Την αποτελεσματικότητα της συμφωνίας στο Eurogroup, σχολιάζουν τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, προβάλλοντας ερωτηματικά και κάποια δυσπιστία για την έκβαση των συμφωνηθέντων για την Ελλάδα.
Όπως υποστηρίζουν, αυτή τη φορά δεν ευθύνεται η ελληνική πλευρά για την αποτυχία εξεύρεσης ουσιαστικής λύσης, αφού έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και η οποία ανέλαβε υψηλό πολιτικό ρίσκο με την υιοθέτηση επώδυνων μέτρων.
Σε δημοσίευμα της Wall Street Journal, επισημαίνεται ότι ακόμη και οι αρχιτέκτονες της συμφωνίας – μεταξύ των οποίων και η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ – δεν είναι πλήρως πεπεισμένοι ότι θα αποδώσει, ενώ εκφράζονται επιφυλάξεις για την επαναγορά ομολόγων από την ελληνική κυβέρνηση.
Σημειώνεται, επίσης, ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει κίνδυνο και φθίνουσα πορεία εξαιτίας της συνεχιζόμενης λιτότητας, της υποδαύλισης των πολιτικών εντάσεων στη χώρα και της υπονόμευσης της στήριξης προς την ελληνική κυβέρνηση, όπως τονίζεται. Ωστόσο, η πρόσφατη συμφωνία και η έμμεση υπόσχεση για περαιτέρω ανακούφιση από το χρέος ενδυναμώνει τη θέση του Έλληνα πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, στέλνοντας θετικό μήνυμα στις αγορές.
Σε μια ακόμη αναφορά στην αμερικανική εφημερίδα προβάλλεται ο ισχυρισμός, ότι η εν λόγω συμφωνία είναι «τόσο ξεκάθαρη, όσο και η λάσπη» αν και ορισμένοι όροι της, όπως η 15ετής παράταση του χρόνου ωρίμανσης του χρέους και η μη συλλογή επιτοκίων από το ευρωπαϊκό ταμείο δανεισμού έως το 2022, θα βοηθήσουν όντως την Ελλάδα να χρηματοδοτήσει το χρέος της.
Οι New York Times υποστηρίζουν από την πλευρά τους ότι το αποτέλεσμα των τριών επεισοδιακών νυκτερινών συνεδριάσεων του Eurogroup, τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, χαρακτηρίζεται ως ένας «αδύναμος συμβιβασμός». Επισημαίνεται, επίσης, πως η πρόσφατη συμφωνία επιτρέπει στην Ελλάδα να αποφύγει μια άμεση χρεοκοπία και αμβλύνει την προοπτική μιας ελληνικής εξόδου από την ευρωζώνη, αλλά η χώρα μπορεί να εξαναγκαστεί σε αποχώρηση από την ευρωζώνη, κυρίως διότι η συμφωνία δεν συμβάλλει επαρκώς στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Οι αμφιβολίες πολλών αναλυτών για την αποτελεσματικότητα της συμφωνίας προβάλλονται και στην Washington Post. Όπως υποστηρίζεται, πρόκειται για έναν «πολιτικό συμβιβασμό» που επιτρέπει την αποδέσμευση της χρηματοδότησης, αλλά δεν αποτελεί μια μακροπρόθεσμη λύση, που θα οδηγούσε στη σταθεροποίηση τόσο της Ελλάδας όσο και της ευρωζώνης.
Η αναβλητικότητα, η πολιτική ατολμία και οι συνεχείς καθυστερήσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αναφέρεται χαρακτηριστικά, διαιωνίζουν την κρίση χρέους που ξέσπασε στην Ελλάδα πριν από τρία χρόνια, βαθαίνοντας την ύφεση στη χώρα, αλλά και σε ολόκληρη την ευρωζώνη και συντηρώντας την απειλή για την παγκόσμια οικονομία, ενώ καθιστούν μια μελλοντική λύση πολύ πιο ακριβή.
Το πρακτορείο Bloomberg επαναφέρει την θέση για διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους, τουλάχιστον κατά 50%, κρίνοντας ως ελλιπείς και με μεγάλες πιθανότητες αποτυχίας τις πρόσφατες αποφάσεις του Eurogroup για τη μείωση του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το τρίτο σχέδιο διάσωσης για την Ελλάδα δεν διαφέρει σημαντικά από τα δύο προηγούμενα, καθώς απουσιάζει εκ νέου η πρόβλεψη για διαγραφή ελληνικού χρέους που κατέχουν οι δημόσιοι πιστωτές, καθιστώντας αδύνατη την ουσιαστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την ανάσχεση της κρίσης.