Ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα παραμείνει αρνητικός το 2011 και αναμένεται να διαμορφωθεί στο -3,2%, ενδεχομένως και χαμηλότερα, γεγονός που δεν επιτρέπει την αποκλιμάκωση της υψηλής ανεργίας, εκτιμά το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην ετήσια έκθεση για την οικονομία.
Η εκτίναξη της ανεργίας στο 14,8% το τέταρτο τρίμηνο του 2010, αντανακλά την απότομη βάθυνση της ύφεσης στην ελληνική οικονομία από τα μέσα περίπου του προηγούμενου έτους.
Δεδομένου όμως του χρόνου που απαιτείται για την προσαρμογή της αγοράς εργασίας στις διακυμάνσεις της παραγωγικής δραστηριότητας, είναι πιθανή και νέα, σημαντική αύξησή της στις αρχές του 2011, κατά την ενσωμάτωση των δυσμενών εξελίξεων του τελευταίου τριμήνου πέρυσι.
Όμως, η αντίδραση στην απότομη πτώση του ΑΕΠ στο τέλος του 2010 και στην συνεχιζόμενη και φέτος ύφεση, θα περιλαμβάνει και την αξιοποίηση της μεγαλύτερης ευελιξίας στη σύναψη εργασιακών συμβάσεων η προσαρμογή.
Καθώς δεν μπορεί να είναι άμεση η των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα στις εργασιακές σχέσεις, η αξιοποίησή τους θα λάβει μεγαλύτερη έκταση στη συνέχεια του έτους, μετριάζοντας τις αρνητικές συνέπειες της συνεχιζόμενης για τρίτο έτος συρρίκνωσης του ΑΕΠ στην απασχόληση. Ως αποτέλεσμα, η ανεργία θα κινηθεί στην περιοχή του 15,5% κατά μέσο όρο φέτος, εκτιμά το ΙΟΒΕ.
Η υψηλή ανεργία, οι εισοδηματικές αναπροσαρμογές τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και η χαμηλή ροή πιστώσεων από τις τράπεζες προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, θα αποτελέσουν τους κύριους παράγοντες εξασθένισης της εγχώριας ζήτησης, χαλαρώνοντας ακολούθως τις πληθωριστικές πιέσεις του 2010, κατά το οποίο ο πληθωρισμός ανήλθε στο 4,7% κατά μέσο όρο, από 1,2% το 2009.
Η εξασθένιση του πληθωρισμού θα διευκολυνθεί και από την τεχνική επίδραση του υψηλού επιπέδου-βάση σύγκρισής του μετά τον Απρίλιο του 2010. Ανασχετικά στην υποχώρησή του προβλέπεται να λειτουργήσει η προγραμματισμένη εξίσωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Καθώς όμως αυτή αναμένεται να πραγματοποιηθεί από το φθινόπωρο, η επίδρασή της θα είναι σχετικά περιορισμένη. Ως εκ τούτου, ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει το 2011, κοντά στο 3,0%, ή λίγο υψηλότερα, εκτιμά το ΙΟΒΕ.
Ο βασικός κίνδυνος για την Ελλάδα είναι ότι η δημοσιονομική προσαρμογή που απαιτείται είναι τόσο μεγάλη, ώστε οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και η ανάκαμψη των εξαγωγών της που ήδη παρατηρείται, ενδέχεται να μην επαρκούν για την αποκατάσταση θετικών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης σε ένα εύλογο χρονικό ορίζοντα.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε δυσμενή εξέλιξη του χρέους σε μεσοπρόθεσμη βάση, παρά την ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς αποτελέσματος της Γενικής Κυβέρνησης, και σε κοινωνική απογοήτευση. Αυτό το ενδεχόμενο απαιτεί ένα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, την εφαρμογή του προγράμματος των διαρθρωτικών αλλαγών (απελευθέρωση αγορών αγαθών και υπηρεσιών, ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας) χωρίς εκπτώσεις, καθώς και την άμεση αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας.
Απαιτεί επίσης την ταχεία «επιστράτευση» των Διαρθρωτικών Ταμείων της ΕΕ που χρησιμοποιούνται για τη συγχρηματοδότηση των δημοσίων επενδύσεων των κρατών-μελών, προκειμένου να προωθηθεί η ανάπτυξη μέσω επενδύσεων σε υποδομές, λαμβάνοντας υπόψη τη μέχρι σήμερα χαμηλή απορροφητικότητα των πόρων του ΚΠΣ.
Η μείωση του μέσου επιτοκίου του δανείου διάσωσης που έλαβε η Ελλάδα κατά 100 μονάδες βάσης και η επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής του κατά 5 χρόνια, που αποφασίστηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της 11ης Μαρτίου, μειώνουν το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής και διευκολύνουν την αποπληρωμή του δανείου, αναφέρει μεταξύ άλλων το ΙΟΒΕ.