Την ανηφόρα τραβούν και πάλι οι παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου μετά το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Στην πραγματικότητα αυτό που οδήγησε στη νέα άνοδο είναι οι ανησυχίες και οι εικασίες για το ενδεχόμενο μιας γενίκευσης της σύγκρουσης, με εμπλοκή κρίσιμων χωρών, που θα μπορούσε να επηρεάσει την παραγωγή στη Μέση Ανατολή.
Τη Δευτέρα, ο παγκόσμιος δείκτης «Brent Crude» παρουσίασε αύξηση κατά 4,2%, με την τιμή του βαρελιού να ανέρχεται στα 88,5 δολάρια. Νέα οριακή άνοδος καταγράφεται και την Τρίτη.
Αναλυτές υπογραμμίζουν πως η άμεση επίδραση στις τιμές της ενέργειας εξαιτίας της σύγκρουσης Ισραήλ και Χαμάς θα είναι πιθανό περιορισμένη, ωστόσο κρίσιμος παράγοντας είναι ο τρόπος με το οποίο θα εξελιχθεί η σύγκρουση. Η Morgan Stanley ανέφερε πως ο βαραχυπρόθεσμος κίνδυνος για τη προσφορά πετρελαίου ήταν χαμηλός, αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει εάν η σύγκρουση εξαπλωθεί σε άλλες χώρες.
Μιλώντας στο Al Jazeera, o Μάικ Ρόθμαν, πρόεδρος της Cornerstone Analytics, υπογράμμισε επίσης πως «σε πολύ βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, παρά την κερδοσκοπική αντίδραση που βλέπουμε στην αγορά πετρελαίου, βλέπω ότι ο ανοδικός κίνδυνος για τις τιμές του αργού στην πραγματικότητα περιορίζεται». Συμπλήρωσε πως η σύγκρουση δεν θα επηρεάσει την παγκόσμια ζήτηση και την παραγωγή του ΟΠΕΚ μακροπρόθεσμα, αν και άλλοι παράγοντες όπως η μείωση των αποθεμάτων πετρελαίου αλλού στον κόσμο ενδεχομένως να επηρεάσουν τις τιμές.
Ούτε το Ισραήλ, και προφανώς ούτε η υπό πολιορκία Λωρίδα της Γάζας, ο παλαιστινιακός θύλακας που στερείται αναγκαίων για την επιβίωση προϊόντων, δεν είναι παραγωγοί πετρελαίου. Όμως πρόκειται για σύγκρουση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ευρύτερη περιφερειακή αστάθεια σε μια περιοχή στην οποία βρίσκονται οι μεγαλύτεροι παραγωγοί πετρελαίου στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.
Επίσης στη Μέση Ανατολή βρίσκονται και οι βασικές οδοί διακίνησης, όπως το Στενό του Ορμούζ, ο πορθμός ανάμεσα στον κόλπο του Ομάν και τον Περσικό Κόλπο. Πρόκειται για το μόνο θαλάσσιο πέρασμα του κόλπου και για αυτό έχει μεγάλη στρατηγική σημασία. Δεν είναι τυχαίο που συχνά το αποκαλούν ως το «σημείο πνιγμού πετρελαίου» και το γεγονός πως ελέγχεται σε κάποιο βαθμό από το Ιράν, εντείνει τις ανησυχίες.
Η Τεχεράνη είναι στενός σύμμαχος της Χαμάς και εκτός της χρηματικής βοήθειας, παρέχει και σημαντική στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη στην παλαιστινιακή οργάνωση. Μάλιστα, ως ένας από τους πιο φανατικούς πολέμιους του Ισραήλ, δεν έκρυψε την υποστήριξή της στην επίθεση της Χαμάς, τη φονικότερη που έχει σημειωθεί στο εβραϊκό κράτος εδώ και μισό αιώνα, από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, τον Οκτώβριο του 1973.
Ανεπίσημα τα «γεράκια» της Ουάσιγκτον «δείχνουν» το Ιράν ως «ενορχηστρωτή» της επίθεσης. Αλλά επίσημα οι ΗΠΑ, οι υπόλοιπες δυτικές χώρες, αλλά και το Ισραήλ αποφεύγουν να κατηγορήσουν ευθέως την Τεχεράνη, θέλοντας να αποφύγουν την εμπλοκή της στην κρίση, που εκτός των άλλων επιπτώσεων θα μπορούσε να προκαλέσει νέα σημαντικά προβλήματα και στην πετρελαϊκή αγορά.
