Την κατάργηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ενόψει της γενικότερης αναμόρφωσης της φορολογικής νομοθεσίας ζητεί με επιστολή του, προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα και τον αρμόδιο υφυπουργό κ. Γιώργο Μαυραγάνη, ο πρόεδρος της Κ.Ε.Ε.Ε. και του Ε.Β.Ε.Α. κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος.

Όπως επισημαίνει ο κ. Μίχαλος στην επιστολή του, η αντικατάσταση του αναχρονιστικού και περίπλοκου Κ.Β.Σ., που εκτός των άλλων ευνοεί και τα φαινόμενα διαφθοράς στις συναλλαγές με τις φορολογικές αρχές, είναι άκρως αναγκαία.

Για το λόγο αυτό, το Ε.Β.Ε.Α. υπέβαλε συγκεκριμένη πρόταση για αντικατάσταση του Κ.Β.Σ. με μία απλούστερη και αποτελεσματικότερη διαδικασία, μέσω της εφαρμογής των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) ή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Δ.Λ.Π.).

Η υιοθέτησή τους και η κατάργηση του Κ.Β.Σ. καθιερώνουν αντικειμενικά κριτήρια (και όχι τεκμήρια) για τον, σύμφωνα με το Σύνταγμα, προσδιορισμό της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, και αποτυπώνουν τη φιλοσοφία της Κυβέρνησης να μεταφέρει την ευθύνη στους πολίτες, διατηρώντας μόνο την εποπτεία και το δικαίωμα ελέγχου.

Επισυνάπτεται το κείμενο της επιστολής:

«Κύριε Υπουργέ,
Η κατάργηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, μίας φορολογικής διαδικασίας αναχρονιστικής και περίπλοκης, αποτελεί πάγιο αίτημα όλων των παραγωγικών φορέων της χώρας και μη εκπληρούμενη εξαγγελία διαδοχικών κυβερνήσεων επί σειρά ετών.

Η αναμενόμενη αναμόρφωση της φορολογικής νομοθεσίας πιστεύουμε πως αποτελεί ευκαιρία για την πραγματοποίηση αυτής της αλλαγής, καθώς με τις πολύπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες που προβλέπει ο Κ.Β.Σ. αυξάνει το γραφειοκρατικό κόστος και το καθεστώς αβεβαιότητας για τις επιχειρήσεις και ενισχύει τα φαινόμενα διαφθοράς στις συναλλαγές με τις φορολογικές αρχές. Για το λόγο αυτό, θα θέλαμε να υποβάλουμε την πρότασή μας για αντικατάσταση του Κ.Β.Σ. με μία απλούστερη και αποτελεσματικότερη διαδικασία, μέσω της εφαρμογής των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) ή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Δ.Λ.Π.).

Η υιοθέτησή τους και η κατάργηση του Κ.Β.Σ. καθιερώνουν αντικειμενικά κριτήρια (και όχι τεκμήρια) για τον, σύμφωνα με το Σύνταγμα, προσδιορισμό της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, και αποτυπώνουν τη φιλοσοφία της Κυβέρνησης να μεταφέρει την ευθύνη στους πολίτες, διατηρώντας μόνο την εποπτεία και το δικαίωμα ελέγχου.

Η υιοθέτηση των Δ.Π.Χ.Α. απλώς επεκτείνει και στις λοιπές επιχειρήσεις αυτά που ισχύουν για τις εισηγμένες εταιρείες.

Έτσι, καθιερώνεται η ενιαία λογιστική μεταχείριση των συναλλαγών και η ελευθερία για την τήρηση, αλλά με ευθύνη των επιτηδευματιών, των βιβλίων και στοιχείων, από τα οποία να μπορεί να εξαχθεί η καθαρή θέση και τα αποτελέσματα των εργασιών τους. Συνεπώς, όλες οι επιχειρήσεις ή επιτηδευματίες θα φορολογούνται με βάση τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους και όχι με αυθαίρετους συντελεστές ή άλλους τρόπους.

Όλες οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μικρών και πολύ μικρών, μπορούν να συνεχίσουν να τηρούν τα βιβλία που τηρούν σήμερα, με την προϋπόθεση ότι στο τέλος της χρήσης τα βιβλία αυτά θα χρησιμοποιηθούν και θα συμπληρωθούν με όποια άλλα στοιχεία απαιτούνται για τη σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Α. ή το άρθρο 43 του Κ.Ν. 2190/1920 σύνταξη του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος.

Σημειώνεται ότι η χρήση ταμειακών μηχανών και άλλων μέσων ηλεκτρονικής παρακολούθησης των συναλλαγών δεν επηρεάζεται από αυτή την αλλαγή στη νομοθεσία, στο βαθμό που αυτά τα μέσα βοηθούν στην καλύτερη απεικόνιση και αξιοπιστία των συναλλαγών που καταχωρούνται στα βιβλία.

Παρόλο που δεν δημιουργείται κανένα πρόβλημα στις επιχειρήσεις, αφού μπορούν να συνεχίσουν να τηρούν τα βιβλία και στοιχεία που τηρούν μέχρι σήμερα με μόνη αλλαγή την υιοθέτηση των Δ.Π.Χ.Α., κατά τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων στο τέλος της χρήσης, προτείνουμε την εφαρμογή μιας μεταβατικής περιόδου συμμόρφωσης δύο (2) ετών.

Η ακρίβεια του ισολογισμού και του αποτελέσματος της χρήσης και η συμφωνία αυτών με τα τηρούμενα βιβλία και τις φορολογικές δηλώσεις βεβαιώνονται από πιστοποιημένους λογιστές ή/και ορκωτούς ελεγκτές λογιστές. Επιπλέον προσδίδεται αυξημένη αξιοπιστία στις συναλλαγές που διενεργούνται μέσω τραπεζών, τα σχετικά έγγραφα των οποίων αποκτούν αυξημένη αποδεικτική ισχύ.

Επίσης, προτείνουμε την απλοποίηση του υπολογισμού του φορολογητέου εισοδήματος με συγκεκριμένες αρχές που αφορούν στις εκπιπτόμενες δαπάνες, τα αφορολόγητα έσοδα, τις προβλέψεις και τις αποσβέσεις.
Τέλος, προτείνουμε τον εξορθολογισμό της διαδικασίας του φορολογικού ελέγχου των βιβλίων και επιχειρήσεων με τις ακόλουθες ρυθμίσεις:

1 Η δυνατότητα ή μη διενέργειας ελεγκτικών επαληθεύσεων (κατ’ επέκταση φορολογικού ελέγχου) να κρίνεται τελικά από μια ανεξάρτητη αρχή, την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (ΕΛΤΕ). Εξάλλου η έκδοση φορολογικών πιστοποιητικών από τους Ορκωτούς Ελεγκτές αποτελεί αμάχητο τεκμήριο περί της δυνατότητας υπολογισμού φορολογητέου αποτελέσματος.

2 Οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες θα πρέπει να προσδιορίζονται νομοθετικά.

3 Επιφυλασσομένων των διατάξεων περί φοροδιαφυγής, οι παραλείψεις όσον αφορά στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων να υπόκεινται μόνο σε προσαυξήσεις αυξημένου επιτοκίου.

Ελπίζοντας πως θα βρείτε ενδιαφέρουσες τις προτάσεις μας, ευελπιστούμε για την υιοθέτησή τους από πλευράς της Κυβέρνησης, με σκοπό την απλούστευση και τον εξορθολογισμό του φορολογικού συστήματος, τα οποία θα οδηγήσουν στην επιδιωκόμενη αύξηση της αποτελεσματικότητάς του».