Σε αναθεώρηση προς τα κάτω του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για εφέτος προχώρησε η Τράπεζα της Ελλάδος. Μετά την υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης το 2023 στο 2% έναντι του 2,3% που προβλεπόταν αρχικώς, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε προσφάτως η ΕΛΣΤΑΤ, η ΤτΕ εκτιμά πλέον ότι εφέτος το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί κατά 2,3%, έναντι αρχικής πρόβλεψης για 2,5%.
Ωστόσο, η ΤτΕ διατηρεί αμετάβλητη την πρόβλεψη της για ανάπτυξη 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026.
Η ΤτΕ επιμένει ότι ο κίνδυνος να υπάρξει μία περαιτέρω διολίσθηση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης είναι υπαρκτός (καθοδικός κίνδυνος σύμφωνα με την τρέχουσα ορολογία) εξαιτίας μίας ενδεχόμενης επιδείνωσης της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή με τις επακόλουθες επιπτώσεις για το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον- (ii) ενός χαμηλότερου του αναμενόμενου ρυθμού απορρόφησης και χρησιμοποίησης των διαρθρωτικών ταμείων του Ταμείου Ανάκαμψης και της ΕΕ- (iii) σε ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα φρενάρουν τη διαδικασία βελτίωσης της παραγωγικότητας της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Από την άλλη πλευρά θετικές εκπλήξεις στο μέτωπο του τουρισμού αλλά και των επιπτώσεων από την αναβάθμιση της οικονομίας, θα συμβάλλουν θετικά στους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας.
Για τις εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα η ΤτΕ επισημαίνει ότι οι ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων για το 2023 από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έδειξαν ενίσχυση των καθαρών επιτοκίων εσόδων, η οποία, ωστόσο, υπεραντισταθμίστηκε από τη μείωση των καθαρών εσόδων από εμπορικές συναλλαγές και λοιπά έσοδα, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε μέτρια μείωση των καθαρών κερδών.
Σύμφωνα με τα ανακοινωθέντα αποτελέσματα, ο δείκτης των κόκκινων δανείων NPE των τεσσάρων τραπεζών διαμορφώνεται, κατά μέσο όρο, σε περίπου 4%. Παράλληλα, οι αποδόσεις των ομολόγων υψηλής εξασφάλισης, που εκδίδονται από τις ελληνικές τράπεζες, μειώθηκαν την εξεταζόμενη περίοδο.
Υποχώρηση των καταθέσεων
Η ΤτΕ διαπιστώνει ότι από το τέταρτο τρίμηνο του 2021, η αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα έχει επιβραδυνθεί συνολικά.
Οι επιχειρήσεις, όπως αναφέρεται στην ανάλυση, χρησιμοποιούν τα αποθέματα ρευστότητάς τους ενόψει των υψηλότερων επιτοκίων. Οι καταθέσεις των νοικοκυριών έχουν επηρεαστεί αρνητικά από τις αυξημένες καταναλωτικές δαπάνες, τον υψηλό πληθωρισμό και, πιο πρόσφατα το υψηλό κόστος ευκαιρίας των τραπεζικών καταθέσεων.
Η αύξηση των τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις έχει επιβραδυνθεί από το τελευταίο τρίμηνο του 2022 εν μέσω υψηλότερων επιτοκίων επιτοκίων και της εξασθένησης της οικονομικής ανάπτυξης. Τα τραπεζικά δάνεια προς τα νοικοκυριά συνεχίζουν να μειώνονται λόγω απομόχλευσης των στεγαστικών δανείων.
Τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων έχουν καταγράψει σημαντικές αυξήσεις, ιδίως για τα επιχειρηματικά δάνεια, μετά από τη σύσφιξη της ενιαίας νομισματικής πολιτικής.