Το Κίεβο συμφώνησε στους όρους που έθεσε η Ουάσιγκτον για τα ορυκτά, με ουκρανούς αξιωματούχους να ευελπιστούν πως η συμφωνία αυτή θα εξομαλύνει τις σχέσεις Ζελένσκι και Τραμπ και θα ανοίξει τον δρόμο για μια δέσμευση των ΗΠΑ για την ασφάλεια της Ουκρανίας.

Ουκρανοί αξιωματούχοι υποστήριζαν πως το Κίεβο είναι έτοιμο να υπογράψει τη συμφωνία για την «ανάπτυξη των ορυκτών κοιτασμάτων, μεταξύ των οποίων αερίου και πετρελαίου» αφότου οι ΗΠΑ έριξαν τις απαιτήσεις τους από τα 500 δισεκατομμύρια που ζητούσαν ως ανταπόδοση για τη στήριξή τους.

Παρά το γεγονός πως το κείμενο δεν θέτει δικλίδες ασφαλείας, οι αξιωματούχοι υποστήριζαν πως διαπραγματεύτηκαν πολύ πιο συμφέροντες όρους και συμπύκνωσαν το νόημα της συμφωνίας ως έναν καλό τρόπο να διευρύνουν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. «Η συμφωνία για τα ορυκτά είναι μόνο ένα μέρος της εικόνας. Έχουμε ακούσει πολλές φορές από τις ΗΠΑ ότι είναι μέρος μιας μεγαλύτερης εικόνας» ανέφερε η Όλια Στεφανίσινα, αναπληρώτρια πρωθυπουργός της Ουκρανίας και υπουργός Δικαιοσύνης, η οποία τέθηκε επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της Ουκρανίας.

Το προσχέδιο που ονοματίζει μια σειρά από όρους, τους οποίους ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε ως αντάλλαγμα που δίνει η Ουκρανία για την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ από το 2022 και μετά τη ρωσική εισβολή, προκάλεσε εκνευρισμό τόσο στο Κίεβο όσο και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ο ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι απέρριψε το συγκεκριμένο κείμενο μέσα στην εβδομάδα. Ο Ντόναλντ Τραμπ απάντησε στην άρνηση αυτή αποκαλώντας τον Ουκρανό «δικτάτορα χωρίς εκλογές», ενώ τον κατηγόρησε για την έναρξη του πολέμου. Η τελική συμφωνία, σύμφωνα με τους «Financial Times», υπεγράφη στις 24 Φεβρουαρίου και δημιουργεί ένα fund, στο οποίο η Ουκρανία θα καταθέτει το 50% των κρατικών κερδών από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και τα περιουσιακά στοιχεία των εταιρειών που τα διαχειρίζονται. Το fund στη συνέχεια θα επενδύει σε projects στην Ουκρανία».

Η συμφωνία εξαιρεί τα ορυκτά που συμβάλλουν ήδη στα ταμεία της ουκρανικής κυβέρνησης, κάτι που σημαίνει πως δεν θα περιλαμβάνει τις δραστηριότητες της Naftogaz ή της Ukmafta, των δύο μεγάλων ουκρανικών εταιρειών φυσικού αερίου και πετρελαίου. Παρ’ όλα αυτά, η συμφωνία δεν περιλαμβάνει καμία αμερικανική εγγύηση ασφαλείας για το Κίεβο, το οποίο επέμενε αρχικά ότι χρειάζεται μια τέτοια πρόβλεψη, ώστε να μπορέσει να την υπογράψει. Παράλληλα, το τελικό κείμενο της συμφωνίας αφήνει ερωτήματα και για το μέγεθος του αμερικανικού μεριδίου στο fund και τους όρους της συνιδιοκτησίας, οι οποίοι πιθανότατα θα καθοριστούν σε μεταγενέστερη συμφωνία.

Οι ΗΠΑ έχουν στηρίξει στρατιωτικά και οικονομικά την Ουκρανία στα τρία χρόνια του πολέμου μετά την εισβολή της Ρωσίας, όμως ο Τραμπ έχει ανατρέψει την πολιτική της Ουάσιγκτον, πραγματοποιώντας άνοιγμα στη Μόσχα, χωρίς να βάλει τους ευρωπαίους συμμάχους ή την Ουκρανία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Οι ουκρανοί αξιωματούχοι δήλωναν πως η συμφωνία έχει εγκριθεί από τα υπουργεία Δικαιοσύνης, Οικονομίας και Εξωτερικών, ενώ αναμένεται επίσκεψη του Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο τις ερχόμενες εβδομάδες για την τελετή της υπογραφής με τον Τραμπ.

«Αυτή θα είναι μια ευκαιρία για τον πρόεδρο να συζητήσει τη μεγαλύτερη εικόνα. Και κατόπιν αυτού, θα είμαστε σε θέση να σκεφτούμε τα επόμενα βήματα» ανέφερε αξιωματούχος. Η κυβέρνηση Τραμπ αρχικά πρότεινε ένα fund που θα χρηματοδοτούσε την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, με τις ΗΠΑ να έχουν το 100% των συμφερόντων και την Ουκρανία να συνεισφέρει 50% των εσόδων του από την εξόρυξη των ορυκτών, μέχρι τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι συγκεκριμένοι όροι χαρακτηρίστηκαν «απαράδεκτοι» από τους Ουκρανούς, που έφυγαν από την τελική συμφωνία.

Η εντολή που προκύπτει από τη συμφωνία για το fund είναι οι επενδύσεις στην Ουκρανία, κάτι που συνιστά μια αλλαγή υπέρ του Κιέβου. Το έγγραφο αναφέρει ακόμη πως οι ΗΠΑ θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και στο μέλλον. Οι αξιωματούχοι της Ουκρανίας σημείωναν ακόμη πως πρόκειται για μια συμφωνία-πλαίσιο και πως κανένα περιουσιακό στοιχείο δεν θα αλλάξει χέρια μέχρι να δημιουργηθεί το fund, δίνοντάς τους τον χρόνο να εξαλείψουν τα αρνητικά της συμφωνίας.