Όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα, οι κρίσεις χρέους προκαλούν διαμάχες μεταξύ των πιστωτών και των δανειοληπτών σχετικά με το ποιος θα επωμιστεί τις ζημιές, συμπεραίνει η Wall Street Journal, εκτιμώντας ότι στο τέλος οι φορολογούμενοι θα είναι και πάλι εκείνοι που θα επωμιστούν το βάρος της ελληνικής κρίσης.
Σε δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας, επισημαίνεται ότι από την έναρξη της ελληνικής κρίσης, πριν από τρία χρόνια, αυτές οι διαμάχες ήταν σύνηθες φαινόμενο στις Συνόδους Κορυφής της ευρωζώνης και στις συνεδριάσεις του Eurogroup, που έχουν βρεθεί στο επίκεντρο των διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Σχολιάζοντας την τελευταία απόφαση των Ευρωπαίων την περασμένη Δευτέρα για την Ελλάδα, η Wall Street Journal αναφέρει ότι οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης δεν έχουν δημοσίως παραδεχθεί ότι γνωρίζουν πως θα υποστούν ζημιές. Αυτό, όμως, τονίζεται στο δημοσίευμα, θα είναι η αναπόφευκτη κατάληξη της συμφωνίας στην οποία κατέληξε το Eurogroup.
«Αν και οι δύσκολες απομειώσεις είναι εκτός συζήτησης για τώρα, αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι για πάντα», δήλωσε ο Mujtaba Rahman, αναλυτής στο Eurasia Group. «Εάν το κάνουν αυτό τώρα, θα είναι «πολιτική αυτοκτονία» για τις βόρειες χώρες, ενώ οι νοτιότερες χώρες δεν βλέπουν το λόγο να συμφωνήσουν τώρα σε ένα τέτοιο μέτρο», πρόσθεσε.
Στο δημοσίευμα της Wall Street Journal, επισημαίνεται ακόμη ότι το χρέος της Ελλάδας συνέχιζε να αυξάνεται, κυρίως εξαιτίας της κατάρρευσης της οικονομίας της. Οι επίσημοι πιστωτές άρχισαν να μειώνουν τα επιτόκια των δανείων διάσωσης, αναγνωρίζοντας την πραγματικότητα, ότι είχαν γίνει μέρος του προβλήματος και όχι η λύση.
Με το μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού χρέους θα κρατείται από τον επίσημο τομέα, «θα έχει την ευθύνη να βεβαιωθεί ότι θα είναι διαχειρίσιμο. Το κόστος θα πέσει στους ώμους των φορολογούμενων της Βόρειας Ευρώπης, παρά τις προσπάθειες να αποφευχθεί αυτό».
Και καταλήγει: «Για να φθάσουμε σε αυτό το σημείο, προηγήθηκε ένα βασανιστικό ταξίδι, για να μην αναφερθεί για το πολύ επώδυνο ταξίδι των Ελλήνων. Και ακόμη δεν έχει τελειώσει».