Η ειδική έρευνα για την Είσοδο των Νέων στην Αγορά Εργασίας διενήργησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή για το διάστημα Απρίλιος- Ιούνιος 2009.
Σύμφωνα με τη μελέτη η πρώτη επαφή με την αγορά εργασίας γίνεται σε σχετικά μεγάλη ηλικία: μέχρι την ηλικία των 22 ετών το ποσοστό των ατόμων που έχουν μια εργασιακή εμπειρία δεν ξεπερνά το 50%. Ακόμα και στην ηλικία των 25 ετών, το 20% των ερευνηθέντων ατόμων δεν έχει αποκτήσει καμία εργασιακή εμπειρία.
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι περισσότεροι νέοι βρίσκουν μια πρώτη εργασία ως μισθωτοί. Για τους περισσότερους, η εργασία αυτή ήταν μισθωτή και πλήρους απασχόλησης, αλλά προσωρινή (40,5%) ενώ σημαντικό (11,4%) είναι και το ποσοστό αυτών που εργάστηκαν με μερική απασχόληση–είτε σε μόνιμη είτε σε προσωρινή εργασία.
Το ποσοστό των ατόμων που άρχισαν να εργάζονται αμέσως είτε βρήκαν μια εργασία μέσα σε έναν το πολύ χρόνο από το τέλος των σπουδών τους είναι 27,9%. Το 30,7% των ερευνηθέντων δήλωσε ότι βρήκε εργασία μέσα στον τέταρτο χρόνο, ή και αργότερα, μετά το τέλος των σπουδών.
Το ποσοστό των ατόμων που δήλωσε ότι εργάστηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών του (είτεδιακόπτοντας τις σπουδές είτε παράλληλα με αυτές) ανέρχεται σε 27,4%.
Η μέση διάρκεια της πρώτης εργασίας είναι 46,5 μήνες. Είναι μεγαλύτερη για τους άντρες (49,35 μήνες) και για τα άτομα με απολυτήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (47,71 μήνες).
Η σύγκριση του εκπαιδευτικού επιπέδου των ερευνηθέντων με το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων τους μας δείχνει ότι όταν και οι δύο γονείς είναι γεννημένοι στην Ελλάδα, τα μισά σχεδόν άτομα έχουν ανώτερο εκπαιδευτικό επίπεδο από τους γονείς τους (49,9%).
Αν, όμως, κάποιος (ή και οι δύο) από τους γονείς είναι γεννημένος στο εξωτερικό το ποσοστό των ατόμων με ανώτερη εκπαίδευση από τους γονείς τους είναι αρκετά μικρότερο (29,4% και 20,8%, αντίστοιχα).
Θα πρέπει, επίσης, να επισημάνουμε ότι το ποσοστό των ατόμων με εκπαιδευτικό επίπεδο χαμηλότερο από αυτό των γονέων τους είναι αρκετά υψηλό όταν ένας ή και οι δύο γονείς έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό (20,4% και 12,4%, αντίστοιχα) ενώ είναι μόνο 6,4% για τα άτομα των οποίων και οι δύο γονείς είναι γεννημένοι στην Ελλάδα.