Οι σχέσεις ΗΠΑ και Ιράν παραμένουν εχθρικές, ωστόσο το τελευταία διάστημα – και μετά τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ – υπήρξαν κάποιες κινήσεις άμβλυνσης, που έδωσαν ώθηση και στις εξαγωγές και στην παραγωγή του ιρανικού πετρελαίου. Η κατηγορία σε βάρος του Ιράν για εμπλοκή στην επίθεση της Χαμάς θα πυροδοτούσε ένα νέο γύρο έντασης, ο οποίος θα μετουσιωνόταν και σε νέες αμερικανικές κυρώσεις.
«Εάν διευρυνθεί η σύγκρουση, ο πιο άμεσος αντίκτυπος στην αγορά θα μπορούσε να γίνει με επιβολή κυρώσεων στις ιρανικές εξαγωγές. Παρακολουθούμε στενά τις περιφερειακές και διεθνείς διπλωματικές προσπάθειες για την αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης», δήλωσε στο Al Jazeera ο Alan Gelder, αναλυτής της Wood Mackenzie. Μιλώντας στο CNBC, o πρόεδρος του Rapidan Energy Group, Bob McNally είπε ότι οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 5 έως 10 δολάρια το βαρέλι εάν το Ιράν συρθεί στη σύγκρουση.
Ο κίνδυνος όμως δεν περιορίζεται στο Ιράν. Ο πόλεμος του Ισραήλ κατά των Παλαιστίνιων θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια αντίδραση του αραβικού συνδέσμου, στον οποίο συμμετέχουν οι μεγαλύτεροι πετρελαιοπαραγωγοί. Για παράδειγμα, το 1973, κατά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, οι αραβικές πετρελαϊκές χώρες ως απάντηση στην υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ, μείωσαν την παραγωγή πετρελαίου και έθεσαν εμπάργκο σε χώρες της Δύσης, προκαλώντας τετραπλασιασμό των τιμών του πετρελαίου τους επόμενους μήνες.
Τα πετρελαϊκά κράτη του Κόλπου προσέφεραν τον πλούτο τους με αντάλλαγμα την ασφάλεια της αμερικανικής υπεδύναμης. Όμως οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον η μόνη δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί κάτι τέτοιο και όσο η οικονομική δραστηριότητα της Ασίας με «ατμομηχανή» την Κίνα ενισχύεται τόσο περισσότερο θα επηρεάζονται και οι αποφάσεις για τις διεθνείς σχέσεις και τις συμμαχίες.
Ιδιαίτερα κρίσιμος είναι και ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας. Το Ριάντ το τελευταίο διάστημα έχει δείξει πως ακολουθεί μια ανεξάρτητη πολιτική και δεν διστάζει να έρθει σε ρήξη με τις ΗΠΑ για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί κάθε συγκυρία, όπως και τα υπόλοιπα κράτη.
Συμμαχώντας με τη Μόσχα, προκάλεσε αύξηση στην τιμή του πετρελαίου θέλοντας να εξασφαλίσει μια σταθερή και μεγάλη ροή εσόδων για να χρηματοδοτήσει τα σχέδιά του, ενώ ταυτόχρονα προσέγγισε τους BRICS και δέχτηκε πρόσκληση για ένταξη στο συμμαχικό μπλοκ που έχει ως βασικούς πυλώνες την Κίνα και τη Ρωσία ταυτόχρονα προσέγγισε τους BRICS και δέχτηκε πρόσκληση για ένταξη στο συμμαχικό μπλοκ που έχει ως βασικούς πυλώνες την Κίνα και τη Ρωσία.
Καθώς οι ΗΠΑ έβλεπαν τη Σαουδική Αραβία να πηδάει από το «άρμα» τους επιχείρησαν να την επαναπροσεγγίσουν με μια ειρηνευτική συμφωνία με το Ισραήλ. Στόχος ήταν η εξομάλυνση των σχέσεων με το εβραϊκό κράτος στο πλαίσιο της στρατηγική περιφερειακής «ολοκλήρωσης», που θα εξασφάλιζε τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή και θα διατηρούσε την επιρροή των ΗΠΑ στο βασίλειο. Το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων φαίνεται να επιφέρει ένα καίριο πλήγμα σε αυτή τη στρατηγική, δημιουργώντας νέα γεωπολιτικά δεδομένα.
- Παναγιώτης Κωνσταντίνου, Δημοσιογράφος