Το 2024, η Αθήνα ξεχώρισε σε σχέση με τους κυριότερους ανταγωνιστές της στον τουριστικό τομέα, παρουσιάζοντας σημαντική ανάπτυξη, ειδικά στους τελευταίους μήνες του έτους. Αυτό δείχνει ότι το ενδιαφέρον των τουριστών μετατοπίζεται και σε άλλες χρονικές περιόδους πέρα από την κλασική θερινή περίοδο. Η πρωτεύουσα της Ελλάδας φαίνεται να βρίσκεται σε μια πορεία ενίσχυσης του τουριστικού της προφίλ, καταφέρνοντας να διαφοροποιηθεί με βάση τη στρατηγική της και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τουριστικού της προϊόντος.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού, η μέση πληρότητα των ξενοδοχείων στην Αθήνα το 2024 παρουσίασε αύξηση 2,3%, φτάνοντας το 78%. Παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ένα ικανοποιητικό ποσοστό, παραμένει μικρότερο σε σύγκριση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. Ειδικότερα, το Λονδίνο κατέγραψε την υψηλότερη πληρότητα με 81%, ενώ πόλεις όπως η Μαδρίτη, η Ρώμη και η Βαρκελώνη παρουσίασαν εντυπωσιακές αυξήσεις στην πληρότητά τους, 13,7%, 10,5% και 9,7% αντίστοιχα. Αντίθετα, η Κωνσταντινούπολη παρουσίασε μείωση της πληρότητας κατά 7,3%, φτάνοντας το 69,2%. Παρά την αύξηση, η Αθήνα φαίνεται να παραμένει πίσω σε σχέση με τις πιο ισχυρές τουριστικά πόλεις, αν και η αύξηση 2,3% είναι σημαντική σε σχέση με την Κωνσταντινούπολη.
Η Αθήνα εξακολουθεί να είναι ανταγωνιστική στην αγορά, με αύξηση 11,4%
Η ανάλυση των εσόδων ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar) δείχνει ότι η Αθήνα εξακολουθεί να είναι ανταγωνιστική στην αγορά, με αύξηση 11,4%, αν και η Μαδρίτη ξεχώρισε με εντυπωσιακή άνοδο 19%. Η Βαρκελώνη παρουσίασε αύξηση 7%, και η Ρώμη 3,1%, ενώ η Κωνσταντινούπολη κατέγραψε μόλις 0,4% αύξηση, γεγονός που καταδεικνύει τη μεγαλύτερη οικονομική δυναμική της Αθήνας σε σύγκριση με την τουρκική πρωτεύουσα. Παρόλα αυτά, οι άλλες μεγάλες πόλεις, όπως η Μαδρίτη, συνεχίζουν να καταγράφουν σημαντικότερες αυξήσεις στην κατηγορία αυτή.
Η μέση τιμή δωματίου (ADR) στην Αθήνα παρουσίασε αύξηση 8,9%, γεγονός που είναι σημαντικό, αλλά όχι τόσο εντυπωσιακό όσο η αύξηση στη Μαδρίτη (14%). Η Βαρκελώνη κατέγραψε αύξηση 7,7% και η Ρώμη 2%, γεγονός που δείχνει ότι η Αθήνα καταφέρνει να διατηρεί σχετικά υψηλότερες τιμές σε σύγκριση με άλλες πόλεις, αν και τα αποτελέσματα είναι πιο μετριοπαθή σε σχέση με τις πιο δημοφιλείς και καθιερωμένες τουριστικά πόλεις της Ευρώπης.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον σημείο είναι ότι η Αθήνα καταγράφει σημαντική δυναμική κατά τους μήνες εκτός αιχμής, γεγονός που διαφοροποιεί την πόλη από άλλους προορισμούς. Η Αθήνα παρουσίασε αύξηση της πληρότητας σε μήνες όπως ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος, γεγονός που υποδηλώνει την τάση της πόλης να εξελίσσεται σε δημοφιλή προορισμό για «city break», έναν προορισμό δηλαδή για σύντομες διακοπές, εκτός της καλοκαιρινής περιόδου. Αυτός ο τύπος τουρισμού, σε συνδυασμό με την αύξηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, έχει αναδείξει την Αθήνα ως έναν προορισμό που προσελκύει επισκέπτες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Αντίθετα, οι παραδοσιακοί μήνες αιχμής για την Αθήνα παρουσίασαν μείωση στην πληρότητα, κυρίως λόγω του κορεσμού που παρατηρείται κατά την υψηλή τουριστική περίοδο.
Η τάση αυτή φαίνεται να ενισχύεται και από την αναμενόμενη εφαρμογή του Νόμου 5170/2025, ο οποίος αναμένεται να ρυθμίσει αυστηρότερα τη βραχυχρόνια μίσθωση στην Αθήνα. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην ενίσχυση του ποιοτικού τουρισμού, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις ανεξέλεγκτες αυξήσεις στην προσφορά καταλυμάτων. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα της φιλoξενίας στην πόλη, ενισχύοντας το τουριστικό προφίλ της Αθήνας σε βάθος χρόνου.
Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, η Αθήνα έχει την ευκαιρία να εδραιώσει τη θέση της στην αγορά, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται πίσω από άλλες πόλεις σε ορισμένες κατηγορίες. Η δυναμική της Αθήνας στους μήνες εκτός αιχμής και η αναγνώριση της ως προορισμού για σύντομες διακοπές υπογραμμίζουν την πορεία της προς έναν πιο βιώσιμο και διαφοροποιημένο τουρισμό. Αν τα νέα μέτρα επιτύχουν και εφαρμοστούν σωστά, η Αθήνα μπορεί να επωφεληθεί από μια αυξημένη ζήτηση και να βελτιώσει τη θέση της στις διεθνείς τουριστικές αγορές, συνδυάζοντας την πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά με την ανάγκη για μια πιο βιώσιμη και ποιοτική τουριστική ανάπτυξη.