Η κυβέρνηση της Κίνας πιθανότατα δεν πρόκειται να στείλει αντιπροσωπεία στην Ουάσινγκτον για να διεξαχθούν συνομιλίες με την κυβέρνηση των ΗΠΑ για την εμπορική διένεξη των δύο πλευρών, μετά την αναγγελία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την επιβολή πρόσθετων τελωνειακών δασμών σε κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισ. δολαρίων που εισάγει η χώρα του, γράφει η εφημερίδα South China Morning Post επικαλούμενη κινεζική κυβερνητική πηγή που δεν κατονομάζει.
Κατά το δημοσίευμα, το Πεκίνο επανεξετάζει το σχέδιο να σταλεί μια αντιπροσωπεία υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Λίου Χε στις ΗΠΑ την επόμενη εβδομάδα για έναν νέο κύκλο διαπραγματεύσεων. Η πηγή είπε στην εφημερίδα πως το Πεκίνο δεν έχει ακόμη λάβει οριστικές αποφάσεις, αλλά θα πρέπει η Ουάσινγκτον να δείξει «καλή θέληση» πριν διεξαχθούν συνομιλίες, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι νέοι πρόσθετοι δασμοί θα τεθούν σε εφαρμογή την 24η Σεπτεμβρίου, και αρχικά θα ανέρχονται στο 10%, ενώ από 1ης Ιανουαρίου 2019 θα αυξηθούν στο 25%.
Εξάλλου ο υπουργός Εμπορίου της Κίνας Τζονγκ Σαν προεξόφλησε σε στελέχη μεγάλων ξένων εταιρειών ότι ο μονομερής τρόπος με τον οποίο δρα η κυβέρνηση Τραμπ και η πολιτική προστατευτισμού που εφαρμόζει θα ζημιώσουν τα συμφέροντα τόσο των ΗΠΑ όσο και της Κίνας, ενώ θα πλήξουν επίσης την παγκόσμια οικονομία.
Ο Τζονγκ επανέλαβε τη θέση του Πεκίνου ότι δεν υπάρχει νικητής σε έναν εμπορικό πόλεμο και ότι η συνεργασία είναι η μοναδική ορθή επιλογή.
Από την πλευρά τους, στελέχη της κυβέρνησης της Ιαπωνίας απηύθυναν έκκληση να τερματιστεί το ταχύτερο ο κλιμακούμενος εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, προειδοποιώντας ότι θα τρωθεί η παγκόσμια ανάπτυξη, μετά την αναγγελία του Τραμπ για τους νέους δασμούς.
«Η ανταλλαγή δασμών και μέτρων αντιποίνων δεν ωφελεί καμία χώρα», τόνισε ο υπουργός Οικονομίας της Ιαπωνίας Τοσιμίτσου Μοτέγκι. Ενώ ο υπουργός Οικονομικών Τάρο Άσο σημείωσε ότι παρότι πρέπει να διορθωθούν οι παγκόσμιες ανισορροπίες ως προς το εμπόριο για να αποφευχθεί μια νέα οικονομική κρίση, η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο πρέπει να διευθετήσουν τη διένεξή τους μέσω διαλόγου κι όχι επιβάλλοντας δασμούς.
«Η μεγαλύτερη και δεύτερη οικονομία του κόσμου πρέπει να κάνουν διάλογο όπως αρμόζει», είπε ο Άσο. «Η μείωση του όγκου του εμπορίου θα οδηγήσει σε συρρίκνωση και των δύο οικονομιών, κι οι συνέπειες για τις άλλες χώρες θα είναι μεγάλες», προειδοποίησε.