απαρτίζουν το Συμβούλιο Συνεργασίας του Περσικού Κόλπου (GCC) (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κουβέιτ, Κατάρ, Ομάν και Μπαχρέιν), αποτελούν έναν από τους πιο δημοφιλείς εργασιακούς προορισμούς για Δυτικοευρωπαίους που αναζητούν διαφυγή από την Ευρώπη της κρίσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία πρόσφατης έρευνας της ιστοσελίδας GulfTalent.com για την εργασία και τους μισθούς στην περιοχή του Κόλπου, οι χώρες που συγκεντρώνουν τους περισσότερους μετανάστες είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία.
Οι περισσότεροι υπήκοοι δυτικών χωρών επιλέγουν ως τόπο μετανάστευσής τους το Ντουμπάι και το Άμπου Ντάμπι, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καταλαμβάνοντας το 46% και το 26% του συνολικού ποσοστού των μεταναστών τους. Στην τρίτη θέση προτίμησης έρχεται η πρωτεύουσα του Κατάρ, η Ντόχα, όπου το 21% των ξένων υπηκόων της προέρχεται από τη Δύση.
Σχεδόν όλοι οι επαγγελματικοί κλάδοι στις χώρες του Κόλπου δημιουργούν ευκαιρίες εργασίας, ωστόσο οι περισσότερες νέες θέσεις προέρχονται από τον κλάδο του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, την υγεία, τις λιανικές πωλήσεις, την τεχνολογία πληροφοριών και τη μηχανική.
Οι ξένοι υπήκοοι καταλαμβάνουν στην πλειονότητά τους θέσεις μηχανικών (όλων των ειδικοτήτων), λογιστών, μάνατζερ, αναλυτών και πωλητών.
Ειδικά για τους μηχανικούς (ηλεκτρολόγους μηχανικούς, μηχανολόγους, μηχανικούς υπολογιστών και μηχανικούς άλλων ειδικοτήτων) οι αραβικές χώρες συνιστούν «εργασιακό παράδεισο», αρκεί οι ενδιαφερόμενοι να διαθέτουν τους βασικούς τίτλους σπουδών, εργασιακή πείρα και άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας.
Οι εργοδότες επιχειρήσεων, εθνικών και πολυεθνικών, στις χώρες του Κόλπου επικεντρώνονται ιδιαίτερα στα βιογραφικά υποψηφίων από τις χώρες της Δύσης, καθώς η οικονομική κρίση στην Ευρώπη έχει δημιουργήσει μία τεράστια δεξαμενή από υψηλά εξειδικευμένο προσωπικό που δύσκολα μπορεί να εντοπιστεί στον υπόλοιπο κόσμο.
Μάλιστα, οι περισσότερες εταιρείες προσφέρουν υψηλότερους μισθούς στους ξένους υπηκόους σε σχέση με τους Ασιάτες, ώστε να τους δελεάσουν να εργαστούν γι’ αυτές.
Όπως φανερώνουν και τα στατιστικά, πάνω από το 80% των ξένων εργαζόμενων στις έξι αραβικές χώρες μεσοσταθμικά (στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας φτάνει το 98%) βεβαιώνουν ότι οι απολαβές τους είναι υψηλότερες σε σχέση με αυτές που είχαν στην πατρίδα τους.
Για τους Έλληνες πολίτες δεν απαιτείται θεώρηση (visa) για την είσοδό τους στα ΗΑΕ. Ωστόσο, αν η παραμονή τους πρόκειται να ξεπεράσει τις 60 ημέρες, τότε χρειάζεται προηγούμενη επικοινωνία με τις αρμόδιες εμιρατινές αρχές. Στα ΗΑΕ ζουν και εργάζονται περί τους 1.000 Έλληνες, εκ των οποίων οι περισσότεροι βρίσκονται στο Ντουμπάι (στελέχη επιχειρήσεων, επιχειρηματίες κ.α.).
Πηγή: news.gr