Την έγκρισή της για επιβολή φόρου 0,15% επί των χρηματοοικονομικών συναλλαγών αναμένεται να δώσει σήμερα η ιταλική κυβέρνηση, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος λιτότητας που προωθεί, όπως μεταδίδει το Γαλλικό πρακτορείο επικαλούμενο κυβερνητική πηγή.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, αναμένεται επίσης αύξηση υφιστάμενου φόρου επί των κερδών που αποκομίζουν οι τράπεζες από τις δραστηριότητές τους στις χρηματοοικονομικές αγορές.
Τα μέτρα αυτά, το οποία αναμένεται να αποτελέσουν νέες πηγές εσόδων για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ιταλίας, λαμβάνονται στο πλαίσιο της απόφασης της Ευρώπης για την εισαγωγή ενός τέτοιου φόρου, τόνισε η πηγή.
Φόρος αυτού του τύπου υπήρχε και κατά το παρελθόν στην Ιταλία, αλλά καταργήθηκε το 2007.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την Τετάρτη να προτείνει τη θέσπιση ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, (φόρος Τόμπιν) προκειμένου να τροφοδοτήσει το μελλοντικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ιταλική κυβέρνηση, η οποία συνέρχεται σήμερα για να υιοθετήσει πρόγραμμα λιτότητας, πρέπει να εγκρίνει επίσης την αύξηση φόρου επί των κερδών από τις τράπεζες των δραστηριοτήτων τους στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι δραστηριότητες αυτές θα πρέπει να φορολογούνται με συντελεστή 35%, ενώ σήμερα ήδη φορολογούνται με δύο διαφορετικούς φόρους, που φτάνουν περίπου το 31%.
Το νέο πακέτο μέτρων λιτότητας ύψους άνω των 40 δισ. ευρώ, όπως και εκείνο που υιοθετήθηκε προ έτους, αξίας 25 δισ. ευρώ, στοχεύουν στην επίτευξη μηδενικού ελλείμματος για την Ιταλία το 2014 και στον εφησυχασμό των αγορών για την οικονομική ευρωστία της χώρας.
Η Ιταλία διαθέτει σήμερα χρέος που αντιστοιχεί περίπου σε 120% του ΑΕΠ και είναι ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο. Βρίσκεται υπό στενή επιτήρηση των αγορών και των οργανισμών αξιολόγησης.
Η Moody’s ανακοίνωσε στις 17 Ιουνίου ότι εξετάζει το ενδεχόμενο υποβάθμισης του ιταλικού αξιόχρεου, μόλις ένα μήνα μετά από αντίστοιχη ανακοίνωση της Standard and Poors.