Κάθε φορά που η επιχειρηματική κοινότητα διατυπώνει το αίτημα για μείωση του συντελεστή φορολογίας, έρχεται ως απάντηση το επιχείρημα ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα βρίσκεται στο μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών.

Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*

Όμως, ο φόρος που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι περισσότερο από 10% μεγαλύτερος σε σχέση με το μέσο όρο 14 χωρών της περιοχής των Βαλκανίων – συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας και της Ιταλίας. Αντίστοιχα, και οι εργοδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης (24,6%) είναι 10% μεγαλύτερες από τον μέσο όρο των γειτονικών χωρών (15,2%), ο ΦΠΑ είναι ο τρίτος υψηλότερος, φθάνοντας στο 30%, ενώ η φορολογική επιβάρυνση του συνόλου των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ανέρχεται στο 49,6% των εσόδων τους, ποσοστό που είναι κατά 18% περισσότερο από τον μέσο όρο των γειτονικών χωρών.

Δεν είναι όμως μόνο το ύψος της φορολογίας που «διώχνει» τις επιχειρήσεις από την Ελλάδα. Είναι ένα γενικότερα αντίξοο μακροοικονομικό και θεσμικό περιβάλλον. Το μόνο πεδίο στο οποίο υπήρξε σοβαρή βελτίωση τα τελευταία χρόνια είναι η διευκόλυνση της διαδικασίας σύστασης επιχειρήσεων, κυρίως μέσα από την εφαρμογή του ΓΕΜΗ. Κατά τα άλλα, επιχειρηματίες και επενδυτές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν γραφειοκρατία, αδιαφάνεια, ασάφεια και αστάθεια, σε βαθμό που καθιστά τη δραστηριότητά τους ιδιαίτερα δύσκολη.

Μια δραστική λύση είναι η μείωση του φορολογικού συντελεστή, ως αντιστάθμισμα του αρνητικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των επιπτώσεων της κρίσης, όπως είναι η έλλειψη ρευστότητας και η δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση. Ειδικότερα, θα πρέπει να εξεταστεί η μείωση του βασικού συντελεστή εταιρικού φόρου στο 15% και διατήρησή του σε αυτό το επίπεδο για τουλάχιστον μία 5ετία. Θα πρέπει επίσης να υπάρξει δέσμευση του κράτους να περιοριστεί ο συντελεστής φορολογίας επιχειρήσεων ως προς τον τζίρο τους σε επίπεδο που να μην υπερβαίνει το 40%.

Η χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων  θα ενίσχυε τα δημόσια έσοδα ενώ,  μεσοπρόθεσμα, θα στήριζε  θετικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς. Παράλληλα, θα περιόριζε το ρυθμό μετανάστευσης των επιχειρήσεων προς χώρες με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Το βέβαιο είναι ότι όσο δεν λαμβάνονται μέτρα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις θα οδηγούνται σε κλείσιμο ή σε φυγή από τη χώρα.

*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας