Από τον Φεβρουάριο ήταν έτοιμη η Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει την απειλή δασμών του αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ. Βλέπετε, το εμπόριο μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ βρισκόταν ψηλά στην ατζέντα του Ευρωκοινοβουλίου από τότε που ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ότι θα εισαγάγει δασμούς σε προϊόντα από την ΕΕ λόγω του εμπορικού ελλείμματος των αγαθών και της δράσης της ΕΕ κατά των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών.
«Η ΕΕ χρησιμοποιεί την εμπορική της πολιτική για να αξιοποιήσει στο έπακρο τις δυνατότητες της παγκοσμιοποίησης καθώς η οικονομία της ευημερεί ακριβώς λόγω του ελεύθερου εμπορίου. Ωστόσο, ορισμένες φορές η ευρωπαϊκή οικονομία μπορεί να υπονομευθεί από χώρες που επιβάλλουν αθέμιτα τιμολόγια στα προϊόντα της ή που πωλούν τα προϊόντα τους σε ασυνήθιστα χαμηλές τιμές. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος οι συγκρούσεις στο εμπόριο να κλιμακωθούν σε εμπορικό πόλεμο, το οποίο συμβαίνει όταν τα δύο μέρη συνεχίζουν να αυξάνουν τα τιμολόγια ή δημιουργούν άλλα εμπόδια, τα οποία μπορούν να κάνουν τα προϊόντα ακριβότερα και να περιπλέξουν τα πράγματα για τις εταιρείες» διαβάζουμε χαρακτηριστικά.
Η σημασία του εμπορίου ΕΕ-ΗΠΑ
Το 2023 η ΕΕ είχε εμπορικό πλεόνασμα όσον αφορά τα αγαθά και οι ΗΠΑ είχαν πλεόνασμα στις υπηρεσίες. Συνολικά, η ΕΕ είχε πλεόνασμα 48 δισ. ευρώ, αλλά αυτό αντιπροσώπευε μόνο το 3% της εμπορικής ροής 1,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εταίρος της ΕΕ για τις εξαγωγές αγαθών και ο δεύτερος μεγαλύτερος για τις εισαγωγές αγαθών. Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι το 2023 η ΕΕ είχε εμπορικό πλεόνασμα αγαθών ύψους 157 δισ. ευρώ με τις ΗΠΑ.
Η ΕΕ ήταν επίσης ο δεύτερος μεγαλύτερος εταίρος των ΗΠΑ για τις εξαγωγές αγαθών το 2022 και ο μεγαλύτερος για τις εισαγωγές αγαθών.
Οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος εταίρος της ΕΕ για την εισαγωγή και εξαγωγή υπηρεσιών το 2023 καθώς και το 2022.

Μάλιστα βάσει έκθεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχε συνταχθεί εδώ και ένα δίμηνο αναφερόταν «Εάν οι ΗΠΑ επιβάλουν δασμούς σε προϊόντα από εταιρείες της ΕΕ, θα γίνουν πιο ακριβά και συνεπώς θα πωλούνται λιγότερο. Εάν η ΕΕ αντιδράσει επιβάλλοντας δασμούς στα προϊόντα των ΗΠΑ, τότε αυτά θα γίνουν ακριβότερα για τους καταναλωτές της ΕΕ».
Πρόβλημα από τους δασμούς και σε άλλα μέρη του κόσμου
Διαβάζουμε επίσης ότι: «Η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ σε άλλα μέρη του κόσμου θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει προβλήματα στην ΕΕ. Οι επηρεαζόμενες χώρες θα μπορούσαν τα προϊόντα τους που θα ήταν πολύ ακριβά για να πουληθούν στις ΗΠΑ να αποφασίσουν να τα ανακατευθύνουν στην Ευρώπη, καθιστώντας δυσκολότερο τον ανταγωνισμό για τις εταιρείες της ΕΕ. Καθώς η παγκόσμια οικονομία είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετη, θα μπορούσε επίσης να διαταράξει την αλυσίδα εφοδιασμού για πολλές εταιρείες της ΕΕ, καθιστώντας πιο δύσκολη την προμήθεια συγκεκριμένων προϊόντων σε λογική τιμή».
Και συνεχίζει η έκθεση: «Η ανασφάλεια γύρω από τα τιμολόγια και τα αποτελέσματά τους θα δημιουργούσε επίσης μεγάλη αβεβαιότητα για τις εταιρείες, οι οποίες θα μπορούσαν στη συνέχεια να αποφασίσουν να αναβάλουν τις επενδύσεις. Αυτό θα αποδεικνυόταν επιπλέον ανασταλτικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη.
Ωστόσο, αυτοί οι δασμοί θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν τις χώρες να αναζητήσουν στενότερους δεσμούς με την ΕΕ για να αντισταθμίσουν τη νέα προσέγγιση των ΗΠΑ για την αύξηση των δασμών. Η ΕΕ έχει ήδη εμπορικές συμφωνίες με χώρες και περιφέρειες από όλο τον κόσμο, γεγονός που οδηγεί σε περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές, χαμηλότερες τιμές και περισσότερο εμπόριο και θέσεις εργασίας».
Η περίπτωση της μπανάνας
Οι εμπορικές διαφωνίες μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ δεν είναι κάτι καινούργιο. Ας μην ξεχνάμε, για παράδειγμα, την περίπτωση των δασμών στις εισαγωγές μπανάνας, που διευκόλυναν τις εξαγωγές ορισμένων χωρών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού στην ΕΕ εις βάρος χωρών της Λατινικής Αμερικής.
Το 2018, οι ΗΠΑ επέβαλαν επιπρόσθετους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου. Οι ευρωβουλευτές χαρακτήρισαν την κίνηση αυτή ως απαράδεκτη και ασυμβίβαστη με τους κανονισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Εξέφρασαν παράλληλα ανησυχίες για τους δασμούς που επέβαλαν το ίδιο έτος οι ΗΠΑ στις ισπανικές ελιές.
Εμπορικές διαφορές με ΗΠΑ και Καναδά είχαν επίσης προκύψει όταν η ΕΕ αρνήθηκε να εισάγει κρέατα βοοειδών που είχαν εκτραφεί με τη βοήθεια ορμονών, κρίνοντας ότι ενέχουν δυνητικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία. Η διαφορά επιλύθηκε μόνο το 2012, όταν η ΕΕ συμφώνησε να αυξήσει τις εισαγωγές απαλλαγμένων από ορμόνες βοοειδών από τις δύο χώρες.