Έξι ακτιβιστές της Greenpeace που είχαν ανέβει σε μια τεράστια πλατφόρμα εξόρυξης της Shell στον Ειρηνικό Ωκεανό η οποία ρυμουλκείτο προς την Αρκτική εγκατέλειψαν χθες την εγκατάσταση, ανακοίνωσαν ο βρετανο-ολλανδικός όμιλος και η μη κυβερνητική οργάνωση.
Οι ακτιβιστές είχαν ανέβει στις αρχές της εβδομάδας στην πετρελαϊκή εξέδρα των 38.000 τόνων, το Polar Pioneer, που βρισκόταν σε απόσταση 1.200 χιλιομέτρων βορειοδυτικά της Χαβάης χρησιμοποιώντας φουσκωτά σκάφη με τα οποία είχαν αποπλεύσει από ένα πλοίο της Γκρινπίς, το Esperanza με στόχο να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για τους κινδύνους της εξόρυξης πετρελαίου.
Ο πετρελαϊκός όμιλος κατέθεσε αγωγή στο ομοσπονδιακό δικαστήριο της Αλάσκας, ζητώντας την έκδοση δικαστικής εντολής «προκειμένου να τερματιστεί η κατάληψη που βρίσκεται σε εξέλιξη στον Ειρηνικό Ωκεανό και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο παρόμοιων ενεργειών στο μέλλον». Το δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ της Shell.
«Είμαστε ικανοποιημένοι που το δικαστήριο επέλεξε να εκδώσει μια διαταγή σε βάρος της Greenpeace» δήλωσε η εκπρόσωπος τύπου της Shell, Κέλι οπ ντε Γουίνγκ.
«Δυστυχώς χρειάστηκε να προσφύγουμε στη Δικαιοσύνη, όμως δεν επιθυμούμε να δούμε να επαναλαμβάνονται αυτές οι παράνομες ενέργειες, όμως η επιβίβαση μελών της οργάνωσης στην εξέδρα εξόρυξης Polar Pioneer στις αρχές του μήνα».
«Αυτού του είδους οι επιχειρήσεις δεν αποτελούν ειρηνικές διαμαρτυρίες» συνέχισε η εκπρόσωπος.
«Θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των εργαζομένων στην πλατφόρμα και των ίδιων των ακτιβιστών».
Αν και η Shell είναι «ανοικτή στο ενδεχόμενο μιας ειλικρινούς συζήτησης για τις στις προκλήσεις και το οφέλη της εκμετάλλευσης των ενεργειακών αποθεμάτων στην Αρκτική, ο πετρελαϊκός όμιλος «δε μπορεί να εγκρίνει τις παράνομες και επικίνδυνες επιχειρήσεις της Greenpeace».
H Greenpeace επιβεβαίωσε ότι 6 ακτιβιστές της- που προέρχονται από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία, τη Σουηδία και την Αυστρία- εγκατέλειψαν την πλατφόρμα και επέστρεψαν στο Esperanza. Η μκο απέδωσε την αποχώρησή τους στην επιδείνωση των καιρικών συνθηκών στην περιοχή.
Η Άνι Λέοναρντ, εκτελεστική διευθύντρια της Greenpeace USA, έκρινε ότι προκαλεί «έκπληξη το γεγονός ότι η Shell μοιάζει να εκτιμά ότι έχει το δικαίωμα να θέτει σε κίνδυνο το περιβάλλον μας και την οικονομία μας χωρίς να δίνει λογαριασμό στην κοινωνία μας».