Πτωτική πορεία ακολουθούν οι επενδύσεις σε κατοικίες στην Ελλάδα από το τελευταίο τρίμηνο του 2023, σε μια περίοδο όπου οι τιμές έχουν ενισχυθεί σημαντικά.
Το εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2024, όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι επενδύσεις σε κατοικίες (εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σε σταθερές τιμές) μειώθηκαν, σε ετήσια βάση, κατά 4,6%. Ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο, στο 2,3% και παρά το γεγονός ότι έχουν τετραπλασιαστεί σε σχέση με το 2017 παραμένουν 4-5 φορές χαμηλότερα σε σύγκριση με τη δεκαετία του 2000. Σημειώνεται ότι η «βουτιά» των επενδύσεων σε κατοικίες άρχισε το τελευταίο τρίμηνο του 2023, όταν καταγράφηκε μείωση κατά 18,7%, ύστερα από μια περίοδο γρήγορης αύξησης, αν και από πολύ χαμηλά επίπεδα.
Σε αντίθεση με τις επενδύσεις στην κατασκευή νέων κατοικιών, οι τιμές των διαμερισμάτων συνεχίζουν να αυξάνονται και να εκτοξεύονται σε νέα ιστορικά ύψη το τρίτο τρίμηνο του 2024, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τα επίπεδα του 2008. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, στην Αθήνα, η άνοδος είναι εντυπωσιακή, με τις μέσες τιμές να καταρρίπτουν κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί, αν και με πιο αργούς ρυθμούς τα επόμενα χρόνια.
Σε ειδικό κεφάλαιο της ενδιάμεσης έκθεσης για τη νομισματική πολιτική που αφορά τις εξελίξεις και τις προοπτικές της αγοράς ακινήτων επισημαίνονται μεταξύ άλλων τα εξής:
- Στο τρίτο τρίμηνο του 2024, οι τιμές των νέων διαμερισμάτων έφτασαν σε επίπεδο 106,9, ξεπερνώντας το αντίστοιχο ιστορικό υψηλό του 2008 κατά 3,8%. Στην περιοχή της Αθήνας, ο δείκτης τιμών διαμερισμάτων ξεπέρασε το ιστορικό ρεκόρ του δεύτερου τριμήνου του 2008 κατά 5,2%. Στην υπόλοιπη χώρα, ο δείκτης τιμών διαμερισμάτων ανήλθε στο 100,9, σημειώνοντας διαφορά 1,3% από το υψηλό του τρίτου τριμήνου του 2008. Παρά τη συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών, οι ρυθμοί ανόδου παρουσίασαν αισθητή επιβράδυνση στα τέσσερα τελευταία τρίμηνα.
- Η αγορά κατοικιών συνεχίζει τη θετική της πορεία στη διάρκεια του εννεάμηνου του 2024, η οποία ενισχύεται από τον τουρισμό και τη βραχυχρόνια μίσθωση, καθώς και από το επενδυτικό ενδιαφέρον, κυρίως από το εξωτερικό, για αγορά ακινήτων- συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος Golden Visa. Επίσης η οικοδομική δραστηριότητα για κατοικίες κατά τη διάρκεια του οκταμήνου του 2024 κατέγραψε θετικούς ετήσιους ρυθμούς τόσο ως προς τον αριθμό όσο και ως προς το δομήσιμο όγκο των νέων οικοδομικών αδειών κατοικιών σε επίπεδο χώρας (41,2% και 30,5% αντίστοιχα), αρκετά ενισχυμένους έναντι του οκταμήνου του 2023 (22,5% και 14,5% αντίστοιχα) ενώ οι θετικές επιχειρηματικές προσδοκίες για την κατασκευή κατοικιών ενισχύονται περαιτέρω το ενδεκάμηνο του 2024, κατά 13,1% σε ετήσια βάση.
- Η χαμηλή προσφορά ποιοτικών χώρων σε όλο το εύρος της αγοράς έχει δώσει ώθηση στην κατασκευαστική δραστηριότητα, η οποία εντούτοις δεν έχει αναπτύξει ρυθμούς που θα επέτρεπαν την πλήρη αποσυμπίεση της ζήτησης, ειδικά στην περίπτωση της κατοικίας. Το οκτάμηνο του 2024 η συνολική κατασκευαστική δραστηριότητα για ακίνητα επαγγελματικής χρήσης κατέγραψε αύξηση ως προς τον αριθμό και μείωση σε όρους δομήσιμου όγκου (8,5% και -7,4%, αντίστοιχα).
- Οι προσδοκίες για την ελληνική αγορά ακινήτων για το επόμενο διάστημα παραμένουν θετικές, ωστόσο καταγράφεται πλέον αυξημένη επιφυλακτικότητα από τους παράγοντες της αγοράς, ειδικά για συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων κυρίως επαγγελματικής χρήσης. Ωστόσο παρά τις αβεβαιότητες, η αγορά κατοικίας και ιδιαίτερα κατοικίας υψηλών προδιαγραφών, παραμένει θετική
- Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση του περιορισμού της ζήτησης για επενδυτική κατοικία, μέσω του νέου πλαισίου για τη βραχυχρόνια μίσθωση και τη Golden Visa, αποτελούν προσωρινή και με περιορισμένες δυνατότητες λύση για την αντιμετώπιση του ζητήματος του κόστους στέγασης. Ουσιαστικές λύσεις θα πρέπει να αναζητηθούν με σκοπό την ενίσχυση της προσφοράς κατοικίας επιθυμητών προδιαγραφών, αλλά και προσιτής αξίας. Οι πρόσφατες παρεμβάσεις που αφορούν τη βελτίωση επιμέρους διαδικασιών μεταβιβάσεων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα η επίλυση του προβλήματος είναι πολυδιάστατη και επιβάλλει εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό.