Η ακρίβεια αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο για την κυβέρνηση και βέβαια για την κοινωνία, αφού, παρά τις προσπάθειες και τις όποιες παρεμβάσεις, δεν λέει να φρενάρει και έτσι συρρικνώνει ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η εβδομάδα που ξεκινάει σήμερα θα κινηθεί σε ρυθμούς ακρίβειας, σε πολιτικό επίπεδο, και θα κορυφωθεί την προσεχή Παρασκευή 24 Μαΐου, όταν θα πραγματοποιηθεί στη Βουλή συζήτηση για το θέμα σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.
Η κυβέρνηση θέλει να πάει στη «μάχη» με γεμάτο το οπλοστάσιό της σε επίπεδο παρεμβάσεων, αφού σε επίπεδο αποτελεσμάτων αυτό μάλλον είναι πενιχρό. Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, απέστειλε επιστολή το περασμένο Σάββατο στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ακρίβειας που ταλανίζει τους πολίτες.
Όπως δήλωσε μάλιστα ο Κ. Μητσοτάκης, αναφερόμενος στο θέμα, «με την επιστολή ζητώ από την πρόεδρο της Κομισιόν να διερευνήσει και να παρέμβει για ένα πρόβλημα το οποίο βλέπουμε πια να εντείνεται, που δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι πολυεθνικές εταιρείες χρησιμοποιούν τη μεγάλη τους ισχύ για να τιμολογούν, μάλλον να χρεώνουν, σε διαφορετικές τιμές τα ίδια προϊόντα εντός της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς».
Από την πλευρά της, η αντιπολίτευση δεν φαίνεται να ασπάζεται τους ισχυρισμούς του πρωθυπουργού, ότι δηλαδή η ακρίβεια είναι εισαγόμενη, και θεωρεί ότι μεγάλο μέρος οφείλεται στην κυβερνητική ανεπάρκεια και ανεκτικότητα απέναντι σε πρακτικές των επιχειρήσεων, ντόπιων και ξένων, που λειτουργούν ως κράτος εν κράτει στην Ελλάδα.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, η ακρίβεια από τώρα έως και τις ευρωεκλογές θα είναι ψηλά στην ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να προχωρήσει σε νέες παρεμβάσεις, εκτός από την επιστολή προς την Κομισιόν, προκειμένου να μπορέσει να δώσει ένα μήνυμα αποφασιστικότητας, τόσο προς την κοινωνία όσο και προς τις επιχειρήσεις, κυρίως τις πολυεθνικές.
Το πρέσινγκ αναμένεται να είναι διπλό. Από τη μία, η κυβέρνηση αναμένει την ανάληψη πρωτοβουλιών από την πλευρά της Κομισιόν. Ευελπιστεί ότι θα στείλει ένα σαφές μήνυμα αποφασιστικότητας, προκειμένου να πάψουν να λειτουργούν με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η ΕΕ να κάνει χρήση εργαλείων που έχει στη φαρέτρα της, προκειμένου να δώσει την ανάσα που ζητεί η Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, το υπουργείο Ανάπτυξης θα επιχειρήσει, ανεβάζοντας την ένταση των ελέγχων, να βγάλει στη «σέντρα» τις επιχειρήσεις που κερδοσκοπούν, δημοσιοποιώντας τα ονόματά τους. Αυτό μπορεί να συμβεί μέσα από έρευνες που θα αποκαλύπτουν τις τιμές που ισχύουν στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να υπάρξει ομαλοποίηση των τελικών τιμών.
Τέλος, να σημειωθεί ότι αναλυτές που παρακολουθούν τη δημόσια συζήτηση για την ακρίβεια και τις προτάσεις που μπαίνουν στο τραπέζι, τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από την κυβέρνηση, σημειώνουν ότι αυτά που λέγονται για πλαφόν περιθώρια κέρδους στερούνται σοβαρότητας σε μία ελεύθερη αγορά, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας.