Δεν υπάρχει κανένα «επιτακτικό οικονομικό επιχείρημα» για να παραμείνει η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς σημαντική αλλαγή στη σχέση της με την Ε.Ε., δήλωσε ο πρόεδρος του τραπεζικού ομίλου Lloyds.
Τα σχόλια του Νόρμαν Μπλάκγουελ στη Βουλή των Λόρδων, ο οποίος εξέφρασε προσωπικές απόψεις και δεν μιλούσε ως πρόεδρος της Lloyds, ενισχύουν τη θέση εκείνων που τάσσονται υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ στο δημοψήφισμα που αναμένεται να διεξαχθεί έως τα τέλη του 2017.
Ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον προσπαθεί να αναδιαπραγματευθεί τους όρους της παραμονής της χώρας στην ΕΕ και έχει υποσχεθεί ότι μόλις επιτύχει μια νέα συμφωνία θα ζητήσει από τους Βρετανούς ψηφοφόρους να αποφασίσουν εάν η χώρα θα συνεχίσει να είναι μέλος της ΕΕ ή όχι.
Τα δύο στρατόπεδα του «εντός» και του «εκτός» της Ε.Ε. αναζητούν υποστήριξη από σημαίνουσες επιχειρηματικές προσωπικότητες σε μια προσπάθεια να ενισχύσουν την οικονομική αξιοπιστία των απόψεών τους.
«Δεν συμφωνώ ότι η παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς σημαντική αλλαγή στις ρυθμίσεις της τωρινής συνθήκης είναι εν τέλει βιώσιμη από πολιτική και συνταγματική άποψη», είπε χθες ο Μπλάκγουελ.
«Ούτε πιστεύω ότι υπάρχει επιτακτικό οικονομικό επιχείρημα για να παρακαμφθούν αυτές οι σκέψεις», είπε κατά τη διάρκεια συζήτησης για το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για το δημοψήφισμα, σε σχόλια που δημοσιοποιήθηκαν στα Hansard, τα επίσημα αρχεία του κοινοβουλίου.
Ο Μπλάκγουελ απέρριψε τις ανησυχίες ότι η αβεβαιότητα για το εάν η Βρετανία θα παραμείνει στην ΕΕ ή όχι θα προκαλέσει σοβαρή οικονομική ζημία.
«Ενώ η αβεβαιότητα ίσως σημαίνει ότι κάποιες επιχειρηματικές επενδύσεις θα καθυστερήσουν βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η Βρετανία μάλλον θα παραμείνει ελκυστικός παγκόσμιος προορισμός ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα και το να παραβλέπει κανείς τη δημοκρατική διαδικασία ίσως είναι ακόμα πιο δαπανηρό», είπε.
Ο Μπλάκγουελ, που ήταν σύμβουλος του πρώην συντηρητικού πρωθυπουργού Τζον Μέιτζορ από το 1995 έως το 1997, ισχυρίστηκε ότι η διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης του Κάμερον δεν θα πρέπει να αφορά την εξασφάλιση ή την εκχώρηση κάποιων παραχωρήσεων από τα άλλα κράτη μέλη.
Η επαναδιαπραγμάτευση «θα πρέπει μάλλον να αφορά το αν μπορούμε να εξασφαλίσουμε νέα συμφωνία των ευρωπαϊκών χωρών ως προς μια νέα διευθέτηση που θα ταιριάζει σε όλους: μια νέα σχέση μεταξύ της Βρετανίας και των μελών της ευρωζώνης που θα καθιστά βιώσιμο για εμάς να γίνουμε και να παραμείνουμε μέλος μιας ευρύτερης αλλά πιο χαλαρής Ευρωπαϊκής Ένωσης, παράλληλα, αλλά ξεχωριστά, από το βασικό πυρήνα της ευρωζώνης».